Στην Κατερίνη βρέθηκε σήμερα ο τομεάρχης υγείας του ΣΥΡΙΖΑ π. Υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός.
Η εξέλιξη της πανδημίας τον τελευταίο καιρό στην Βόρεια Ελλάδα και η πίεση στο ΕΣΥ, η ανησυχία για την προοπτική της δημόσιας υγείας έφεραν τον π. Υπουργό στη Βόρεια Ελλάδα. Προηγήθηκε η επίσκεψη του στην Ημαθία.
Στην Κατερίνη έφτασε το πρωί και επισκέφτηκε το Κέντρο Υγείας Κατερίνης στο ΙΚΑ και στη συνέχεια στις εγκαταστάσεις του παλαιού Νοσοκομείου το ΤΟΜΥ – τον Ξενώνα Θάλεια και το ΕΚΑΒ, όπου είχε συνάντηση με επιτροπή των υγειονομικών που βρίσκονται σε αναστολή.
Το μεσημέρι βρέθηκε στο Νοσοκομείο Κατερίνης και είχε συνάντηση με το Διοικητή και συζήτησε με το προσωπικό του Νοσοκομείου.
Τον κ. Ανδρέα Ξανθό συνόδευαν η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Μπέτυ Σκούφα, η Δ. Πορφυρίδου, ο Α. Μπίσμπας, ο Αστ. Καστόρης, ο Δημήτρης Ζησιμόπουλος , ο Άρης Ραμπατσιός -Αναπληρωτής συντονιστής ΝΕ Πιερίας
Η ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ Α. ΞΑΝΘΟΥ
Είχαμε σήμερα την ευκαιρία μαζί με την Βουλευτίνα την κ. Σκούφα και με άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να επισκεφθούμε αρκετές δημόσιες υπηρεσίες υγείας του Ν. Πιερίας. Μας ενδιαφέρει να δούμε από κοντά και τις δυσκολίες και τα προβλήματα αυτής της περιόδου αλλά κυρίως να έχουμε την ευκαιρία να επικοινωνήσουμε με το ανθρώπινο δυναμικό τους, που εδώ και 1,5 χρόνο έχουν δώσει μια πολύ σκληρή και υπό αντίξοες συνθήκες μάχη να συμβάλουν στη διαχείριση της πανδημίας και επίσης να κρατήσουν όσο είναι δυνατόν και μια τακτική λειτουργία στο σύστημα υγείας, η οποία δυστυχώς έχει συρρικνωθεί πάρα πολύ.
Το ΕΣΥ λοιπόν, μετά από 1,5 χρόνο βλέπουμε ότι είναι πολύ πιο κουρασμένο και αποδιοργανωμένο από πριν, δεν έχει ενισχυθεί με ανθρώπινο δυναμικό, έχουν γίνει ορισμένες προσλήψεις συμβασιούχων, αλλά νομίζω ότι πάμε σε ένα νέο επιδημικό κύμα, είμαστε στην αιχμή του σε λίγο καιρό χωρίς να υπάρχει η κατάλληλη προετοιμασία και δεν έχουν παίξει ρόλο οι δομές Πρωτοβάθμιας φροντίδας. Εδώ είχαμε την ευκαιρία να συναντήσουμε το προσωπικό των δυο τοπικών μονάδων υγείας της Κατερίνης, οι οποίες προσφέρουν εξαιρετικές υπηρεσίες, είναι ένα νέο μοντέλο λειτουργίας στην Πρωτοβάθμια φροντίδα που δίνει έμφαση όχι μόνο στην παρακολούθηση των χρονίως πασχόντων, αλλά στην πρόληψη και προαγωγή της υγείας. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, το καταλάβαμε τώρα με την πανδημία και έχουν μια κουλτούρα κοινοτικής φροντίδας. Αυτό το σύστημα πρέπει να ενισχυθεί και να πολλαπλασιαστεί και όχι προφανώς να εγκαταλειφθεί.
