Του Γιάννη Κορομήλη
Σε ένταση τις τελευταίες ημέρες ο διάλογος για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Σχετικές προτάσεις έγιναν κατ΄αρχήν από τη Ν.Δ και τον Αντ. Σαμαρά και πριν το 2012 αλλά και επί κυβερνήσεώς του (2012- 2014).
Βέβαια στην αρχή το ζήτημα είχε κατά βάση θεωρητικό και προγραμματικό ενδιαφέρον, αφού δεν είχε παρέλθει η Συνταγματική (άρθρο 110 παρ, 6) προβλεπόμενη πενταετία από την τελευτά ια (υποτυπώδη, έστω) αναθεώρηση του 2008. Από το καλοκαίρι όμως του 2013, οπότε συμπληρώθηκε η πενταετία, πρακτικά μπορούσε ( και μπορεί) να αναθεωρηθεί το ισχύον Σύνταγμα με ερώτηση τουλάχιστον βουλευτών. (Αρθ.110 παρ 2 και αρθρ. 119 παρ. 1 του Κανονισμού της Βουλής).
Η Ν.Δ ως κυβέρνηση έθεσε με το θέμα, παρουσιάζοντας μάλιστα και κάποιες σχετικές προτάσεις, πλην όμως δε προχώρησε η διαδικασία. Ίσως γιατί είχε μπροστά της την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας που στάθηκε και η αιτία της διενέργειας πρόωρων εκλογών (λόγω μη εκλογής ΠτΔ), τις έχασε και βρέθηκε στην αντιπολίτευση. Οπότε το ζήτημα μετατέθηκε στη νέα κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΑΝΕΛ. Κι αυτή μιλούσε και μιλάει για την ανάγκη αναθεώρησης του Συντάγματος αν και φαίνεται δύσκολο να φέρει κάποιο αποτέλεσμα. Εννοείται καλό για τη χώρα και το λαό.
Το νεοσύστατο και μετά από πολύμηνες προσπάθειες και σκαμπανεβάσματα «Κίνημα Αλλαγής» τάχθηκε ήδη υπέρ της αναθεώρησης. Η πρόεδρος του μάλιστα έκανε και συγκεκριμένες προτάσεις τις οποίες προχθές κοινοποίησε σε όλους τους πολιτικούς αρχηγούς (πλην Μιχαλολιάκου της Χ.Α). Το γεγονός ότι μια μέρα νωρίτερα είχε δημοσιευτεί άρθρο του ηγετικού στελέχους του Κινήματος Ευ. Βενιζέλου με το οποίο εξέφραζε την άποψη ότι οι πολιτικές συνθήκες που επικρατούν στη χώρα, με ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης, δεν ευνοούν ευρύτερες συναινέσεις κάτι που ο κ. Βενιζέλος θεωρεί αξεπέραστο εμπόδιο για να προχωρήσει η αναθεώρηση.
Η κα Γεννηματά επιμένει στην άποψη της περί έναρξης της διαδικασίας εκτιμώντας ότι ο κ. Βενιζέλος και οποιοδήποτε άλλο στέλεχος είναι ελεύθερο να έχει τις απόψεις του αλλά το πρόσφατο Συνέδριο το Κινήματος ενέκρινε την σχετική πρωτοβουλία της. Μπορούμε κατά συνέπεια να πούμε ότι η μεγάλη πλειοψηφία της Βουλής θέλει να γίνει η αναθεώρηση. Άσχετα πώς το κάθε κόμμα την φαντάζεται. Ή τι επενδύει σ΄αυτήν.
Αντικειμενικά κρίνοντας κανείς δεν μπορεί παρά να συμφωνήσει ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι αναγκαία και απαραίτητη. Και διότι περιέχει κάποια άρθρα που κακώς κάκιστα θεσμοθετήθηκαν κι ακόμη χειρότερα, εξακολουθούν να ισχύουν προσβάλλοντας κυρίως το πολιτικό σύστημα και τους πολιτικούς γενικά. Ο λόγος για το άρθρο 86 περί (μη) ευθύνης υπουργών. Επίσης και για την εμπλοκή της εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας με την εκλογή βουλευτών. Θα προσθέσουμε εδώ και την θεσμοθετημένη «μονοκρατορία» του πρωθυπουργού και του διακοσμητικού ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας. Ίσως δε και το ζήτημα των ιδιωτικών πανεπιστημίων, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Περί αυτών σε επόμενα φύλλα.
Γεννούνται πάντως – από όσο ως τώρα είδαν τα φως της δημοσιότητας, προερχόμενα από πολιτικούς, συνταγματολόγους κ.α – δυο ερωτήματα: Πρώτον αυτό που έλεγε ο κ. Βενιζέλος . Αν δηλαδή οι κρατούσες συνθήκες επιτρέπουν την χρονοβόρα και άρρηκτα συνδεδεμένη με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση διαδικασία αναθεώρησης.
Συναφές προς αυτό και το δεύτερο: Ο κ. Κατρούγκαλος σε χθεσινό άρθρο του (στα Νέα) με τίτλο «Η προοδευτική αναθεώρηση που έχει ανάγκη η χώρα» προσθέτει κι έναν προσδιορισμό στην αναθεώρηση. Την χαρακτηρίζει «προοδευτική». Εξηγεί βέβαια τι κατά τη γνώμη του είναι «προοδευτικό» και τι «όχι». Όμως η συγκεκριμένη λέξη, πέραν του ότι κουβαλάει πολλές ερμηνείες και σημαινόμενα, χρήζει κατά συνέπεια συγκεκριμένου ορισμού της, κακοποιήθηκε αρκούντως από την Αριστερά γενικώς.
Ο κ. Κατρούγκαλος επιπλέον, μετά την ανέχεια και την εξαθλίωση που προκάλεσε ο γνωστός ως «νόμος Κατρούγκαλου», δεν πείθει για τις φιλολαϊκές προθέσεις του.
Συνεχίζεται