Γράφει η Δέσποινα Χ. Ποικιλίδου
Ζωγράφος – Λογοτέχνης
Πάει και το Πάσχα αυτό … πέρασε…
Δύο χιλιετηρίδες τώρα, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, γιορτάστηκε το Άγιο Πάσχα, δηλαδή η σταύρωση, η ταφή και η Ανάσταση του Θεανθρώπου.
Αυτού του μονογενή Υιού του Θεού τον οποίο απέστειλε στον κόσμο διότι τόσο πολύ τον αγάπησε, ώστε πας ο πιστεύων εις Αυτόν να μην απολεσθεί, αλλά να έχει ζωήν αιώνιον». Ιωαν. Γ΄16.
Ξαναζήσαμε νοερά αλλά και παραστατικά, με τη βοήθεια του διαδικτύου τα πάθη Του και την ανάστασή Του.
Οι καμπάνες την Μεγάλη Παρασκευή χτυπούσαν πένθιμα ολημερίς, ενώ την Κυριακή χτύπησαν χαρούμενα αναγγέλλοντας την ανάσταση του Κυρίου.
Άναψαν πολλές λαμπάδες στις εκκλησίες και οι πιστοί φεύγοντας πήραν στα χέρια τους το Άγιο Φως και το μετέφεραν ο καθένας στο σπίτι του για ευλογία.
Αυτή είναι η σημερινή εκδοχή και τα σημερινά μας βιώματα.
Όλη όμως αυτή η γιορτή και γενικά η ιστορία του Χριστιανισμού, πέρασε από πολλές διακυμάνσεις και είναι γεμάτη από διωγμούς, θυσίες και μαρτυρικούς θανάτους.
Και όμως άντεξε, διότι έφερε σ τους ανθρώπους ένα καινούργιο μήνυμα, αυτό της αγάπης και της σωτηρίας του ανθρώπου, πληρώνοντας ακριβά πάνω στο σταυρό ο Ιησούς, τα λύτρα της αμαρτίας.
Πόσο παραστατικά το περιγράφει ο προφήτης Ησαΐας πριν από οκτακόσια χρόνια, στο κεφάλαιο νγ΄3, «Καταφρονημένος και απερριμένος υπό των ανθρώπων. Άνθρωπος θλίψεων, και δόκιμος ασθενείας. Και ως άνθρωπος από του οποίου αποστρέφει τις το πρόσωπον , κατεφρονήθη, και ως ουδέν ελογίσθημεν αυτόν … Αλλ’ αυτός ετραυματίσθη δια τας παραβάσεις ημών, εταλαιπωρίθη δια τα ανομίας ημών. Η τιμωρία ήτις έφερε την ειρήνην ημών, ήτο επ’ αυτόν. Και δια των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν». (Αξίζει να διαβάσετε όλο το κεφάλαιο.)
Όλη αυτή η προφητεία επαληθεύτηκε με μαθηματική ακρίβεια το Πάσχα που τελευταία γιορτάσαμε για πολλοστή φορά, ανταλλάσοντας μεταξύ μας ευχές και το φιλί της αγάπης.
Όμως παρ’ όλη αυτή την χαρά που μας δίνει η ανάσταση του Σωτήρα, τριγύρω μας κυκλοφορεί ο άρχοντας του αιώνος τούτου, ο ανθρωποκτόνος εχθρός του, «που είναι σφόδρα οργισμένος και «περιέρχεται ως λέων ωρυόμενος ζητών τίνα να καταπίει». Διότι επ’ ουδενί τρόπω θα επέτρεπε την σωτηρία του ανθρώπου και την επιστροφή του στον κήπο της Εδέμ.
Ζούμε σε έναν πλανήτη πλούσιο που η τροφή αν είχε κατανεμηθεί δίκαια, θα έπρεπε να μην υπήρχαν φτωχοί ούτε πλούσιοι, να μην υπήρχαν πεινασμένοι, να ήταν όλοι χορτάτοι.
Και όμως, είδαμε ζωντανά, μέσω του διαδικτύου τα πεινασμένα εκείνα παιδάκια, τα σκελετωμένα με τα ορθάνοιχτα μάτια, να κοιτούν τριγύρω με απορία, που να βρίσκονται τάχα, σε τι κόσμο βρέθηκαν αναπάντεχα και αθέλητα;
Ισως αν τα ρωτούσαν δεν θα ήθελαν με κανένα τρόπο να ζήσουν σ’ ένα τέτοιο κόσμο άδικο, εχθρικό και καταστροφικό.
Και σίγουρα θα πεθάνει το παιδάκι αυτό, πριν προλάβει να παίξει με τα άλλα παιδάκια μπάλα, σε κάποια αλάνα της γειτονιάς του, δεν θα προλάβει να δει ανατολές και ηλιοβασιλέματα, να κόψει και να μυρίσει τα λουλούδια στον κήπο, να πάει στο σχολείο να μάθει την άλφα βήτα.
Θα πεθάνει γιατί δεν έχει να φάει. Και ξέρεις γιατί; Γιατί εσύ κι εγώ, φάγαμε την δική του μπουκιά.
Μακάρι όταν «τα φάγαμε όλοι μαζί», να έτρωγε κι αυτό το κάτι τι, και να ζούσε.
Αλλά εμείς τα φάγαμε όλα, δεν του αφήσαμε ούτε ψίχουλα.
Μα πιο πολλά φάγανε όλοι εκείνοι που μάζεψαν στα χέρια τους, το παγκόσμιο χρήμα, αυτοί που εμπορεύονται και εκμεταλλεύονται τον επίγειο και υπόγειο πλούτο, τον συσσωρεύουν σε τράπεζες και νομισματικά ταμεία, και τα ξοδεύουν σε όπλα, σε πυρηνικούς εξοπλισμούς και δαμόκλειες σπάθες, απειλώντας με πολέμους και καταστροφές, ο ένας απέναντι στον άλλον.
Το παιδάκι αυτό δεν θα χρειασθεί να ξοδέψουν ούτε μια σφαίρα, γιατί θα πεθάνει μόνο του από την πείνα.
Και δεν ντρέπεστε καθόλου γι αυτό;
Και δεν χάνεται ο ύπνος σας τις νύχτες;
Και δεν νοιώθετε καμία ενοχή;
Και κλέβετε ακόμα και το οξυγόνο που αναπνέετε;
Και αν πεθάνει το παιδάκι αυτό που δεν έχει να φάει, χάρη θα του κάνετε. Θα το απαλλάξετε από την επίγεια αυτή κόλαση. Θα το στείλετε πιο νωρίς στον παράδεισο του Θεού.
Μα αν εσύ σκάσεις από το πολύ φαί;
Αν σου κοπεί η ανάσα;
Αν… Δεν το σκέφτεσαι καθόλου;
Τι θέλει κερδίσει ο άνθρωπος αν όλο τον κόσμο κερδίσει και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού, τι;
Θαύμασα και ζήλεψα την γυναίκα εκείνη στο ιντερνέτ που πότιζε με γάλα το σκελετωμένο εκείνο αρφικανάκι, το αγκάλιασε, τα φρόντισε και σε λίγο έγινε ένα χαριτωμένο παιδάκι, έτοιμο να γευτεί τη ζωή!!!
Και τώρα θέλω να φωνάξω σ’ όλους εσάς τους ισχυρούς της γης, μην αφήνετε να πεθάνει κανένα παιδί από πείνα και σε πόλεμο.
Συνέλθετε. Διότι ο καιρός γαρ εγγύς, και διότι αν γλιτώσει το παιδί… υπάρχει ελπίδα…