Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Α1.α.
- ΣΩΣΤΟ «πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική»
- ΣΩΣΤΟ «Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν»
- ΛΑΘΟΣ «εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί·»
Α1.β.
Η αντωνυμία αὐτῶν αναφέρεται στη λέξη θηρίων.
Το επίρρημα οὕτω αναφέρεται στη φράση «ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται»
Β1. Ο Δίας επειδή διαπίστωσε τη δεινή θέση στην οποία είχε περιέλθει το ανθρώπινο γένος, ανησυχεί και αποφασίζει να παρέμβει και να δωρίσει στους ανθρώπους τα συστατικά στοιχεία της πολιτικής αρετής, την αιδώ και τη δίκη.
Σύμφωνα με τη μυθολογία η Δίκη ήταν κόρη του Δία και της Θέμιδος. Η αιδώς ήταν σύντροφος του Δία. Η Δίκη με τη συνδρομή των Ερινύων ήταν υπεύθυνη για τη διαφύλαξη της ηθικής τάξης και για την επιβολή τιμωριών στους παραβάτες. Στο συγκεκριμένο μύθο δεν αναφέρονται ως θεότητες, αλλά ως ηθικές αρετές που κατανέμονται στους ανθρώπους για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Η αιδώς είναι το αίσθημα σεβασμού ενός μέλους της κοινότητας έναντι των υπολοίπων, όλες οι ηθικές αναστολές και οι φόβοι που προφυλάσσουν τον άνθρωπο από αντικοινωνική συμπεριφορά (με άλλα λόγια ο αυτοσεβασμός, η ντροπή που νιώθει ο άνθρωπος, όταν έχει προβεί σε τέτοια συμπεριφορά). Σε ένα λεξικό με τον τίτλο «Όροι», το οποίο ανάγεται στην πλατωνική Ακαδημία, η αιδώς ορίζεται ως «εκούσια υποχώρηση από απερίσκεπτη συμπεριφορά, σύμφωνα με το δίκαιο και αυτό που φαίνεται καλύτερο. εκούσια κατανόηση του καλύτερου, προσοχή για αποφυγή της δικαιολογημένης επίκρισης». Το δίπολο των αρετών αιδώς και δίκη ισοδυναμεί με το σωφροσύνη και δικαιοσύνη, το οποίο χρησιμοποιεί ο Πρωταγόρας στο επιμύθιο του λόγου του.
Στο συγκεκριμένο απόσπασμα η λέξη δίκη δεν χρησιμοποιείται με τη σημασία της δικαστικής διαδικασίας. Βρίσκεται κοντά στην αρχική της σημασία (το ορθό, το δίκαιο). Επομένως, η δίκη δηλώνει εδώ την έμφυτη αντίληψη για το σωστό, το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Στηριγμένος σε αυτήν ο άνθρωπος θεσπίζει και εφαρμόζει γραπτούς και άγραφους νόμους και εκδηλώνει τη δυσαρέσκειά του, όταν πιστεύει ότι παραβιάζονται τα δικαιώματα των άλλων. Είναι απότοκος της εσωτερικής ανάγκης του ανθρώπου και λιγότερο εξωτερικού εξαναγκασμού. Χάρη σε αυτή διασφαλίζεται η αρμονική κοινωνική συμβίωση.
Η φράση «ἵν’ εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί» καταδεικνύει τη λειτουργία της πολιτικής αρετής στην ανθρώπινη κοινωνία. Έτσι, χάρη σε αυτήν αναπτύσσονται σχέσεις φιλίας μεταξύ των ανθρώπων, αλληλοσεβασμού, αλληλεγγύης και συνεργασίας. Ειδικότερα, η αιδώς κατευθύνει τους πολίτες σε ευπρεπή συμπεριφορά, σε σεβασμό των ηθικών κανόνων, ενώ η δίκη συντελεί στην τήρηση των περιορισμών που επιβάλλονται στη συμπεριφορά των πολιτών, προκειμένου να διασφαλίζεται η κοινωνική συνοχή και αρμονία.
Β2.
- Ευθύς λόγος: «Ἐπὶ πάντας», «καὶ πάντες μετεχόντων· οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν · καὶ νόμον γε θὲς παρ’ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως».
- Χρήση προστακτικής έγκλισης: θές
- Χρήση β΄ ενικού προσώπου: θές
- Χρήση παρομοίωσης: ὡς νόσον πόλεως
- Επανάληψη: πόλεις- πόλεως
- Αντίθεση: πάντες-ὀλίγοι
Η αυστηρότητα της ποινής δικαιολογείται από:
α) η αιδώς και η δίκη είναι αναγκαίες για την ομαλή λειτουργία και τη συνοχή των κοινωνιών.
β) δεν αποτελούν μέρος της αρχικής φύσης του ανθρώπου, αλλά δίνονται σε μεταγενέστερο στάδιο, γι’ αυτό και απαιτούν καλλιέργεια. Επομένως, ο Δίας δεν μπορεί να εξασφαλίσει την καθολικότητα της πολιτικής αρετής.
γ) τα άτομα που δεν τις έχουν εσωτερικεύσει δεν μπορούν να είναι μέλη μια οργανωμένης πολιτικά κοινωνίας.
