Έξι χρόνια στα εξαντλητικά γρανάζι της κρίσης ( και των κακών και άδικων συνταγών αντιμετώπισής της) οι Νεοέλληνες στη μεγάλη μας πλειοψηφία, καταλάβαμε, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο ότι στο σημερινό μας κατάντημα μας έφεραν: η παγκόσμια οικονομική κρίση, τα πολικά μας κόμματα, ο λαϊκισμός, και η ευκολοπιστία ημών των πολιτών στα όσα ανέφικτα ( πλην ευχάριστα) μας υπόσχονται δεκαετίες τώρα οι πολιτικοί μας.
Έξι χρόνια στα εξαντλητικά γρανάζι της κρίσης ( και των κακών και άδικων συνταγών αντιμετώπισής της) οι Νεοέλληνες στη μεγάλη μας πλειοψηφία, καταλάβαμε, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο ότι στο σημερινό μας κατάντημα μας έφεραν: η παγκόσμια οικονομική κρίση, τα πολικά μας κόμματα, ο λαϊκισμός, και η ευκολοπιστία ημών των πολιτών στα όσα ανέφικτα ( πλην ευχάριστα) μας υπόσχονται δεκαετίες τώρα οι πολιτικοί μας.
Απορίας άξιον είναι το γεγονός ότι και άλλες χώρες κτυπήθηκαν από την κρίση ( Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος). Κι αυτές εφάρμοσαν σκληρές μνημονιακές συνταγές όμως βγήκαν από την κρίση με μικρότερες απώλειες και σε συντομότερο χρόνο. Η απάντηση σ’ αυτή την απορία βρίσκεται στο γεγονός ότι 1) οι πολιτικοί μας αποδείχθηκαν μικροί και λίγοι στις απαιτήσεις των καιρών. Και δεν κατάφεραν να συνεννοηθούν και να συνεργαστούν σ’ ένα μίνιμουμ πρόγραμμα κοινής αποδοχής για τη σωτηρία της χώρας. 2) Ο λαϊκισμός, από τη Μεταπολίτευση και μέχρι σήμερα, διέφθειρε όχι μόνο τους έχοντας σχέση με την εξουσία αλλά και μεγάλο τμήμα του λαού στα πλαίσια των πελατειακών σχέσεων και 3) ο χαρακτήρας και τα ελαττώματα ( εγγενή ή επίκτητα) του λαού μας.
Το κακό για τη χώρα και για όλους μας σχεδόν (πλην αυτών που πλούτισαν σε βάρος των υπολοίπων), άρχισε τη δεκαετία του 1980 – όταν ο λαϊκισμός κατέλαβε την εξουσία – και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Το πολίτευμα μας όλα αυτά τα χρόνια δεν ήταν – όπως συνηθίζουμε να το αποκαλούμε – Κοινοβουλευτική Προεδρευόμενη Δημοκρατία , Λαϊκίστικη Πρωθυπουργοκεντρική Δημοκρατία. Και τούτο διότι ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι συμβολικός, διακοσμητικός. Χωρίς προνομίες και αρμοδιότητες ο Πρόεδρος δεν μπορεί να κάνει τίποτε περισσότερο από το να εκφωνεί επετειακούς κυρίως λόγους που βέβαια έχουν την προηγούμενη έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου δηλαδή του Πρωθυπουργού.
Το κοινοβούλιο λειτουργεί ασφαλώς πλην με τους βουλευτές όχι ως «εκπροσώπους του Έθνους» ( όπως ρητά το Σύνταγμα ορίζει), αλλά ως εκπροσώπους των κομμάτων τους δηλαδή των αρχηγών τους που έχουν απεριόριστα δικαιώματα επί των διαφωνούντων με τη γνώμη τους. Κι αφού ο αρχηγός του πρώτου κόμματος γίνεται πρωθυπουργός ( με ή χωρίς δεκανίκια) αυτός ασκεί στην ουσία την Εκτελεστική ( σύμφωνα με το Σύνταγμα) την Νομοθετική ( αντίθετα με το Σύνταγμα) και ενίοτε παρεμβαίνει ( όπως είδαμε και πρόσφατα) στην ανεξάρτητη Δικαστική. Που δεν είναι όντως ανεξάρτητη μιας και η ηγεσία της επιλέγεται από την κυβέρνηση ( με τον προβλεπόμενο τρόπο) δηλαδή από τον Πρωθυπουργό. Παντοδύναμος ο Πρωθυπουργός και καμία άλλη ασφαλιστική δικλείδα ( Ανω Βουλή, Γερουσία, αρμοδιότητες Προέδρου) που να προφυλάσσει τη χώρα και το λαό από ενδεχόμενα λάθη που, ως άνθρωπος κι αυτός θα διαπράξει.-
Με πρωθυπουργό «παντοκράτορα» είναι φυσικά τα κόμματα να θέλουν πάσει θυσία να καταλάβουν την εξουσία. Κι ο σκοπός τους αυτός θεωρείται από πολλούς σχεδόν ιερός (για τους ίδιους). Τόσο «ιερός» ώστε καθαγιάζει τα μέσα. Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο το ότι ο λαϊκισμός κατέλαβε στη χώρα μας τα πάντα. Επιστημονικά, θα λέγαμε, τον εισήγαγε και τον καθιέρωσε ο Ανδρέας Παπανδρέου με το Πα.σο.κ. Στο «τσουνάμι» του λαϊκισμού το άλλο μεγάλο κόμμα, η ΝΔ άλλαζε συνέχεια αρχηγούς για να βρει τον αντι Ανδρέα. Παράλληλα δε άρχισε σταδιακά να «πρασινίζει» και η ΔΝ αντιγράφοντας το λαϊκισμό του Πα.σο.κ. Με το σκεπτικό ότι αν δεν γινόταν λαϊκιστικό κόμμα δεν θα βλεπε ποτέ την εξουσία.
Το πολιτικό παιχνίδι, με πρωταγωνιστές ως το 2011 το Πασοκ και τη ΝΔ, παίζονταν κυρίως από δύο «πράσινα» κόμματα.
Η κρίση, οι συνέπειες και η απογοήτευση του λαού έφεραν την ανατροπή και το ηγετικό δίπολο έγινε ΔΝ – ΣΥΡΙΖΑ κι αργότερα ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ με το Πα.σο.κ να πέφτει από το 44,5% του 2009 σε μονοψήφια πλέον ποσοστά.
Τελικά η αλλαγή σκηνικού ήταν όντως ανατροπή ή μήπως «ανατροπή»; Τα πράγματα απέδειξαν (μνημόνιο 3) ότι επρόκειτο για «ανατροπή». Ο λαός ξαναπροδόθηκε, ο ΣΥΡΙΖΑ πρασίνισε παντελώς ( οι διαφωνούντες αναχώρησαν) κι ο λαϊκισμός συνέχισε απτόητος το έργο του . Με κύριο όπλο το ψέμα το οποίο κατέλαβε τα πάντα.
Αποτέλεσμα η χώρα να βουλιάζει όλο και βαθύτερα στου κακό το τέλμα. Για να βγούμε απ’ αυτόν το φαύλο κύκλο ένας μόνο δρόμος υπάρχει η αλήθεια. Αλλά ποιος θα τολμήσει να την εκφράσει και να την υπηρετήσει. Ζητείται αλήθεια …
Συνεχίζεται