Ο Ζέρβας συνέχισε να είναι ανήσυχος γιατί ήταν βέβαιος ότι τελείωναν τα πυρομαχικά. Ο Μάγιερς αποφασίζει να πάει να δει τον Πυρομάγλου. Κατεβαίνει προς τα εκεί, όμως ήταν αδύνατο να τον βρει αλλά και να συνεννοηθεί με τους αντάρτες που δεν ήξεραν ούτε λέξη εγγλέζικα. Πάντως, όταν έφθασε εκεί, τα πυρά των Ιταλών δεν ήταν πια τόσο έντονα, οπότε αυτό ήταν μια ένδειξη ότι και εκεί η αποστολή έφθανε σε αίσιο τέλος.
Αντώνη Ι. Ζαρκανέλα
π. Γενικού Διευθυντή Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης
Ο Ζέρβας συνέχισε να είναι ανήσυχος γιατί ήταν βέβαιος ότι τελείωναν τα πυρομαχικά. Ο Μάγιερς αποφασίζει να πάει να δει τον Πυρομάγλου. Κατεβαίνει προς τα εκεί, όμως ήταν αδύνατο να τον βρει αλλά και να συνεννοηθεί με τους αντάρτες που δεν ήξεραν ούτε λέξη εγγλέζικα. Πάντως, όταν έφθασε εκεί, τα πυρά των Ιταλών δεν ήταν πια τόσο έντονα, οπότε αυτό ήταν μια ένδειξη ότι και εκεί η αποστολή έφθανε σε αίσιο τέλος. Οι εκκαθάριση των δύο βάθρων προβλέπονταν σύμφωνα με το Σχέδιο να πάρει είκοσι λεπτά. Το νότιο βάθρο καταλήφθηκε στον προβλεπόμενο χρόνο ενώ στο βόρειο η μάχη συνεχίζονταν εδώ και μια περίπου ώρα, παρά την βοήθεια. Σε λίγα λεπτά ακούγεται το δυνατό, συνθηματικό σφύριγμα του Τομ Μπάρνς ότι έπρεπε όλοι να καλυφθούν καθώς ήταν έτοιμος για την πυροδότηση.
Η ομάδα του Τομ Μπάρνς με τα φορτωμένα με εκρηκτικά μουλάρια στο σκοτάδι, σε γλιστερό, λασπώδες και επικλινές, έδαφος, έφθασε τελικά στο μονοπάτι που οδηγούσε στο βάθρο της γέφυρας. Σύμφωνα με το Σχέδιο η τοποθέτηση των εκρηκτικών θα άρχιζε όταν δινόταν το σύνθημα με την ρήψη της αντίστοιχης φωτοβολίδας από τον Μυριδάκη ότι έγινε η κατάληψη και των δύο βάθρων και επομένως η εξουδετέρωση της Ιταλικής δύναμης. Τα τρία συνεργεία ανατινάξεων απαρτίζονταν από τέσσερις άνδρες το καθένα με υπεύθυνους τους τρεις βρετανούς αξιωματικούς-μηχανικούς, ειδικούς στις ανατινάξεις: Μπαρνς, Εντμοντς και Γκίλλ. Στις ομάδες αυτές συμμετείχαν τέσσερις αντάρτες του ΕΛΑΣ και τέσσερις του ΕΔΕΣ.