δ) γι’ αυτό οι Αθηναίοι θεωρούσαν ότι όλοι είχαν το δικαίωμα να εκφράζουν τη γνώμη τους στην Εκκλησία του Δήμου.
Β3.
- ΛΑΘΟΣ
- ΛΑΘΟΣ
- ΣΩΣΤΟ
- ΣΩΣΤΟ
5.ΛΑΘΟΣ
Β4.α.
1-ε
2-γ
3-στ
4-ζ
5-η
6-α
Β4β.
- Οι νέοι απέχουν από τα κοινά εξαιτίας της διαφθοράς που επικρατεί στο χώρο της πολιτικής.
- Οι σύγχρονες σχολικές μονάδες αποσκοπούν στην καλλιέργεια της δημιουργικότητας του παιδιού.
Β5. Ο Καλλικλής ισχυρίζεται ότι στη φύση επικρατεί το δίκαιο του ισχυροτέρου, που επιθυμεί να εξουσιάζει, ενώ ο αδύνατος δεν μπορεί παρά να υποταχθεί. Οι ανίσχυροι και αδύναμοι, λοιπόν, μη μπορώντας να αντισταθούν στους ισχυρούς, επινοόυν τους νόμους, στους οποίους πρέπει όλοι να υπακούουν, και ονομάζουν κακό και άδικο αυτό που είναι σωστό και νόμος της φύσης, μ’ αυτόν τον τρόπο καταπνίγεται αυτό που είναι φυσικό, δηλαδή να υπερισχύει ο δυνατότερος.
Αντίθετα, ο Πρωταγόρας πιστεύει ότι για όσο διάστημα οι άνθρωποι δεν είχαν την πολιτική αρετή, δεν μπορούσαν να οργανωθούν σε πολιτικές κοινωνίες και αλληλοεξοντώνονταν. Η αδικία ήταν η βασική αιτία που ζούσαν χωριστά ο ένας από τον άλλο. Επομένως, ο σοφιστής πιστεύει πως οι κοινωνίες οργανώθηκαν νόμῳ και όχι φύσει και δημιούργησαν πραγματικό ηθικοπνευματικό πολιτισμό.
Γ. ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Γ1. Ο Άνυτος εξαιτίας της κακής εκπαίδευσης του γιου του και εξαιτίας της δικής του κακίας (αγνωμοσύνης) ακόμη και αν έχει πεθάνει, τυχαίνει κακής φήμης. Ο Σωκράτης αντίθετα, επειδή μεγαλοποίησε τον εαυτό του στο δικαστήριο, αφού επέσυρε τον φθόνο, περισσότερο έκανε τους δικαστές να τον καταδικάσουν. Σε μένα, λοιπόν, φαίνεται ότι έχει τύχει μοίρα αγαπητή στους θεούς.
Γ2. Σύμφωνα με τον Ξενοφώντα, ο Σωκράτης έδειξε ψυχική δύναμη, γιατί θεωρούσε ότι ο θάνατος είναι γι’ αυτόν προτιμότερος (καλύτερος) από τη ζωή («τοῦ ἔτι ζῆν τὸ τεθνάναι αὐτῷ κρεῖττον εἶναι»), δεν δείλιασε μπροστά στο θάνατο, αλλά ευχάριστα τον δέχτηκε («οὐδὲ πρὸς τὸν θάνατον ἐμαλακίσατο, ἀλλ’ ἱλαρῶς καὶ προσεδέχετο αὐτὸν καὶ ἐπετελέσατο»). Από την άλλη θεωρεί ότι η ανάμνηση και ο έπαινος του Σωκράτη είναι αναγκαίοι και επιβεβλημένοι («μεμνημένος μὴ οὐκ ἐπαινεῖν») και ότι αν βρεθεί άνθρωπος που να συνάντησε πιο ωφέλιμο από το Σωκράτη, τον θεωρεί τον πιο ευτυχισμένο.
Γ3. α.
θεοφιλεστέρων
χαλεπώτερα
Ἡμῖν
θεοφιλῶν μοιρῶν
τῶν βίων
τά χαλεπώτατα
Γ3.β.
γνῶθι
ζῆ
τεθνηκώς (τεθνεώς) ἴσθι ή τέθναθι
Γ4.α.
- διὰ τὸ μεγαλύνειν: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός αναγκαστικού αιτίου στη μετοχή ἐπαγόμενος
- τοῦ ζῆν: έναρθρο απαρέμφατο ως γενική συγκριτική (β΄ όρος σύγκρισης) στο κρεῖττον
- τοῦ ἀνδρὸς: γενική κτητική ως ετερόπτωτος προσδιορισμός στα ουσιαστικά τήν σοφίαν καὶ τὴν γενναιότητα
- ἀξιομακαριστότατον: κατηγορούμενο στο αντικείμενο τὸν ἄνδρα
Γ4.β.
Υπόθεση: εἰ συνεγένετο (εἰ + οριστική ιστορικού χρόνου)
Απόδοση: νομίζω ( οριστική ενεστώτα)
Υποθετικός λόγος του πραγματικού.
Μετατροπή σε υποθετικό λόγο του προσδοκωμένου:
ἐάν συγγένηται (υπόθεση)- νομιῶ (απόδοση)
ΓΑΤΣΙΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ
ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ
ΤΣΙΟΥΤΣΙΟΥ ΣΤΕΛΛΑ
ΓΩΓΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