Σφήνες του Αφεντούλη
– Δεν ξέρω τι εκτιμάς, από τηλεοράσεως, «Μήτσο» μ’, αλλά εγώ εικάζω πως εκεί που μας χρωστούσαν θα μας πάρουν και το βόδι, όταν:
Νέοι επιχειρηματίες καλούνται να αναλάβουν παλιές αμαρτίες.
– Θα σε παρακαλέσω να αφήσεις ήσυχο το βόδι. Ενοχλούμαι!…
– Πότε «καλλιέργησες!» πεποιθήσεις χορτοφάγου, «vegetarian» που λέμε και στα χωριά αφότου πλάκωσαν οι γερμανικές δίαιτες, τα Μνημόνια μέσα(!), δίχως να πάρω χαμπάρι, η γυναίκα, έλα Χριστέ και μη χειρότερα.
– Ας περίσσευε μικροποσότητα σύνταξης να εφοδιαστούμε ολίγο κρέας δαμάλεως για κανένα γιουβέτσι απ’ τα χεράκια σου και θα έβλεπες τις χορτοφαγίες. Όμως, εμείς τη βγάζουμε τσίφτικα και θα συνεχίσουμε πολλά χρόνια, φοβούμαι, όσο εντός Κοινοβουλίου επικρατούν αντιλήψεις του τύπου: Ένα τσιγάρο δρόμος, η έλευση επενδυτών να διασώσουν επιχειρήσεις κοινωφελείας ή αμελείας των επί σειρά ετών διοικούντων, θα σε γελάσω.
– Σβήσε γρήγορα το τσιγάρο, ντουμανιάσαμε.
– Τα μέτρα θα έβγαζαν βροχή
να ποτιστεί το χώμα,
με φόρους και περικοπές να δούμε προκοπή,
τόνιζαν οι πολιτικοί με βροντερή λαλιά
κι απ’ τα θολά τα μάτια μου δεν βγαίνει τώρα χρώμα,
μόνο πικρό παράπονο, ντουμάνι και φωτιά,
Βαγγέλης Κορακάκης, σε διασκευή εμού του ιδίου, εννόησες;
– Μάλλον μπερδεύτηκα περισσότερο, έως ορίων να διερωτώμαι:
Τι σου ‘καναν και πίνεις, τσιγάρο στο τσιγάρο,
να ‘ν’ τα πικρά σου μάτια στο πάτωμα καρφιά;
Οι «κόφτες» που σε σφάζουν, «κόφτες» διπλοί για μένα
σταλάζουν στην καρδιά μου τα δάκρυα που κλαις.
Να ‘ξερες πώς σπαράζουν τα μέσα μου για σένα
που ντουμανιάζεις μόνος και λόγο δε μου λες.
Αμίλητό μου στόμα, σβησμένο το τσιγάρο,
ανάθεμα την ώρα και τη βαριά στιγμή,
τσακμάκι πάω να φέρω για να σε δω φουγάρο
και να ξεδιαλυθούνε οι προβληματισμοί.
Για δε μ’ αφήνεις, το λοιπόν, στο άναμμα να πάρω
απ’ τα θολά σου μάτια τη μαύρη συννεφιά,
παράφραση φιλοσοφημένης δημιουργίας του Λευτέρη Παπαδόπουλου, τι έχεις να πεις επ’ αυτού, θεριακλή μου;
– Με Πρωθυπουργό κι αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να λογομαχούν εκατέρωθεν τροπολογίας περί απαλλαγής των νεόκοπων αγοραστών επιχειρήσεων από πρόστιμα ή άλλα βαρίδια του παρελθόντος που κατέθεσε, παραμονές πρωτομαγιάς συνονόματος καλός συριζαίος εκ Κοζάνης, για τους φίλους «Μίμης», αν δεν απατώμαι, τι περιμένεις να πω, μανδάμ;
Ένα έχω να πω, και δώσε βάση στο κάτωθι:
Δε βαριέσαι, αδερφέ…
Κακά τα ψέματα, αναγνώστες μου. Ο εμπειροτέχνης πολιτικός αναλυτής, θείος Αφεντούλης, έτσι και κάνει πως επιτρέπει πυροδότηση τσιγάρου στη λόγω αφέσεως προστίμων πρώην κρατικής καπνοβιομηχανίας που διέσωσαν ιδιωτικά κεφάλαια ηλεκτρισμένη πολιτική ατμόσφαιρα, κόβει το ΕΣΡ, δραττόμενο της απαγορεύσεως του καπνίσματος σε κλειστούς δημόσιους χώρους, να ταράζει την πένα μας στα «προστίματα!», οπότε κάλλιο να διαμαρτυρηθούμε με τον τρόπο τής Σώτιας Τσώτου, άδοντες όλοι μαζί:
Φαρμάκι τής ΔΕΗ το φως,
να ψάχνεις ξέφωτο σκυφτός
στον τοίχο, βήμα – βήμα.
Βράχια η Ελλάδα να κοιτά,
σφιχτά τα δόντια να κρατά,
να μην την πιει το κύμα
Μα στης Βουλής τον καφενέ,
κουβέντες, λόγια βερεσέ,
βρε δε βαριέ- , βρε δε βαριέσαι αδερφέ(!),
και πού είστε; Όσο το πολιτικό «κλίμα» οξύνεται, αν δείτε προσέλευση επενδυτών, «ειδοποιάτε» και τη στήλη, καλοί μου άνθρωποι. Θα μας υποχρεώσετε!…
-Ω-