Του Γιάννη Κορομήλη
Β΄. Η Βουλή των Ελλήνων αποτελεί θεσμικά τον χώρο όπου οι αντιπρόσωποι του λαού σκέφτονται, συσκέφτονται, συζητούν και διαλέγονται δηλ. συζητούν λογικά, τα κοινά. Δυστυχώς αυτό που δεν γίνεται συνήθως στην Ελληνική Βουλή είναι η ευγενής άμιλλα των βουλευτών των διαφόρων κομμάτων στο ποιος τελικά θα μιλήσει λογικότερα, σωστότερα, πιο εποικοδομητικά ή στο ποιος θα κάνει τις καταλληλότερες κατά περίπτωση προτάσεις με γνώμονα το γενικό καλό τη Πατρίδας και του λαού. Κάτι τέτοιο συμβαίνει σπάνια και από λίγους, πραγματικά κοινοβουλευτικούς άνδρες ή και γυναίκες.
Εκείνο που συνέβη χθες στη Βουλή και συμβαίνει σχεδόν πάντα είναι το αντίθετο: ο ευτελισμός ενός από τους σημαντικότερους θεσμούς της Δημοκρατίας. Εκεί οι βουλευτές, ιδιαίτερα των ακραίων κομμάτων, καλυπτόμενοι πίσω από την ιδιότητα τους και τα προνόμια που αυτή συνεπάγεται , δεν αφήνουν στην άκρη τα πάθη, τις αρνητικές πλευρές του εαυτού τους (που ως άνθρωποι έχουν), αλλά αντίθετα βρίσκουν την ευκαιρία να εκφράσουν ότι χειρότερο κουβαλούν μες την ψυχή τους. Όχι όλοι βέβαια. Αλλά οι περισσότεροι.
Ανοίγει ο ταλαίπωρος και χιλιοβασανισμένος Έλληνας την τηλεόραση να δει και ν΄ακούσει κάτι που θα τον χαροποιήσει τις μαύρες μέρες που περνά. Αντ΄αυτού στεναχωριέται περισσότερο, βλέποντας κι ακούγοντας όσα λέγονται και γίνονται από τους ανθρώπους που αυτός με τη ψήφο τους επέλεξε να τον εκπροσωπήσουν και να αποφασίσουν στο όνομα του για τη μοίρα του ίδιου και της Πατρίδας. Κι εκείνοι αντί να αναλογισθούν τις ευθύνες τους απέναντι σ΄αυτόν ( τον ευκολόπιστο στα ψέματά τους) λαό τον προδίδουν. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο εθνικός μας ποιητής: «Δυστυχισμένε μου λαέ/ πιστέ κι αγαπημένε/λαέ μου ευκολόπιστε και πάντα προδομένε». Έτσι έγραψε κι είχε δίκιο. Γιατί την αλήθεια είπε. Πικρή κι επώδυνη αλήθεια. Όμως αλήθεια. Κι είναι κρίμα…
Κρίμα γιατί τις μωροφιλοδοξίες, τις ιδεοληψίες, τα όποια εγωκεντρικά σχέδια τους δεν τα πληρώνουν οι ίδιοι. Όχι. Τα πληρώνουμε εμείς, ο λαός. Κάποιος μάς το είπε κυνικά: «Ας προσέχατε». Ας προσέχαμε δηλαδή όταν ψηφίζαμε. Έχει ένα δίκιο. Όμως μικρό. Έστω και μικρό όμως μας καθιστά κι εμάς υπεύθυνους. «Εις μικρόν», έστω υπεύθυνους. Εις μικρόν διότι για να ψηφίσει ένας λαός σωστά αξιοκρατικά κ.λ.π. χρειάζεται πρώτα – πρώτα σωστή παιδεία. Και για την παιδεία του λαού δεν αποφάσισε ο ίδιος, αλλά οι κυβερνήσεις. Και τι κάνουν οι εκάστοτε κυβερνώντες; Επιδείξεις και πειράματα. Κάθε υπουργός και τα δικά του. Είχαμε έναν νόμο για την Παιδεία, ( αυτόν της Άννας Διαμαντοπούλου) που ψηφίστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής, από περισσότερους βουλευτές από τα πέντε έκτα των τριακοσίων.
Και με το που ήλθε η σημερινή εθνολαϊκίστικη, αριστεροδεξιά κυβέρνηση άρχισε, με υπουργό πρώτα τον σ.Φίλη και αργότερα (και τώρα) το σ. Γαβρόγλου, το ξήλωμα του νόμου που αν και τον έκανε αγνώριστο το ξήλωμα συνεχίζεται. Μέχρι να φύγουν μάλλον θα συνεχίζουν ακόμα. Οι πολιτικοί μας θέλουν άραγε έναν λαό όσο γίνεται πιο μορφωμένο, περισσότερο «άξιο για τη δημοκρατία»; Όχι. Ίσως δεν θέλουν. Μπορεί κα να μην ξέρουν Αλλά αν ήθελαν θα «επιστράτευαν» αυτούς που ξέρουν πραγματικά. Η παιδεία, όπως και τα εθνικά θέματα γενικά, προϋποθέτουν συνεννόηση και συνεργασία των πολιτικών κομμάτων. Όμως κάποιοι δεν θέλουν (δεν τους βολεύει) η συνεργασία. Ποιοι; Το έδειξαν και στη χθεσινή δραματική συνεδρίαση της Βουλής. Τραγική θα τη χαρακτήριζε κανείς. Απαράδεκτη. Γιατί τη δική τους κοντομυαλοσύνη, τον δικό τους αμοραλισμό, αυτών δηλαδή που έχουν την κύρια ευθύνη για την προσβλητική για τους ίδιους, την ιστορία μας και το λαό μας συνεδρίαση, εμείς ο λαουτζίκος την πληρώνουμε. Όπως λέει και η σοφή παροιμία μας: «Στο βάλτο μαλώνουν τα βουβάλια και την πληρώνουν τα βατράχια».
Συνεχίζεται