Άρθρο του Γιάννη Κορομήλη
Το κάθε εκλογικό σύστημα φέρνει και τα δικά του αποτελέσματα στην κατανομή των 300 εδρών της Ελληνικής Βουλής καθώς και τον αριθμό των κομμάτων που εκπροσωπούνται σ’ αυτήν.
Ένα «φράγμα» εισόδου είναι το όριο του 3%. Αυτό αποτελεί ένα πρώτο εμπόδιο που πολλά κόμματα μη μπορώντας να το υπερβούν μένουν εκτός κοινοβουλίου. Ερώτημα: Είναι σωστό ή λάθος αυτό το όριο;
Εξαρτάται από το λόγο για τον οποίο καθιερώθηκε. Μπορεί για λόγους εθνικούς. Δηλαδή για την θωράκιση της εθνικής κυριαρχίας και προστασίας. Ή ίσως για την αποθάρρυνση του κάθε φιλόδοξου ή καιροσκόπου να μαζέψει την παρέα του και συγκεντρώνοντας π.χ. 1% των εγκύρων ψηφοδελτίων να γίνει βουλευτής, ακόμα και υπουργός,ως δεκανίκι μιας κυβέρνησης συνεργασίας. Σε ακραίες περιπτώσεις να ΜΗ γίνει η Βουλή «καφενείο». Ή χώρος συγκέντρωσης περιθωριακών ή και γραφικών. Κάτι που η απλή και «άδολη» αναλογική ούτως ή άλλως ευνοεί.
Ορθώς η χώρα μας καθιέρωσε το 3%. Πέρα όμως από αυτό το εκλογικό σύστημα επηρεάζει σοβαρά το πόσα τελικά κόμματα θα «μπουν» στη Βουλή. Με την απλή αναλογική μπαίνουν πολλά έως πάρα πολλά. Με την ενισχυμένη λιγότερα. Με το πλειοψηφικό ακόμη λιγότερα. Η κάθε χώρα λοιπόν, ανάλογα με τις γενικότερες συνθήκες και τα καλώς εννοούμενα συμφέροντά της οφείλει να απαντήσει στο ερώτημα: Τι ευνοεί περισσότερο τη δημοκρατία και το συμφέρον της χώρας και του λαού; Πολλά ή λίγα κόμματα.
Με απλά λόγια με τις δεδομένες – γενικά αλλά και ειδικά σε κάθε περίοδο – συνθήκες θα βοηθούσε το καλό του λαού και της πατρίδας μονοκομματική κυβέρνηση ή κυβέρνηση συνεργασίας; Γιατί το πλειοψηφικό σύστημα δίνει λίγα κόμματα στη Βουλή, συνήθως δύο μεγαλύτερα (δικομματισμός) και λίγα ακόμα μικρά.
Η απλή αναλογική πολλά κόμματα και κυβερνήσεις συνεργασίας δύο ή τριών ή και περισσότερων κομμάτων. Η ενισχυμένη κινούμενη κάπου ενδιάμεσα μπορεί να πλησιάζει περισσότερο στο πλειοψηφικό ή στην απλή αναλογική.
Υπό αυτό το πρίσμα στη χώρα μας (ίσως και σε πολλές άλλες, αλλά «καθένας κλαίει το Γιάννη του») οι κυβερνήσεις συνεργασίας δεν προσφέρονται. Και τούτο διότι κατ’ αρχήν ως λαός, και από πάντοτε, δεν διαθέτουμε πνεύμα ή κουλτούρα συνεργασίας. Ενεργούμε καλύτερα κι αποδοτικότερα ατομικά παρά συλλογικά.
Κι εποχή μας, μια εποχή εξόχως ατομοκεντρική και μηδενιστική, δυναμώνει ακόμα τον υπερβάλλοντα εγωισμό μας. Δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε εύκολα μεταξύ μας. Ακόμα και σε άσχημες και επικίνδυνες περιόδους πολύ δύσκολα οι αρχηγοί των κομμάτων δεν μπορούν να συνεργαστούν. Με δυσάρεστες συνέπειες για όλους και για τον τόπο.
Σε μνημόνια μπήκαν, μετά από μας κι άλλες χώρες: Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος. Και οι τρεις βγήκαν ήδη από αυτά. Εμείς καίτοι «πρώτοι διδάξαντες» όχι μόνο δεν βγήκαμε στις αγορές αλλά βουλιάξαμε ακόμα περισσότερο. Γιατί; Η βασικότερη ίσως αιτία είναι το γεγονός ότι οι πολιτικοί μας αρχηγοί δεν μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους.
Δεν μπορούν όλοι μαζί να καθίσουν σ’ ένα τραπέζι και να καταλήξουν σε μια κοινή απόφαση για το καλό της χώρας που να την αποδεχθούν όλοι και να τη στηρίξουν. Οι άλλες χώρες – όλες – αυτό ακριβώς έκαναν και γλίτωσαν από τον εφιάλτη. Εμείς δεν το κάναμε και θα βασανιζόμαστε για αρκετές δεκαετίες ακόμη. Τέτοιοι είμαστε. Δείτε επίσης τι γίνεται στο χώρο της κεντροαριστεράς. Εκεί κινούνται αρκετά κόμματα. Κάποια από αυτά κινδυνεύουν να μην φτάσουν ούτε στο 3%. Ιδεολογικές διαφορές σοβαρές δεν υπάρχουν. Αιτία; Ποιοι θα χάσουν τις καρέκλες τους. Κρίμα.
Συμπέρασμα: Η απλή και άδολη αναλογική σημαίνει περισσότερα κόμματα στη Βουλή. Κι αυτό με τη σειρά του κυβερνήσεις συνεργασίας. Για τις οποίες δεν διαθέτουμε ως χώρα την απαιτούμενη κουλτούρα. Συνεπώς η απλή αναλογική δεν είναι το καλύτερο σύστημα για την Ελλάδα.
Συνεχίζεται