Γεωργάκης Ολύμπιος, ο ακατάβλητος αρμάτορας
«Για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία»
Αυτά ήτα τα δύο ιδεώδη, που συνήγειραν τους Έλληνες πριν 200 χρόνια και ύψωσαν το λάβαρο της Επανάστασης με έμβλημα «Ελευθερία ή θάνατος». Ένας από τους πρωτοστάτες της εθνεγερσίας του 1821, από τους πρώτους επώνυμους νεκρούς στις 23 Σεπτεμβρίου του 1821 στη Μονή του Σέκου στη Μολδοβλαχία, υπήρξε ο Γεωργάκης Ολύμπιος.
Γεννήθηκε μια Παρασκευή του Μαρτίου του 1772, την ώρα που ηχούσαν οι καμπάνες για τους πρώτους χαιρετισμούς του σωτηρίου εκείνου έτους, στην πάλαι ποτέ περραιβική Δωδώνη, στο τραχύ Λιβάδι, στην καστροπολιτεία τη σκαρφαλωμένη στις ερημώδεις πλαγιές του Τιτάρου. Καταγόταν από γενιά γενναίων καπετάνιων. Αδελφός της μητέρας του ο Τόλιος Λάζος, ο αετός που έμπηγε τα νύχια του στις σάρκες των φριχτών τυράννων, οι οποίοι 400 χρόνια καταδυνάστευαν τους Ρωμιούς. Μεγάλωνε με την ακριβή αγάπη των δικών του, την αρχοντική, τη χωρίς αντιπαροχή που τον έντυσε με εξαιρετικούς αρματωσιά ψυχής. Από αυτούς πήρε την ακράδαντη πίστη στο Θεό, το ουσιαστικό πνεύμα, την ανιδιοτέλεια, την τιμιότητα, την έξοδο από το «εγώ» και τη λειτουργία στο «εμείς». Εκτός από τους γονείς και τους παππούδες του στην παιδική του ηλικία το Γεώργιο τον παιδαγώγησαν με το ήθος τους οι γεροντότεροι του χωριού με την κατασταλαγμένη πείρα της ζωής, αλλά και οι καπεταναίοι, φίλοι του θείου του Τόλιου Λάζου, ο γερο-Ζήτρος, ο παππά-Ευθύμιος Βλαχάβας όλοι πρότυπα παλληκαριάς, αγωνιστικότητας, ήθους , ευγένειας, φιλοπατρίας.
Τον υπέροχο χαρακτήρα του ο Γεώργιος τον έχτισε και στα παιχνίδια με τους συνομήλικους του, όπου ασκούνταν από νωρίς στην πολεμική τέχνη. Τον αναγνώριζαν ως αρχηγό, καθώς ήταν ευφυέστατος, είχε ευρύτητα πνεύματος, κατέστρωνε γρήγορα επιτελικά σχέδια στον παιδικό πετροπόλεμο αλλά κυρίως είχε δίκαιο και έντιμο χαρακτήρα και κοσμούνταν με τις αρετές της ταπεινοφροσύνης, της ευθύτητας και της καλοσύνης. Σε αυτό συνέβαλαν και οι φωτισμένοι του δάσκαλοι Ιωάννης Πέζαρος και Ιωνάς Σπαρμιώτης με ευρύ οικουμενικό πνεύμα, που στάλαξαν στις ψυχές των μαθητών του και του Γεώργιου, το φως της ελευθερίας από κάθε ζυγό, ακόμη και το ζυγό του ίδιου του εαυτού και διαπλάτυναν τους ορίζοντες των παιδιών, ώστε να γίνουν άνδρες ενθουσιώδεις μαχητές για τα υψηλά και τα μεγάλα.
Στα 14 του χρόνια φεύγει από το Λιβάδι. Ο πατέρας του τον στέλνει στη Μηλιά, κοντά στους συγγενείς της μάνας του, στο θείο του πρωτοΛάζο και τα τέσσερα ξαδέλφια του, μεγαλύτερα από κείνον, άνδρες πια, σημαιοφόρους της ελευθερίας, έμπειρους στον πόλεμο κατά του Αλή πασά των Ιωαννίνων και των δερβεναγάδων του. Σε όλες αυτές τις μάχες συμμετέχει και ο 15χρονος Γεώργιος, ο ωραίος λεπτόκορμος έφηβος, όπου φανερώνονται οι εκλεκτές ποιότητες της ψυχής του, και η απαράμιλλη γενναιότητά του, το ηθικό μεγαλείο του, ο μετριοπαθής και λιγόλογος χαρακτήρας του. Ο Τόλιος Λάζου τον κάνει πρωτοπαλλήκαρό του, καθώς αναγνωρίζει σε αυτόν τον έφηβο ότι θα γίνει μέγας- είναι από την ευγενή ύλη των εξαιρετικών ανθρώπων.