Όταν έφθασαν στην βάση του χαλύβδινου πύργου στήριξης της γέφυρας, διαπίστωσαν ότι οι χαλύβδινοι δοκοί του είχαν διαφορετικό σχήμα από εκείνο που είχαν προετοιμάσει τα εκρηκτικά γεμίσματα. Χρειάστηκε να λυθούν τα καλούπια με τις εκρηκτικές ύλες να συναρμολογηθούν ξανά για να ταιριάξουν με το σχήμα των δοκών. Και αυτό απαιτούσε χρόνο… Στο μεταξύ και ενώ τα συνεργεία των σαμποτέρ εργάζονταν πυρετωδώς, δίπλα τους, πολύ κοντά τους γίνονται δύο δυνατές εκρήξεις που ευτυχώς δεν τους άγγιξαν τα εκρηκτικά. Ο Μυριδάκης (1984) (σελ. 36) αναφέρει ότι μεταξύ 12:30 και 01:00 ακούστηκαν οι εκρήξεις δύο χειροβομβίδων Mills και γι αυτό εκείνος υπέθεσε ότι τις έριξαν οι σαμποτέρ εναντίον κάποιου Ιταλού… Την ίδια στιγμή όμως οι σαμποτέρ απευθύνθηκαν στον Μυριδάκη και διαμαρτυρήθηκαν για τις δυο χειροβομβίδες που είχαν ριχτεί εναντίον τους! Η διαμαρτυρία των σαμποτέρ ήταν εύλογη και σχετίζονταν, προφανώς, με το γεγονός ότι, χειροβομβίδες Mills διέθεταν μόνον οι αντάρτες. Και αντάρτες στο σημείο εκείνο υπήρχαν μόνον του ΕΛΑΣ.
Ισχυρίζεται λοιπόν ο Μυριδάκης ότι οι χειροβομβίδες Mills ρίχθηκαν από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ εναντίον των βρετανών σαμποτέρ και εναντίον των ΕΔΕΣιτών ανταρτών που υπήρχαν κοντά τους! Ο Χάμσον, ο οποίος αναφέρεται στο γεγονός κατηγορώντας τους αντάρτες γενικά, παρακάτω, όπως αναφέρει ο Μαρίνος, διερωτώμενος είπε ότι δεν θα ήταν δυνατόν οι Έλληνες να έκαναν κάτι τέτοιο, γι αυτό και καταλήγει εκτιμώντας ότι ίσως επρόκειτο περί ιταλικού όλμου. Όμως η χρησιμοποίηση όλμων δεν αναφέρεται από κανέναν αλλά και δεν ήταν δυνατή η χρησιμοποίησή τους σε έναν τόσο στενό χώρο και βεβαίως θα ήταν χωρίς λογική η ρίψη μόνον δύο βολών. Και ασφαλώς, είναι σαφής η διαφορά του κρότου που προέρχεται από βολή όλμου από τον κρότο μιας χειροβομβίδας τύπου Mills… (ΜΑΡΙΝΟΣ, 1994).
Σε τρία τέταρτα της ώρας οι σαμποτέρ του Τομ έκαναν όλες τις μετατροπές των εκρηκτικών, τα προσάρμοσαν στα δοκάρια του πύργου στήριξης της γέφυρας και ήταν έτοιμοι για πυροδότηση. Η έναρξη της τοποθέτησης των εκρηκτικών από την πλευρά των σαμποτέρ έγινε, όπως είπαμε παραπάνω, πολύ πριν ο Μυριδάκης πετάξει την φωτοβολίδα και μετά από παρέμβαση του Μάγιερς προσωπικά, όταν διαπίστωσε ότι το νότιο βάθρο είχε εκκαθαριστεί εντός του χρόνου που είχε προβλεφθεί. Μετά το προειδοποιητικό σφύριγμα του Τομ Μπάρνς ακολούθησε πλήρης σιγή, ύστερα δε από την παύση του πυρός τόσον από την πλευρά της Ελληνο-Βρετανικής παράταξης όσον και από την πλευρά των Ιταλών, στο βόρειο βάθρο. Ο Μάγιερς που ήταν παρών αναφέρει: «Δύο λεπτά αργότερα μια τρομακτική έκρηξη σκέπαζε τα πάντα και ένας από τους σιδερένιους δοκούς –ώ χαρά!– τιναζόταν στον αέρα μπροστά στα μάτια μου κι έπεφτε με πάταγο μέσα στη ρεματιά, ενώ ταυτόχρονα όλο το συγκρότημα άρχιζε να γέρνει» (σελ. 78). Όπως αναφέρει ο Μαρίνος (σελ. 122) «η έκρηξη στη γέφυρα ήταν τρομακτική, έφεξε σαν μέρα η περιοχή… ενώ συγχρόνως σείστηκε όλη η κοιλάδα σαν να γινόταν σεισμός».
(Συνεχίζεται)