Πέρασαν 26 χρόνια από την θέσπιση της..
Αμάσεια, Τραπεζούντα, Σάντα, Σαμψούντα, Πάφρα, Ριζούντα, Κερασούντα, Κρώμνη, Ορντού, Οινόη, Σούρμενα, τοπωνύμια χαραγμένα στη μνήμη των απανταχού Ποντίων, που και εφέτος θρήνησαν βουβά τους 353.000 νεκρούς προγόνους υπό τους ήχους της λύρας και τους σπαραξικάρδιους στίχους του «Την πατρίδα μ’ έχασα».
Έναν αιώνα και ένα χρόνο μετά την απόβαση του αρχιτέκτονα της εξόντωσης των Ελλήνων του Πόντου, Μουσταφά Κεμάλ στη Σαμψούντα, που συμβολικά, σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της υπερχιλιόχρονης ελληνικής παρουσίας στα παράλια της Μαύρης θάλασσας, η ψυχή των Ποντίων ζητά δικαίωση.
Πέρασαν 26 χρόνια από την θέσπιση της 19ης Μαΐου ως Ημέρας Μνήμης ενός εκ των πρώτων μαζικών εγκλημάτων του 20ου αιώνα, από τη Βουλή των Ελλήνων, που φέτος υπήρξαν περιορισμένες λόγω της πανδημίας.
Η περίοδος που ζούμε με τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας και τη συνεχή ανάγνωση της συνθήκης της Λωζάννης, την οποία και συχνά επικαλείται η γειτονική χώρα, ίσως επιβάλλεται η αναθεώρηση της ελληνικής στάσης στο ζήτημα του Πόντου και η αναζήτηση άλλων εργαλείων, ως απάντηση στο σημερινό επεκτατισμό της. Όσοι έχουμε ποντιακή καταγωγή, δεν ξεχνούμε ούτε τις χαμένες πατρίδες, ούτε την παράξενη σιωπή για ένα τόσο μεγάλο εθνικό θέμα, που οι συνθήκες επέβαλε στις ελληνικές κυβερνήσεις. Καιρός είναι τα πράγματα να αλλάξουν.
Στην Κατερίνη χθες με την παρουσία του υφυπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης Γιώργου Γεωργαντά, ως εκπροσώπου της Κυβέρνησης τιμήθηκε η ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας.
Στον Ιερό Ναό της Θείας Αναλήψεως, μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση, με την παρουσία των βουλευτών Φ. Μπαραλιάκου ως εκπροσώπου της Βουλής των Ελλήνων, Άννας Μάνη – Παπαδημητρίου και Σάββα Χιονίδη, της βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ελισάβετ Σκούφα, της Αντιπεριφερειάρχη Σοφίας Μαυρίου , του δημάρχου Κατερίνης Κώστα Κουκοδήμου, του Ανώτερου Διοικητή Φρουράς Π.Ε.Πιερίας και Διοικητή της XXIV Τ.Θ. Ταξιαρχίας, του Διοικητή της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και του Λιμενάρχη Σκάλας Κατερίνης, τα διοικητικά συμβούλια των ποντιακών συλλόγων Πιερίας και εκπροσώπων πολιτιστικών φορέων της πόλης.
Η ομιλία για την επέτειο
Τον ιστορικό λόγο της ημέρας εκφώνησε η κ. Νόπη Βαρυτιμίδου ως εκπρόσωπος των Ποντιακών Σωματείων η οποία στο σύντομο μήνυμά της ανέφερε:
“Πέρασαν εκατόν ένα χρόνια από την περίοδο της καταστροφής, της γενοκτονίας, του ξεριζωμού και της προσφυγιάς. Ως σήμερα δεν τόλμησε η Πολιτεία και το πολιτικό σύστημα να δει κατάματα την τραγωδία του ελληνισμού. Δεν αναδείξαμε τα βαθύτερα αίτια που οδήγησαν τον ελληνισμό της 3χιλιόχρονης Μικρασίας στο θάνατο.