Από το 1789 ως το 1795 συμπράττουν με τους Σουλιώτες ο Γεώργιος με τους Λαζαίους, με πειρατικά καράβια οργώνουν το Θερμαϊκό, κρατούν σε αναβρασμό την Ήπειρο και τον Αλή πασά μαζί με τον φιλοπάτρη Έλληνα ταγματάρχη του ρωσικού στρατού Λάμπρο Κατσώνη.
Το 1798 εμπλέκονται οι εξεγερμένοι Λαζαίοι και ο Γεώργιος σε φονικότατη μάχη με τους Τουρκαλβανούς. Νίκησαν οι Λαζαίοι αλλά σκοτώθηκε ο Γιάννης, ο πρωτότοκος Λάζος. Ο Γεώργιος διακρίθηκε και σε αυτή τη μάχη με την ανδρεία, την τόλμη, την ευφυία και την ευελιξία του, ώστε ο λαός τραγούδησε το εύτολμον και εύψυχον της προσωπικότητάς του. Όταν οι Λαζαίοι δήλωσαν φιλία στον Αλή και αποκαταστάθηκαν στα καπετανάτα τους, ο ασυμβίβαστος Γεώργιος, που εξέπεμπε στο ίδιο μήκος κύματος με το Ρήγα Βελεστινλή για έναν παμβαλκανικό ξεσηκωμό, συνέχισε τον αγώνα του κατά των Τούρκων περιτρέχοντας με τους άνδρες του τη Μακεδονία, Βουλγαρία, Σερβία. Συντάσσεται με το Βέλκο Πέτροβιτς, υπαρχηγό του Καραγεώργη Σερβίας και παίρνει μέρος σε μάχες κατά των Τούρκων στη Σερβία, όπου πάλι διακρίνεται για την ατρομησιά του, το ήθος, την ευρύνοιά του κι αποσπά αισθήματα αγάπης, θαυμασμού και φιλίας από τους Σέρβους.
Το 1805 ο Γεώργιος φεύγει για τη Βλαχία στην υπηρεσία του ηγεμόνα της Κων|νου Υψηλάντη. Στο ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1806 πολεμά στη μάχη της Οστράβας και ανδραγαθεί. Τον παρασημοφορούν οι Ρώσοι. Σε όλες τις μάχες κατά των Τούρκων στη Ρωσία, στη Βλαχία, στη Σερβία, όπου κι αν βρίσκεται ο Γεώργιος επίπτει θυελλώδης και τους κατατροπώνει. Ο Τσάρος Αλέξανδρος επαινεί την πολεμική του αρετή και τον προσλαμβάνει στη ιδιαίτερη υπηρεσία του. Έτσι στα 1814-15 συμμετέχει στο συνέδριο της Βιέννης, όπου υπογράφεται η «Ιερή Συμμαχία». Το χειμώνα του 1816 μυείται στο Χοτίν της Βεσσαραβίας στη Φιλική Εταιρεία από το φίλο του Γεώργιο Λεβέντη και χάρη στη φωτεινή του προσωπικότητα, το σπάνιο ήθος, την έμφυτη οξύτητα του νου, την απαράμιλλη ανδρεία γίνεται ο ΙΙΙ τρίτος από τους Δώδεκα Αποστόλους, που αποτελούν την ανωτάτη αρχή της Εταιρείας. Από αυτή τη στιγμή ο Γεώργιος επιστρατεύει όλες τις ικανότητές του να προετοιμάσει μια παμβαλκανική εξέγερση κατά του Σουλτάνου.
