Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι πάσχουν περίπου 200.000 άτομα (2%)
Η ψωρίαση, και κυρίως η ήπια /μέτρια μορφή της, είναι μία συχνή δερματοπάθεια με πολύ σημαντικές ψυχοκοινωνικές επιδράσεις, την οποία καλούμαστε καθημερινά να διαχειριστούμε, επιδιώκοντας το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τον ασθενή.
Πρόκειται για μια χρόνια, φλεγμονώδη νόσο που προσβάλλει το 2 – 4% του δυτικού κόσμου. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι πάσχουν περίπου 200.000 άτομα (2%), το
80% των οποίων εμφανίζουν ήπια ή μέτρια συμπτώματα.
Η ψωρίαση είναι μια συστηματική νόσος η οποία προσβάλλει κυρίως το δέρμα, προκαλώντας ενοχλητικά ή ακόμα και επώδυνα συμπτώματα, όπως φλεγμονή που συνοδεύεται από απολέπιση του δέρματος, και έντονο κνησμό. Γνωρίζουμε πλέον, ότι οι σοβαρές περιπτώσεις της νόσου συνοδεύονται από συννοσηρότητες, όπως ψωριασική αρθρίτιδα και η καρδιοπάθεια.
Τυπικά η ψωρίαση ακολουθεί μια πορεία υφέσεων και υποτροπών. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει θεραπεία που να επιτυγχάνει πλήρη ίαση, ωστόσο, οι νέες, εξελιγμένες θεραπείες μπορούν πλέον να εξασφαλίσουν καθαρό δέρμα για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Αμερικανικής Ακαδημίας Δερματολογίας (2009), σχετικά με τη διαχείριση και τη θεραπεία της ψωρίασης με τοπική αγωγή, η πλειονότητα των ασθενών που εμφανίζουν ήπια ή μέτρια νόσο μπορούν να θεραπευτούν με τοπικούς παράγοντες.
Η εμπειρία έχει δείξει ότι ζητούμενο για τους ασθενείς από τις τοπικές θεραπείες είναι η σχετικά γρήγορη μείωση των ορατών συμπτωμάτων (δερματική κάθαρση) και του πόνου, μέσω εύκολων και εύχρηστων λύσεων.
Τέτοιες λύσεις διαθέτουμε σήμερα, όμως, πολλοί ασθενείς δεν είναι ενημερωμένοι σχετικά, καθώς δεν επισκέπτονται τον δερματολόγο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παραμένουν σε θεραπείες που ξεκίνησαν χρόνια πριν ή να απευθύνονται στο φαρμακείο προκειμένου να τις αλλάξουν, χάνοντας συχνά την πρόσβαση στις νέες βελτιωμένες θεραπευτικές επιλογές.
Παράλληλα, όμως, χάνουν και την ευκαιρία να βελτιώσουν τη ζωή τους, καθώς είναι αποδεδειγμένο ότι η επίτευξη καθαρού δέρματος βελτιώνει την ποιότητα ζωής και το δείκτη ικανοποίησης.
Αποτελεσματικές και εύχρηστες λύσεις
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, υπάρχουν βελτιωμένες θεραπείες με άμεσο αποτέλεσμα, ενώ το κόστος είναι πολύ μικρό σε σχέση με το παρελθόν, καθώς τα τελευταία 2 χρόνια η συμμετοχή στα φάρμακα για τα άτομα με ψωρίαση είναι μόλις 10%.
Ωστόσο, στην Ελλάδα, περίπου το 25% των πασχόντων λαμβάνει θεραπεία, με αποτέλεσμα η πλειονότητα των ασθενών να υπο-θεραπεύεται και να μην παρουσιάζει καμία βελτίωση τα τελευταία χρόνια.
Το 87% των πασχόντων, ανεξάρτητα από την έκταση της νόσου βιώνουν μέτρια έως πολύ μεγάλη επίπτωση στην συναισθηματική τους κατάσταση. Το 94% αυτών αναφέρουν ότι η ψωρίαση επηρεάζει την κοινωνική τους ζωή και το 77% ότι έρχονται αντιμέτωποι με το κοινωνικό στίγμα.
Η ύπαρξη νέων θεραπειών και κυρίως νέας τοπικής αγωγής φαίνεται ότι μπορεί να βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα ζωής των ασθενών. Επομένως, υπάρχει επιτακτική ανάγκη για αποτελεσματική, ασφαλή, γρήγορη, εύχρηστη και καλά ανεκτή τοπική θεραπεία, η οποία να πετυχαίνει καλή συμμόρφωση των ασθενών και τελικά υψηλή ικανοποίηση.
Μία τέτοιου είδους θεραπεία αποτελεί ένας τεχνολογικά εξελιγμένος αφρός, στον οποίο, σε αντίθεση με τις κοινές κρέμες/αλοιφές, τα δραστικά συστατικά είναι απόλυτα διαλυμένα, εξασφαλίζοντας αυξημένο βαθμό διείσδυσης στην ψωριασική πλάκα. Επίσης, χάρη στην εύχρηστη και μοντέρνα μορφή του, ακόμα και ασθενείς που είναι «κουρασμένοι» από άλλες θεραπείες ανταποκρίνονται πολύ καλά στην αγωγή. Η βελτίωση της ψωρίασης είναι ορατή από την πρώτη κιόλας εβδομάδα , ενώ μπορεί να φτάσει την πλήρη κάθαρση μέχρι την τέταρτη εβδομάδα.
Τα δεδομένα από 10 κλινικές μελέτες σε 2.000 ασθενείς κατέδειξαν ότι μετά από 4 εβδομάδες θεραπείας περισσότεροι από τους μισούς είχαν πλήρη ή σχεδόν πλήρη εξαφάνιση των δερματικών αλλοιώσεων, ενώ οι υπόλοιποι είχαν μια καλή ή πολύ καλή ανταπόκριση. Επίσης ο κνησμός μειώθηκε σημαντικά ήδη από την 3η μέρα της θεραπείας έτσι οι ασθενείς μπορούσαν να κοιμηθούν περισσότερο. Κατ’ επέκταση η ποιότητα ζωής ήταν πολύ βελτιωμένη μέσα σε 4 εβδομάδες, και η πλειοψηφία των ασθενών δεν ένιωθαν πλέον καμία επίπτωση της νόσου στη ζωή τους, (βάσει του δείκτη ποιότητας ζωής – DLQI).
Συμπερασματικά, σήμερα έχουμε στα χέρια μας ευρύ φάσμα λύσεων και αποτελεσματικές θεραπείες. Αυτό που χρειάζεται είναι ο ασθενής να συμβουλεύεται τον δερματολόγο του ώστε να βρουν μαζί τη θεραπευτική επιλογή που θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής του και θα τον απαλλάξει από τα συμπτώματα.
Δήμητρα Παπακώστα,
Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος