Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Η Εύα Γκόρτον το 1935 ήταν νοσοκόμα στα επείγοντα σε ένα νοσοκομείο στο Λονδίνο που εφημέρευε, όταν μια μέρα, παραμονή Χριστουγέννων, έφεραν έναν Γερμανό φοιτητή, που σπούδαζε στο γειτονικό πανεπιστήμιο, σε κρίσιμη κατάσταση με βαριά πνευμονία. Το ιατρικό συμβούλιο έκανε ότι μπορούσε, αλλά δεν του έδινε ζωή περισσότερο από μερικές ώρες. Εκείνες τις τελευταίες ώρες της ζωής του ο Γερμανός φοιτητής παρακάλεσε θερμά τη νοσοκόμα Εύα Γκόρτον,
“Ξέρω ότι αν κοιμηθώ, δεν θα ξαναξυπνήσω. Γι’ αυτό σε παρακαλώ, τη νύχτα μη μ’ αφήσεις να με πάρει ο ύπνος και πεθάνω μέχρι αύριο τα Χριστούγεννα”.
Έτσι και έγινε. Η Εύα όλη νύχτα του διάβαζε τις ιστορίες για τη γέννηση του Χριστού, τους βοσκούς, το άστρο της Βηθλεέμ, τους μάγους με τα δώρα, και πότε – πότε του τραγουδούσε την Άγια Νύχτα, τον Μικρό τυμπανιστή και άλλα χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Κι όταν έβλεπε ότι από την εξάντληση τον έπαιρνε ο ύπνος, ίσως για τελευταία φορά, τον σκουντούσε ελαφρά να συνέλθει και να μείνει ξύπνιος.
Ξημέρωσε έτσι η μέρα των Χριστουγέννων. Και τότε έγινε πραγματικά ένα θαύμα. Ο Γερμανός φοιτητής άρχισε να συνέρχεται και γιόρτασε τα Χριστούγεννα μαζί με τους άλλους ασθενείς και τους γιατρούς, που δεν πίστευαν στα μάτια τους για την ξαφνική προοδευτική βελτίωση της κατάστασης του. Σε μια βδομάδα μάλιστα του έδωσαν εξιτήριο.
Από τότε πέρασαν μερικά χρόνια. Η Αγγλία όπως όλη η Ευρώπη μπήκε στον πόλεμο με τη Γερμανία και η Εύα Γκόρτον επιστρατεύτηκε και στάλθηκε στην κατεχόμενη από Γερμανούς ναζί Νορβηγία να προσφέρει ιατρικές υπηρεσίες, επειδή ήξερε νορβηγικά και ήταν και σκιέρ. Για κακή της τύχη μια μέρα οι Γερμανοί την συνέλαβαν μαζί με άλλους Νορβηγούς, κατηγορήθηκε για κατασκοπεία και την οδήγησαν για εκτέλεση.
Εκείνη τη μέρα η Εύα προσευχήθηκε ο θάνατος της να είναι σύντομος και να μη την βασανίσουν. Όταν ήλθε η ώρα για την εκτέλεση την έσπρωξαν σε ένα σκοτεινό ανακριτικό δωμάτιο. Εκεί την περίμενε ένας Γερμανός αξιωματικός, ο οποίος, όταν έμειναν μόνοι, έβγαλε το πιστόλι και τη σημάδεψε στο κεφάλι. Την κοίταξε καλά στα μάτια για πολλή ώρα. Κατόπιν, χαμήλωσε το πιστόλι, έβγαλε το στρατιωτικό του πηλίκιο και της αποκαλύφτηκε. Ήταν ο παλιός φοιτητής που είχε νοσηλευτεί στο Λονδίνο. Και με έντονη συγκίνηση, αυτός ο σκληρός ναζί, με το πιστόλι στο χέρι της έδειξε μια μυστική πόρτα πίσω του και της είπε,
-
Σήκω και φύγε να σωθείς. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα πιο όμορφα Χριστούγεννα που μου χάρισες στο Λονδίνο εκεί στα επείγοντα στο νοσοκομείο…