Όταν ο Υψηλάντης στις 12 Απριλίου του 1820 αναλαμβάνει επίσημα την αρχηγία της Εταιρείας, διορίζει αρχιστράτηγο όλων των επαναστατικών δυνάμεων τον Γεώργιο Ολύμπιο. Εκείνος, μεταφέρει σε ασφαλές μέρος την αγαπημένη του γυναίκα Στάνα με τα παιδιά τους, και ακολουθεί τον πρίγκηπα Υψηλάντη στο Ιάσιο, όπου υψώνεται στις 22 Φεβρουαρίου 1821 η επαναστατική σημαία. Την επανάσταση στις παραδουνάβιες ηγεμονίες έκρινε η μάχη στο Δραγατσάνι, η οποία ξεκίνησε άκαιρα, πριν ο Υψηλάντης και ο Γεώργιος Ολύμπιος ολοκληρώσουν την οργάνωση του στρατεύματος, από έναν ευπαρόρμητο και μέθυσο οπλαρχηγό, τον Καραβιά. Ενώ η διαταγή είναι η γενική, συντονισμένη επίθεση κατά των Τούρκων να εξαπολυθεί στις 8 Ιουνίου, εκείνος, για να κλέψει τη δόξα, εφορμά μεθυσμένος από ολονύκτια οινοποσία αλλά οι Τούρκοι έκαναν θραύση στο σώμα του. Σπεύδουν οι Ιερολοχίτες, νεαροί φοιτητές, απειροπόλεμοι να τον βοηθήσουν κι αυτός τους εγκαταλείπει, κρύβεται σε παρακείμενο δάσος. Οι Ιερολοχίτες πολεμούν σα λιοντάρια εναντίον 8πλασίων Τούρκων και πέφτουν στο πεδίο της μάχης, κάτω από μια ανελέητη νεροποντή. Ο Γεώργιος βρισκόταν μακριά αλλά, όταν πήρε είδηση, έσπευσε σα θύελλα και διέσωσε όσους από τον Ιερό Λόχο δεν είχαν πέσει ηρωικώς μαχόμενοι, «τάγμα εκλεκτών ηρώων, καύχημα νέον».
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης προσπαθεί να περαιωθεί μέσω Αυστρίας στην Ελλάδα, όπου η Επανάσταση έχει φουντώσει αλλά συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Η τελευταία πράξη του δράματος για το Γεώργιο διαδραματίζεται στη Μονή του Σέκου, όπου συντηρούν ακόμη άσβηστη τη φλόγα του Αγώνα οι δύο γενναίοι Γεώργιος Ολύμπιος και Ιωάννης Φαρμάκης με αποδεκατισμένο το επαναστατικό σώμα. Τους πολιορκούν χιλιάδες Τούρκοι, που βάλλουν καταιγιστικώς με τα πυροβόλα τους αλλά οι αγωνιστές άυπνοι, άσιτοι, ανθεκτικοί και σκληραγωγημένοι, με ιερή μανία, τους αποκρούουν σε μάχες πεισματώδεις. Δύο Αυστριακοί διπλωμάτες προσπαθούν με δόλο να τους πείσουν να παραδώσουν τα όπλα τους. «Οι Έλληνες δεν παραδίδουν τα όπλα αλλά αποθνήσκουν με αυτά εις τας χείρας» απαντά ο Γεώργιος.
Ο Γεώργιος με 11 ψυχωμένα παλληκάρια βρίσκονται στο κωδωνοστάσιο της μονής και προβάλλουν κρατερή αντίσταση. Όταν οι Τούρκοι πλημμυρίζουν το χώρο, που έχει μετατραπεί σε εφιαλτικό τοπίο θανάτου, ο μέγας αυτός άνδρας, ο σταυραετός της κλεφτουριάς, ψύχραιμος και νηφάλιος, είπε στους άνδρες του «παλληκάρια μου, εγώ θα καώ εδώ κι εδώ θα λειώσω. Σεις, αν θέλετε, εβγάτε. Ιδού, σας ανοίγω εγώ ο ίδιος την θύραν». Όλοι αρνήθηκαν. Έμειναν στις θέσεις τους, προσευχήθηκαν ομαδικά κι όταν οι Τούρκοι όρμησαν αλαλάζοντας στο καμπαναριό, ένας εκκωφαντικός κρότος σκέπασε όλους τους ήχους της πολύκροτης μάχης και το κωδωνοστάσιο, βωμός θυσίας, ανατινάχθηκε με μια θεαματική έκρηξη οδηγώντας στο θάνατο δύο χιλιάδες Τούρκους και στο αθάνατο κλέος του πολυθρύλητο Γεωργάκη Ολύμπιο και τους γενναίους του. Ήταν η 23η Σεπτεμβρίου 1821, που ο Γεωργάκης Ολύμπιος, ο ακατάβλητος αρμάτορας, επισφράγισε με τη συγκλονιστική θυσία του μια ζωή ανυπέρβλητου ήθους και γενναιότητας.
Φάνυ Κουντουριανού – Μανωλοπούλου
Αποσπάσματα από το μυθιστόρημα
«Ο ακατάβλητος αρμάτορας»
Κατερίνη 22-3-2021