Η Έβδομη Ομάδα ήταν ο Σταθμός Διοικήσεως στην οποία συμμετείχαν: ο στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας, ο υπαρχηγός του Κομνηνός Πυρομάγλου, ο αδελφός του στρατηγού Αλέκος, ο ανεψιός του Νίκος, οι δύο σωματοφύλακές του, Γ. Παπαδάκης και Π. Κωτσάκης, από δε τον ΕΛΑΣ ήταν οι: Άρης, Περικλής, Πελοπίδας και Θάνος. Από τους Βρετανούς ήταν οι Εντυ Μάγιερς και Κρις Γουντχάουζ. Υπήρξε και μία ομάδα εφεδρική η οποία υπήχθη απευθείας στον Σταθμό Διοικήσεως, για παν ενδεχόμενο.
Αντώνη Ι. Ζαρκανέλα
π. Γενικού Διευθυντή Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης.
Η Έβδομη Ομάδα ήταν ο Σταθμός Διοικήσεως στην οποία συμμετείχαν: ο στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας, ο υπαρχηγός του Κομνηνός Πυρομάγλου, ο αδελφός του στρατηγού Αλέκος, ο ανεψιός του Νίκος, οι δύο σωματοφύλακές του, Γ. Παπαδάκης και Π. Κωτσάκης, από δε τον ΕΛΑΣ ήταν οι: Άρης, Περικλής, Πελοπίδας και Θάνος. Από τους Βρετανούς ήταν οι Εντυ Μάγιερς και Κρις Γουντχάουζ. Υπήρξε και μία ομάδα εφεδρική η οποία υπήχθη απευθείας στον Σταθμό Διοικήσεως, για παν ενδεχόμενο. Αυτής της δύναμης, που απαρτίστηκε από τριάντα άνδρες του ΕΛΑΣ, που είχε και μερικούς άνδρες του Ζέρβα, ηγείτο, όπως αναφέρει ο Μαρίνος (σελ. 112), ο Νικηφόρος του ΕΛΑΣ. Πάντως, ο Μάγιερς δεν αναφέρει όνομα διοικητή της (σελ.74). Ωστόσο, όταν χρειάστηκε η επέμβασή της σε υποστήριξη της ομάδας Παπαχρήστου στο βόρειο βάθρο, ο Μάγιερς αναφέρει επί λέξει: «Αποφασίσαμε να κινητοποιήσουμε την εφεδρική ομάδα… Επικεφαλής της ομάδας αυτής ήταν ο υποδιοικητής του Ζέρβα, Κομνηνός Πυρομάγλου.. ο οποίος δεν ήταν μόνον ένας ικανός άνθρωπος, αλλά και ένας θαρραλέος στρατιωτικός» (σελ. 77). Ο Μυριδάκης, από την άλλη πλευρά, για το ίδιο περιστατικό αναφέρει, ότι όταν ο Παπαχρήστου ζήτησε ενίσχυση σε άνδρες και πυρομαχικά, ο Ζέρβας έστειλε τον Παντελή Κωτσάκη, της προσωπικής του φρουράς, ο οποίος του το ζητούσε επίμονα. Αναφέρει μάλιστα και στοιχεία και μαρτυρίες που αποδεικνύουν ότι τον Νικηφόρο τον είχε στείλει ο ίδιος ο Άρης αυτοβούλως και χωρίς κανείς άλλος να το γνωρίζει «..άνω του Σ.Δ. στις υπώρειες της Οίτης», όπου τον βρήκε ο τότε νεαρός και αργότερα αντιστράτηγος ε.α. Νικ. Ζέρβας, ανεψιός του Στρατηγού (σελ. 34).
Μετακίνηση των Ομάδων στις θέσεις τους. Έναρξη της Επιχείρησης.
Ως ώρα μηδέν για την έναρξη της επιχείρησης ορίστηκε η 23:00. Έτσι η κάθοδος από το Πλακωτό, όπου είχαν όλοι συγκεντρωθεί, άρχισε κατά τις 22:00 με σκοτάδι, ψιλή βροχή και δυνατό κρύο. Οι ομάδες ξεκίνησαν με συγκεκριμένη σειρά ανάλογα με το πού θα πήγαιναν. Πρώτη ήταν η ομάδα που θα πήγαινε στην γέφυρα Φραντζή-Λαμίας, ακολουθούσε του Κουκ που θα πήγαινε μακρύτερα προς τα νότια, μετά η ομάδα του Μαρίνου, μετά ερχόταν οι δύο ομάδες του Μυριδάκη με πρώτη την δική του και δεύτερη την ομάδα του Παπαχρήστου, μετά ακολουθούσε το επιτελείο του Σταθμού Διοίκησης και τελευταία η ομάδα καταστροφών του Τομ Μπαρνς. Όλες οι ομάδες είχαν την σύνθεση που περιγράφτηκε πιο πάνω. Όταν το κομβόι αυτό έφθανε σε ένα σημείο πεντακοσίων περίπου μέτρων από την γέφυρα, οι διάφορες ομάδες διακλαδιζόταν ανάλογα με το πού έπρεπε να πάει η καθεμιά.
Η έναρξη της επιχείρησης έγινε με την ταυτόχρονη δράση των δύο ομάδων του Μυριδάκη στην βόρεια και νότια πλευρά του ποταμού αλλά με καθυστέρηση δεκαπέντε περίπου λεπτών. Η καθυστέρηση προήλθε, όπως αναφέρει ο υπεύθυνος των ομάδων, λοχαγός Μυριδάκης, από την απροθυμία δύο ομαδαρχών του ΕΛΑΣ να πάνε εκεί που είχε προαποφασιστεί, συμφωνούντος και του Άρη, επειδή θεωρούσαν τους τομείς αυτούς επικίνδυνους. Τελικά ο Μυριδάκης δέχθηκε την αλλαγή αυτή και πήγε αυτός με αντάρτες του ΕΔΕΣ. Αντίθετα, ο Καραλίβανος όχι μόνον δεν προέβαλε αντιρρήσεις αλλά επιτέθηκε πρώτος. Στο χρονικό διάστημα αυτό ένας αντάρτης, ο λοχίας Σκρέπελας, αναλαμβάνει δράση και με το ειδικό ψαλίδι κόβει τα σύρματα σε πολλά σημεία δημιουργώντας διόδους και χωρίς να συναντήσει «..τον ηλεκτρισμό και τις παγίδες με χειροβομβίδες» που είχε πει ο Άρης ότι υπήρχαν. Όταν δόθηκε από τον Μυριδάκη το σύνθημα της επίθεσης, όλα τα τμήματα των ανταρτών τόσο στο νότιο όσο και βόρειο βάθρο της γέφυρας άρχισαν να βάλλουν αλλά και οι Ιταλοί να ανταποδίδουν με την ίδια ένταση, οπότε, όπως λέει ο Μάγιερς: «Πυρά από όπλα και αυτόματα έμοιαζαν να ‘ρχονται από κάθε κατεύθυνση, με τρομακτική πυκνότητα» και «..ξέσπασε πανδαιμόνιο..» (σελ. 76).
(Συνεχίζεται)