Συνεργήσαμε εγκλωβισμένοι από την Πολιτεία και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της στην απαξίωση της ιστορίας μας. Δεν τολμήσαμε να διεκδικήσουμε το δικαίωμα στην ιστορική μνήμη. Μόνο εκδηλώσεις μνημοσύνων, τελούσαμε και τελούμε. Οι νεκροί μας δεν έχουν ανάγκη από ένα απλό μνημόσυνο και μόνο, το οποίο πραγματοποιούμε όπως οφείλουμε για την ανάπαυση των ψυχών των αγαπημένων μας προγόνων, αλλά και από ένα διαρκή αγώνα διεκδίκησης της διεθνούς αναγνώρισης της γενοκτονίας.
Η επίσημη Πολιτεία μέχρι σήμερα δείχνει δυστυχώς ότι δεν έχει κανένα λόγο να δραστηριοποιηθεί, για να μη δυσαρεστήσει τους γείτονές μας. Σε αυτό το θλιβερό και θολό τοπίο οι κραυγές των άφωνων νεκρών μας περιμένουν να ξυπνήσουμε, να μην τους ξεχάσουμε.
Η μνήμη δεν είναι παρελθόν. Είναι θεμέλιο της ζωής μας. Η άλωση της μνήμης είναι το τελευταίο στάδιο της εθνικής επιβίωσής μας, είναι ένα βήμα πριν την εθνική αυτοκτονία. Έχουμε υποχρέωση να διατηρούμε τη μνήμη, για να μπορούμε να θυμόμαστε, να στοχαζόμαστε και να συγχωρούμε όταν υπάρξει ειλικρινείς μετάνοια.
Η μνήμη δεν δολοφονείται. «Πιο οδυνηρή κι από την μεγαλύτερη τραγωδία», μας συμβουλεύει ο μεγάλος πολιτικός της αλύτρωτης Κύπρου Βάσος Λυσαρίδης, είναι «η απάθεια στην αντιμετώπιση της. Και πιο εξευτελιστική θα ήταν η τυχόν αδράνεια των παθόντων και των επιγόνων. Έχουμε χρέος απέναντι στους νεκρούς μας να ορκιστούμε ότι δε θα ξεχάσουμε τις κραυγές των νηπίων, ους ρόγχους των απαγχονισθέντων, τις πατημασιές των πεταλωμένων, το περήφανο βλέμμα του αδούλωτου Πόντιου, τις ρίζες που αρνούνται να πεθάνουν».
Μέσα σε χαλάσματα, κάτω από πέτρες, καταπλακωμένες από γκρεμισμένους τρούλους και πάνω από κομματιασμένες άγιες τράπεζες θα ηχούν για πάντα οι κραυγές εκείνων που κατακρεουργήθηκαν σε χώρους προσευχής και κατάνυξης. Που πέθαναν μέσα και γύρω από τα μοναστήρια του Πόντου. Εκεί όπου οι σταυροί έγιναν δολοφονικά όργανα, οι εικόνες προσανάμματα, τα καντήλια θρύψαλα και οι επιτάφιοι σαμάρια σε ζώα. Εκεί όπου τα πατώματα, τα προαύλια, οι νάρθηκες και τα ιερά πλημμύρισαν με αίμα και συντελέστηκαν κάθε είδους αίσχη. Κραυγές μικρών παιδιών, νεαρών γυναικών, σεβάσμιων γερόντων, κραυγές αθώων.
