Του Αδάμου Ευαγγέλου*
Ο ανεμοστρόβιλος που παρέσυρε το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, δεν οδήγησε μόνο στην οικονομική ύφεση και σε νέα τάξη πραγμάτων στις αγορές, αλλά επέφερε και τη νέα φτώχεια στους δοκιμαζόμενους πληθυσμούς, με αποτέλεσμα να ενισχυθεί η δυσαρέσκεια σ’ αυτό που μέχρι χθες θεωρούνταν ως ιδανικότερη πρακτική της ελεύθερης αγοράς, πέρα από κάθε κρατικό παρεμβατισμό και έλεγχο.
Όλα αυτά τα χρόνια κανείς από τους υπεύθυνους κυβερνώντες, τις πολιτικές και οικονομικές διάνοιες, δεν αναφέρονταν σε κινδύνους, κανείς δεν διανοούνταν να αμφισβητήσει την αξιοπιστία και την ασφάλεια που πρόσφεραν οι πιστωτικοί κολοσσοί που συνέθεταν δομημένα ομόλογα.
Όλες οι αναφορές εστιάζονταν στην αγορά. Μια αγορά η οποία το μόνο που <<πρόσφερε>> ήταν οι ευκαιρίες και η επιβράβευση στους τολμηρούς. Στη συνέχεια είχαμε την απελευθέρωση των οικονομικών συναλλαγών και της κίνησης των κεφαλαίων, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μία μεγάλη παγκόσμια και ανοιχτή χρηματοπιστωτική αγορά. Μέσα σ’ αυτή την αγορά κυνηγήθηκε το γρήγορο και εύκολο κέρδος, με κυρίαρχους του παιχνιδιού τους χρηματοπιστωτικούς κύκλους, οι οποίοι κυκλοφόρησαν σ αυτή την αγορά νέα <<προϊόντα>>.
Η αντίληψη ότι οι αγορές αυτοδιορθώνονται, κατανέμουν αποτελεσματικά τους πόρους και υπηρετούν άριστα το δημόσιο συμφέρον, είχε γίνει το βασικό μήνυμα -επιχείρημα- τα τελευταία χρόνια. Μα έλεγαν ότι <<δεν έχουμε άλλη επιλογή>>, ότι <<δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο>>, από το να συμμορφωθούμε στις επιταγές της παγκοσμιοποιημένης αγοράς. Μιας αγοράς με δύναμη κυρίαρχη, με απλωμένα τα πλοκάμια σ’ όλο τον κόσμο, ένα <<φυσικό>> φαινόμενο υπεράνω των δημοκρατικών ελέγχων, πέρα του πολιτικού πεδίου.
Και είχε παγιωθεί αυτή η αντίληψη τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με τη βοήθεια των τεχνοκρατών, των ακαδημαϊκών, των πολιτικών, οι οποίοι κήρυτταν σε όλους τους τόνους την αυτορρύθμιση της ελεύθερης αγοράς, η οποία λύνει τα προβλήματά της, επιφέρει κέρδη, δίνει λύσεις. Έτσι ήταν φυσικό χωρίς πολλή σκέψη οι μάζες να πεισθούν ή να βυθιστούν ακόμα περισσότερο στην αδιαφορία και στη χειραγώγηση, με αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μια τεράστια μάζα από νεόπτωχους και κρυπτόπτωχους, οι οποίοι επέλεξαν προϊόντα υψηλού μεν ρίσκου, αλλά ταχύτατης και μεγάλης απόδοσης, δίχως να πολυσκοτίζονται για τους υψηλούς κινδύνους, που τα προσδοκώμενα κέρδη ελλόχευαν.
Στις περισσότερες χώρες του κόσμου, όσο διαφορετικά και αν ήταν τα οικονομικά μεγέθη και ο βαθμός ανάπτυξης, η συνταγή της οικονομικής πολιτικής ήταν παντού η ίδια: μείωση της φορολόγησης του κεφαλαίου, ιδιωτικοποιήσεις, ευελιξία της εργασίας. Το αποτέλεσμα των απαιτήσεων για προσαρμογή στις επιταγές της παγκόσμιας αγοράς, ήταν να δοθεί προτεραιότητα στα οικονομικά στοιχεία, σε σχέση με τα πολιτικά, στις οικονομικές ελευθερίες, σε σχέση με τις πολιτικές ελευθερίες, ώστε να είναι ανίσχυρη η πολιτική μπροστά σε φαινόμενα όπως η αύξηση της φτώχειας, η διάδοση τις επισφαλούς εργασίας και αυτό όχι μόνο στις αναπτυσσόμενες χώρες, αλλά και σε χώρες με μεγάλη οικονομική ευρωστία.
Έτσι η αγορά λειτούργησε, δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στο σύστημα των συναλλαγών σε σχέση με τις θεμελιώδεις ανάγκες των ανθρώπων, με αποτέλεσμα η κατάσταση να ξεφύγει από έναν έστω υποτυπώδη έλεγχο. Το όλο σύστημα είχε καπελώσει τους πάντες, αφού λειτούργησε αλαζονικά και αυταρχικά απέναντι στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία, με κύρια πίστη στην ισχύ των δυνάμεων του κεφαλαίου.
Και το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι: οι κυβερνήσεις των κρατών, οι πολιτικοί τι έκαναν για να αποτρέψουν όλο ταυτό το άπληστο σύστημα της αγοράς; Δεν έκαναν απολύτως τίποτε, γιατί η πολιτική διατηρούσε υπερβολικά στενούς δεσμούς, μάλλον δεσμούς υποταγής, με τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα, η οποία ή δεν ήθελε, ή δεν μπόρεσε να επιβάλει εκείνους τους κανόνες, οι οποίοι θα λειτουργούσαν αποτρεπτικά, σε μεθόδους και πρακτικές καζίνου.
Κανόνες, που θα είχαν επιτρέψει να υπάρχουν ένας ανταγωνιστικός και ανανεωτικός χρηματοπιστωτικός τομέας, στο βαθμό που είναι αναγκαίος για την ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας και ταυτόχρονα συνθήκες σταθερότητας και εμπιστοσύνης. Μόνο έτσι θα είχαν αποτραπεί η σημερινή καταστροφή της άπληστης αγοράς και οι πολιτικές εκείνες που επί δεκαετίες αποθέωναν τις αλόγιστες ιδιωτικοποιήσεις και τον υπερδανεισμό.
*Ο Αδάμος Ευαγγέλου είναι πρώην καθηγητής εφαρμογών στο ΑΤΕΙ.Θ και μέλος του Ειδικού Διδακτικού Προσωπικού του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Α.Π.Θ.