Γράφει η Δέσποινα Χ.Ποικιλίδου
Ζωγράφος-Λογοτέχνης
Προ καιρού,τα παιδιά μου,μου δώρισαν ένα…τάμπλετ και με λίγη καλή θέληση,μου έμαθαν πως να το χρησιμοποιώ.
Όταν είπα στη γειτόνισσά μου, την Σημέλα ότι εγώ έμαθα να …σερφάρω στο ίντερνετ,εκείνη έξαλλη και απορημένη μου είπε απότομα:«ατό πα ντό έν;». Που να σου εξηγώ τώρα,καλή μου ,Σημέλα,και να σου πω δε θα καταλάβεις… Πριν λίγο καιρό ούτ’ εγώ δεν ήξερα τι πάει να πει «σερφάρω». Σύντομα όμως έμαθα,και τώρα έχω κάποια άνεση στη χρήση του. Σερφάρωντας λοιπόν τις προάλλες,αντίκρισα την φωτογραφία ενός ταλαιπωρημένου παιδιού από την Συρία,τριών ετών,που μ’ ένα παραπονεμένο βλέμμα,που αφήνει πρόωρα αυτόν τον μάταιο κόσμο,προτού να προλάβει να τον γνωρίσει και να χαρεί κάποιες μικρές χαρές του,και πριν ξεψυχήσει είπε κλαίγοντας:«θα τα πω όλα στο Θεό».
Συγκλονίστηκα. Ένοιωσα ένα δυνατό πόνο στην καρδιά και μια δίστομη μάχαιρα να επιτίθεται στο πνεύμα μου.
Ώστε έτσι ε; ψυχούλα μου. Θα τα πεις όλα στο Θεό;Και καλά θα κάνεις. Να τα πεις,να τα καταγγείλεις. Να καταγγείλεις όλους αυτούς που σας έκλεψαν την μπουκιά και τα όνειρα σας,σκότωσαν την ειρήνη και την ελευθερία σας,τους γονείς και τα αδέρφια σας. Σας στέρησαν τους φίλους σας,τα παιχνίδια και την μόρφωση σας. Σας εξόντωσαν και σας έδιωξαν από τις εστίες σας,να πεθάνετε από την πείνα και τις κακουχίες.
Γιατί;Τι τους κάνατε;.Απολύτως τίποτα. Απλώς ήσασταν εμπόδιο στα συμφέροντα τους,στην ισχύ και στη δύναμη της εξουσίας τους. Αυτοί οι παγκόσμιοι δυνάστες.
Να τους καταγγείλεις όλους. Ονομαστικά.
Ξέρεις εσύ.
Μόλις χτυπήσεις την πόρτα του παραδείσου θα σου ανοίξει ο Άγιος Πέτρος και θα σου πει έκπληκτος:Τι θέλεις εσύ εδώ ,ένα τόσο μικρό παιδάκι; Εσύ τώρα θα έπρεπε να έτρωγες το φαγάκι σου,για να μεγαλώσεις και να έπαιζες με τους φίλους σου στην αλάνα της γειτονιάς σου.
Κι εσύ τότε να του πεις:ναι, Άγιε μου,αλλά εγώ δεν έχω να φάω και όλοι οι φίλοι μου φύγανε γιατί βομβάρδισαν τα σπίτια της γειτονιάς μου. Γιαυτό και εγώ πέθανα και ήρθα εδώ να τα πω όλα στο Θεό….κι έχω να του πω πολλά. Τότε εκείνος θα σε πάρει από το χεράκι,και θα σε οδηγήσει στο Θεό να του τα πεις όλα. Κι εσύ αφού τον προσκυνήσεις ταπεινά,θα του πεις με δάκρυα στα μάτια: Θεέ μου,οι άνθρωποι εκεί κάτω στη γη είναι πολύ κακοί. Σκοτώνουν τα παιδάκια,βομβαρδίζουν τα σπίτια μας,και με ένα μεγάλο μαχαίρι,μας κόβουν το λαιμό. Είναι κακοί σου λέω,πολύ κακοί. Εσύ είσαι δυνατός,και μόνο Εσύ μπορείς να τους νικήσεις και αν τους τιμωρήσεις.
Εγώ, Θεέ μου,ήμουν ένα καλό παιδάκι. Η μαμά μου,μου είπε πως είσαι πολύ καλός κι εσύ. Μου είπε ότι έκανες τον Ήλιο που μας φωτίζει,και το φεγγάρι,τα λουλούδια,τα δέντρα,την θάλασσα και την ξηρά,και όλα τα ζώα και τα πουλιά. Στην αυλή μας είχαμε πολύ όμορφα λουλούδια,και στον κήπο μας είχαμε πολλά δέντρα,με νόστιμα φρούτα. Είχαμε κοτούλες και αρνάκια,και όλα τα μικρά παιδάκια παίζαμε ξένοιαστα στη γειτονιά.
Κι έπειτα ήρθαν αυτοί οι κακοί άνθρωποι,με πυροβόλα και κανόνια, με τανκς και αεροπλάνα,και σκότωσαν τους φίλους μου,τους γονείς και τ’ αδέρφια μου. Κι εγώ πεινούσα και δεν είχα να φάω,γι’ αυτό πέθανα.
Έλα,Θεέ μου,κι ας πάμε μαζί εκεί κάτω στη γη να σταματήσεις τους πολέμους,να τιμωρήσεις τους κακούς και να φωτίσεις τους καλούς,να φέρουν πίσω την ειρήνη και την αγάπη. Να είναι όλοι οι άνθρωποι μονοιασμένοι,να χαίρονται και να ζουν ειρηνικά.
Να σκουπίσεις τα δάκρυα από τα μάτια των παιδιών,και ο θάνατος να μην υπάρχει πλέον. Έλα ,Κύριε μου και Θεέ μου,κι ας πάμε εκεί κάτω μαζί.
Εκεί να φέρεις την βασιλεία και την δικαιοσύνη σου,να φέρεις ξανά τη χαρά στην καρδιά μας,να ξαναβρώ τους φίλους μου κι όλοι οι άνθρωποι να είναι καλοί,και να μην ξαναπεθάνω…
Δεν ξέρω να βάλω την υπογραφή μου,γατί δεν πρόλαβα να πάω στο σχολείο,να μάθω γράμματα,αλλά,αλήθεια σου λέω,είμαι εκείνο το παιδάκι της φωτογραφίας,που η κυρία Δέσποινα είδε στο…. τάμπλετ της,και ήρθα να σου τα πω όλα.
Έλα τώρα και ας πάμε μαζί εκεί κάτω. Η μαμά μου,μου έλεγε πως κάποιοι καλοί άνθρωποι εκεί,καιρό τώρα σε περιμένουν…..