Του Γιάννη Κορομήλη
«Μήπως ο Μίκης Θεοδωράκης ανήκει στους σοφούς;» Το ερώτημα αυτό διατυπώθηκε στην ακροτελεύτια σειρά της στήλης στο χθεσινό φύλλο. Το ερώτημα αυτό είναι σοβαρό— αναφέρεται στο μέλλον της χώρας μας και του λαού μας- συνεπώς οφείλουμε να το εξετάσουμε ενδελεχώς, επιχειρώντας να εξάγουμε κάποια αξιόπιστα συμπεράσματα για το μέλλον και τη στάση μας. Είναι προφανές ότι ένα από τα δυο αληθεύει, το Ναι και το Όχι.
Το πρώτο σημαίνει ότι δεχόμαστε ότι ο Μίκης είναι σοφός και το δεύτερο, το «όχι» ότι δεν είναι. Αν ισχύει το «όχι» τότε τα όσα περί «Μαδουρισμού» και ΣΥΡΙΖΑ είπε αποτελούν μια άποψη ενός καλλιεργημένου σαφώς και διακεκριμένου ανθρώπου, στο χώρο της Μουσικής αλλά και της πολιτικής. Σεβαστή η γνώμη του που πάντως μπορεί να είναι σωστή αλλά μπορεί και λαθεμένη. Οφείλουμε πάντως, όπως και να΄χει να την διερευνήσουμε, να την έχουμε κατά νου όταν εξετάζουμε ή προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε σωστά τις πολιτικές εξελίξεις, δεδομένου ότι ο κ. Τσίπρας είναι πρωθυπουργός και ο ΣΥΡΙΖΑ ο κορμός της κυβέρνησης του. Κατά συνέπεια οι όποιες πράξεις, αποφάσεις ή και παραλείψεις του έχουν μεγάλη σημασία για την πορεία της καταχρεωμένης χώρας μας και του εξαθλιωμένου τμήματος (του μεγαλύτερου) του λαού μας.
Το πρώτο όμως, το να είναι δηλαδή ένας από τους σοφούς της σύγχρονης Ελλάδας ο Μίκης Θεοδωράκης έχει μεγαλύτερη και ασφαλώς βαρύνουσα σημασία. Γιατί ως σοφός ακούει «τη μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων». Και δηλώνει βέβαιος ότι «ο απώτερος στόχος του Αλέξη Τσίπρα και της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι η εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού Μαδουρικού τύπου « στην Ελλάδα του κοντινού μέλλοντος. Στην οποία δεν θα υπάρξουν πλέον αξιωματικές αντιπολιτεύσεις και άλλες δημοκρατικές αστειότητες» (έτσι ακριβώς γράφει ο Μίκης στο χειρόγραφο κείμενο του). Διότι, όπως επίσης γράφει στο ίδιο κείμενο του ο κ. Θεοδωράκης: « να απαλλαγούνε για πάντα από τους “εχθρούς του λαού” και να χτίσουν την καινούργια εξουσία με εκείνα τα «νόμιμα μέσα» που θα την μεταβάλουν σε διαρκή και αμετάβλητη».
Αν δηλ. είναι αλήθεια όλα αυτά τότε προφανώς μιλούν για ουσιαστική κατάργηση- άγνωστο σε μας με ποια «νόμιμη ή νομότυπη» διαδικασία – της Δημοκρατίας και των αδιάβλητων εκλογών. Σε τελική ανάλυση την ντε φάκτο αναστολή του Συντάγματος εν μέρει ή εν όλω. Αλλά, όπως το ίδιο το Σύνταγμα αναφέρει στην ακροτελεύτια διάταξη του (άρθρο 120) στο οποίο, πλην των όσων σοβαρών αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, στην παράγραφο 4 λέει: «Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον όπου επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία».
Ο Μ. Θεοδωράκης ακούγοντας πιθανώς «την μυστική βοή» των γεγονότων που έρχονται την προσέχει με ευλάβεια, «Ενώ εις την οδον έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί», ενώ δηλ. εμείς ο λαός δεν ακούμε απολύτως τίποτα», μας προειδοποιεί. Συγχρόνως δε μας συμβουλεύει διερωτώμενος: « Ποιος άραγε ή ποιοι θα έχουν την τιμή να οργανώσουν το νέο Πατριωτικό Μέτωπο;»
Προσωπικά, παίρνοντας υπόψη τις κρατούσες γενικότερα συνθήκες, πιστεύω ότι το κύριο βάρος πέφτει στους ώμους των πολιτικών αρχηγών του «δημοκρατικού τόξου» της αντιπολίτευσης. Αυτοί οφείλουν να μελετήσουν σοβαρά το όλο θέμα και, αφήνοντας κατά μέρος τις όποιες διαφωνίες τους να συγκροτήσουν ένα «Δημοκρατικό Πατριωτικό Μέτωπο» ή μια «Δημοκρατική Πατριωτική Συνεργασία» (ΔΗΠΑΣΥ) ή όποια άλλη ονομασία επιλέξουν, να συμφωνήσουν σε ένα κοινό … πρόγραμμα διακυβέρνησης της χώρας και να κατέλθουν στις εκλογές. Οι οποίες θα μπορούσαν να προκληθούν είτε «εξαναγκάζοντας» (με δημοκρατικά και νόμιμα μέσα) σε παραίτηση την κυβέρνηση ή τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τα συνεργαζόμενα κόμματα θα κέρδιζαν τις εκλογές, θα επανέφεραν τη χώρα στην κανονικότητα και μετά θα αποφάσιζαν για την παραπέρα πορεία τους.
Σε κάθε περίπτωση προέχει η συνεργασία των δημοκρατικών κομμάτων, ανεξάρτητα ακόμα κι από το πώς το καθένα αντιμετωπίζει ή ερμηνεύει την κατάσταση στη χώρα μας. «Ισχύς εν τη ενώσει». Και για να βγούμε από την κρίση χρειάζεται μεγάλη πολύ μεγάλη δύναμη και ομοψυχία.