Η τεκμηριωμένη ανάδειξη των πραγματικών γεγονότων είναι δυνατό να οδηγήσει σε αλληλοκατανόηση εφόσον υπάρχει αποδοχή των εγκλημάτων και διορθωτικά μέτρα. Η συγχώρεση είναι αρετή. Όμως προϋποθέτει την μετάνοια του εγκληματία και των επιγόνων, την αναγνώριση του εγκλήματος και τα διορθωτικά εφικτά μέτρα για μετρίαση του μεγέθους των εγκληματικών πράξεων. Γιατί οι δολοφονηθέντες αρνούνται να ενταφιαστούν. Αν ξεχάσουμε την Αμισό, τη Σάντα, την Αμάσεια, την πολύπαθη Πάφρα και την Σαμψούντα θα έχουμε ενταφιάσει την αξιοπρέπεια μας. Δεν θέλουμε ν’ αρμενίζουμε στη χαμένη Ποντιακή Ιθάκη και να ξεγράψουμε καινούριες πατρίδες. Πάνω απ’ όλα θα μας κυνηγάει το Αγροτσάλ η Κούνακα με τις 26 γυναίκες και νεάνιδες, οι οποίες για να αποφύγουν την ατίμωση των Νεότουρκων έριψαν εαυτάς εις τινά ποταμόν, παρά το χωρίον Γέφυρα και παρά τας προσπαθείας των κατοίκων επνίγησαν.
Θα μας κυνηγούν ο Ακριτίδης, ο Καπετανίδης, ο Κωφίδης και οι άλλοι ήρωες του Πόντου, που θυσιάστηκαν για την 3σχιλιόχρονη πατρίδα. Θα μας κυνηγάει η Σάντα και το Μπεϊλάν κι οι Ποντιακοί βράχοι με τα σπασμένα κεφάλια των μικρών παιδιών. Αδιανόητο να παραμείνει στα αρχεία της ιστορίας η γενοκτονία των Ποντίων και να προβάλλονται ως φίλοι οι σφαγείς του Ελληνισμού.
Απέναντι στα κέντρα άρνησης της γενοκτονίας, θα πρέπει με τεκμηριωμένα επιστημονικά εφόδια, να διεκδικήσουμε το πέρασμα της ελληνοκεντρικής αντίληψης της Ιστορίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, για να έχουν λόγο μαζί με τα άλλα γεωγραφικά διαμερίσματα και οι περιοχές της Καππαδοκίας, της Ιωνίας, του Πόντου, της Κύπρου, της Ρωσίας, του ευρύτερου βαλκανικού χώρου στον κοινό Οικουμενικό Ελληνισμό.
Εκατό και πλέον χρόνια συνειδητής προσβολής της μνήμης, προβολής, αλλά και προπαγάνδας της κατασκευασμένης ιστορίας των μοντέρνων αναθεωρητών είναι πάρα πολλά. Δεν έχουμε άλλα περιθώρια αναβολής. Ήρθε η ώρα που πρέπει να σκύψουμε με προσοχή πάνω στα κεφάλαια της ελληνικής ιστορίας που μπήκαν στα χρονοντούλαπα της λήθης.
Ιδιαίτερα οι νέοι οφείλουν να πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση του Πόντου. Μακριά από κομματικές παρατάξεις, από παρασυναγωγές και κυκλώματα, μακριά από φθαρμένους και επικίνδυνους μηχανισμούς. Έχουν τη δύναμη στα χέρια τους και πεντακάθαρο μυαλό. Μόνο με τη δική τους ουσιαστική γνώση, τη δυναμική συμμετοχή τους σε διεθνή επιστημονικά συνέδρια γενοκτονιών και παγκόσμια πολιτικά φόρουμ Ολοκαυτωμάτων, θα μπορέσουμε όχι μόνο να μεταφέρουμε το αίτημα της αναγνώρισης στα εξειδικευμένα κέντρα αποφάσεων, αλλά και να φτάσει στα αυτιά των ισχυρών της γης ο γοερός θρήνος των 353.000 άταφων στην πλειοψηφία νεκρών μας.
Η ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΤΕΦΑΝΩΝ
Η κατάθεση των στεφάνων έγινε στο μνημείο της Πλατείας Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού από τον εκπρόσωπο της Κυβέρνησης, τις αρχές του νομού, τα πολιτικά κόμματα και τους συλλόγους.