Του Γιάννη Κορομήλη
Η κατάσταση για πάρα πολλούς Νεοέλληνες, είναι απελπιστική. Και τα πιο άσχημα είναι ακόμα μπροστά μας. Διότι οι νέοι φόροι, οι νέες περικοπές συντάξεων, κ.λ.π., προστίθενται στα προηγούμενα αντίστοιχα τους που ήδη έχουν εξαντλήσει την αντοχή και την ανοχή μας. Η εξαθλίωση συνεχώς επεκτείνεται. Το ίδιο και οι αυτοκτονίες των απελπισμένων. Και φως δεν φαίνεται πουθενά. Δικαιολογημένη λοιπόν η απόγνωση και η απελπισία; Η απάντηση βεβαίως είναι θέμα οπτικής. Και κοσμοθεωρίας του καθενός μας. Η θρησκεία μας πάντως όπως και η σοφία των μεγάλων προγόνων μας, μάς διδάσκουν: η πρώτη ότι η απόγνωση, η απελπισία (και πολύ περισσότερο αυτοκτονία) είναι μεγάλη αμαρτία. Έλλειψη πίστης και εμπιστοσύνης στο Θεό- Πατέρα μας που φροντίζει για όλα. Ακόμα και για τα χόρτα, τα λουλούδια, τα “πετεινά του ουρανού”.
Από τους σοφούς μας χαρακτηριστική είναι η ρήση του και «σκοτεινού» επονομαζόμενου φιλόσοφου Ηράκλειτου. Ο οποίος έλεγε: Ποτέ και για τίποτα, ακόμα και για όσα δεν δίνουν καμιά ελπίδα, τα ανέλπιστα, μην απελπίζεσαι. Γιατί «αν μη έλπητε ανέλπιστον ουκ εξευρήσει, ανεξευρευνητον εόν και άπορον». Δηλ. αν δεν ελπίζεις, δεν θα βρεις το ανέλπιστο, που είναι ανεξερεύνητο και απλησίαστο. Κάτι ανάλογο έγραψε και ο σύγχρονος και γνωστός Αμερικανός γλωσσολόγος και φιλόσοφος Νόαμ Τσόμσκι: «Αν υποθέσουμε ότι δεν υπάρχει ελπίδα, εξασφαλίζουμε ότι δεν θα υπάρξει ελπίδα».
Κι εμείς, στην κατάσταση που βρισκόμαστε (οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά) αυτό που πάνω απ΄όλα χρειαζόμαστε είναι ελπίδα και σεβασμό στην αξιοπρέπειά μας. Και οι κυβερνώντες κάνουν ότι μπορούν για να μας αφαιρούν αυτά ακριβώς τα δυο: την ελπίδα και την αξιοπρέπεια. Μια κατάσταση που την περιέγραψε ένα τραγουδάκι που πρωτοαπέδωσε θαυμάσια ο Μανώλης Μητριάς (κι αργότερα ο Πάριος): «Ξέρεις τι΄ναι να μην έχεις ένα φίλο/ Ξέρεις τι΄ναι να κοιμάσαι νηστικός/ Ξέρεις τι΄ναι να μαραίνεσαι σαν φύλλο/ και να είσαι πάντα εσύ ο βολικός». Ρεφρέν: «Που θα πάει, που θα πάει, που θα βγει./Θα γυρίσεις και για μας παλιοζωή»…
Λυπητερό, απαισιόδοξο. Με μια νότα αισιοδοξίας ωστόσο στο ρεφρέν: «…θα γυρίσεις και για μας παλιοζωή». Θα γυρίσει άραγε; Πώς και κυρίως πότε; Αυτά είναι τα κυρίαρχα κα συνάμα βασανιστικά ερωτήματα. Μ΄άλλα λόγια: υπάρχει κάτι το οποίο – και ανέλπιστο ακόμη- να ελπίζουμε; Κάτι που θα μπορούσαμε να ονειρευτούμε; Πρώτα- πρώτα ας μη χάνουμε τις ελπίδες μας. Ο Ιησούς Χριστός μας είπε: «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε. Εγώ νενίκηκα τον κόσμο», στον κόσμο θα γνωρίσετε βάσανα και μπόρες αλλά μην αποθαρρύνεστε. Εγώ έχω νικήσει τον κόσμο. Έπειτα ας μη χάνουμε την πίστη μας στο Θεό (όσοι πιστεύουμε). Αυτός εκεί που δεν υπάρχει δρόμος ανοίγει με τον τρόπο Του έναν καινούργιο. Στη Δημοκρατία υπάρχουν ενίοτε αδιέξοδα. Όπως, για παράδειγμα, στα σημερινά που περιήλθαμε και τα βιώνουμε. Όπως και στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης που – δημοκρατικά!- έφερε στην εξουσία τον αιμοσταγή Αδόλφο Χίτλερ. Για το Θεό δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Ποτέ.
Κι επειδή – δώσμου Θεέ μου, κινήσου να σε δώσω- ας έχουμε κι εμείς το νου μας. Κι ας μην ψηφίζουμε όποιον, ανεύθυνα και αστόχαστα, μας υπόσχεται «λαγούς με πετραχήλια». Κι επίσης ας κάνουμε ό,τι περνάει απ΄ το χέρι μας ο καθένας μας ως άτομο για τον εαυτό του κα την οικογένεια του. Κι αν μπορεί, όποιος μπορεί, και για το ευρύτερο σύνολο. Για παράδειγμα – το γράψαμε στη στήλη και το 2010, αμέσως μετά την υπογραφή του πρώτου (του και προδοτικού, άρθρο 14, μνημονίου) – οι τοπικοί άρχοντες ( Περιφερειάρχης- αντιπεριφερειάρχες, βουλευτές, δήμαρχοι, πρόεδροι μεγάλων φορέων) επιβάλλεται να καθίσουν όλοι μαζί, σε κατάλληλο χώρο και να δουν τι πρέπει και τι μπορούν να κάνουν για τον τόπο μας. Το κράτος πτώχευσε. Και οι κυβερνώντες δεν θέλουν την ανάπτυξη (για ιδεολογικούς λόγους). Ή ίσως δεν μπορούν, είναι ανίκανοι. Η ευθύνη λοιπόν πέφτει στους τοπικούς άρχοντες να σκεφτούν, να συσκεφτούν και να αποφασίσουν πώς θα βοηθήσουν τον τόπο μας, τους συνανθρώπους και συμπολίτες μας. Κυρίως με έργα ανάπτυξης και καινοτομίας. Μελέτες και προγράμματα υπάρχουν. Άνθρωποι που να αξιοποιήσουν αυτά που υπάρχουν. Και να σκεφτούν και να ενστερνιστούν δικές τους ιδέες και πρωτοβουλίες, δεν αναλογίζονται ενδεχομένως το βάρος των δικών τους ευθυνών απέναντι στον κοσμάκη που τους ανέδειξε. Είναι καιρός – δεν υπάρχει άλλος, εξαντλήθηκε- να το κάνουν. Αλλιώς θα το «πληρώσουν». Όλα εδώ πληρώνονται, λέει ο λαός μας. Κι έχει δίκιο.
Συνεχίζεται