Πιέζουμε την κυβέρνηση να δεσμευτεί ότι θα υπάρξει μια προοπτική και παράταση της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης και κυρίως μια προοπτική οργανικής ένταξης των ΤΟΜΥ στο εθνικό σύστημα υγείας, έτσι ώστε και οι δομές και το προσωπικό τους να αποτελέσουν στοιχεία του συστήματος υγείας. Να έχουν μια μόνιμη λειτουργία, γιατί όπου να’ ναι θα λήξει η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και πρέπει να αναλάβει την ευθύνη το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων οι εθνικοί πόροι (όπως είχαμε σχεδιάσει και εμείς). Το θέμα λοιπόν, της εθνικής Πρωτοβάθμιας φροντίδας είναι υψίστης σημασίας, ήταν ένα απ’ τα μεγάλα κενά στη διαχείριση της πανδημίας, δεν έπαιξαν ρόλο οι δομές και οι άνθρωποι της πρωτοβάθμιας με αποτέλεσμα όλα τα περιστατικά covid να συσσωρεύονται στα νοσοκομεία, τα οποία στη συνέχεια για να μπορέσουν να ανταποκριθούν σ’ αυτή την πίεση ανέστειλαν την τακτική τους λειτουργία. Πολλές εξετάσεις ρουτίνας και επισκέψεις στα νοσοκομεία σταμάτησαν, δεν εξυπηρετούνταν ο κόσμος και σε μεγάλο βαθμό αναγκάστηκαν να επιβαρυνθούν οικονομικά με υπηρεσίες ιδιωτικού τομέα.
Νομίζω ότι αυτό είναι ένα μοντέλο αποτυχημένης διαχείρισης και πιστεύω ότι η κυβέρνηση σ’ αυτή τη φάση οφείλει να κάνει μια αποτίμηση της συνολικής διαχείρισης, να εντοπίσει τα κενά, τα προβλήματα και τα λάθη, να γίνουν διορθωτικές κινήσεις και κυρίως να υπάρξει μια μακροπρόθεσμου χαρακτήρα επένδυση στο ΕΣΥ, διότι αυτό είναι μια επιταγή της πανδημίας, και σ’ αυτό το σημείο η επιστημονική κοινότητα σε όλο τον κόσμο συμφωνεί. Τα δημόσια συστήματα υγείας και οι δομές Πρωτοβάθμιας φροντίδας απέδειξαν τεράστια αξία και αναγκαιότητά τους και μέσα στην πανδημία, αυτό που χρειάζεται είναι επιπλέον πόρους και ανθρώπινους και υλικούς και ένα συνολικό σχέδιο αναδιοργάνωσης της δημόσιας περίθαλψης στην Ελλάδα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΥΣ
Και στο θέμα της εμβολιαστικής εκστρατείας εκ του αποτελέσματος βλέπουμε ότι υπάρχει μια αναποτελεσματική, μια μη επιτυχημένη εξέλιξη. Είμαστε πολύ πίσω σήμερα από τους μέσους Ευρωπαϊκούς όρους και το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν και μέσα στη χώρα μεγάλες αποκλίσεις στα ποσοστά εμβολιασμού, χωρίς ποτέ να έχει γίνει μια σοβαρή έρευνα και να αναδειχθούν οι βαθύτερες αιτίες που οδηγούν ορισμένες Περιφερειακές Ενότητες, ορισμένες περιοχές της χώρας, ορισμένες ηλικίες, ορισμένα επαγγέλματα κλπ να είναι τόσο πίσω και σε απόκλιση από το μέσο όρο τον ελληνικό. Η Π.Ε. Πιερίας είναι μια από αυτές, σύμφωνα με τα στοιχεία λίγο πάνω από το 40%, είναι πολύ πίσω από τον εθνικό μέσο όρο. Προφανώς υπάρχουν βαθύτερες αιτίες τις οποίες δυστυχώς η κυβέρνηση δεν επέλεξε να αναζητήσει και να πάει στοχευμένα μετά με διαφορετικό μήνυμα στα διαφορετικά ακροατήρια. Θέλει άλλη επικοινωνιακή στρατηγική, αλλιώς απευθύνεσαι σε έναν θρησκευόμενο ηλικιωμένο, αλλιώς σε έναν νέο μαθητή/ φοιτητή, αλλιώς σε μια νέα γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας. Νομίζω λοιπόν, ότι χρειάζεται ένα restart στην εμβολιαστική στρατηγική, δεν χρειάζεται ούτε έπαρση ούτε αλαζονεία ούτε στοχοποίηση ανθρώπων, οι οποίοι έχουν αμφιβολίες, ερωτηματικά, δυσπιστούν και βεβαίως χρειάζεται ένα σθεναρό κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο απέναντι στη φασίζουσα ακροδεξιά, η οποία αξιοποιεί αυτό το κλίμα κοινωνικής δυσφορίας για να ξανασηκώσει κεφάλι. Πρέπει λοιπόν, να κάνουμε μια τεράστια προσπάθεια να πείσουμε με πιο οργανωμένη και τεκμηριωμένη στρατηγική, αξιοποιώντας θεσμούς, δομές και ανθρώπους που έχουν επιρροή στους πολίτες, πρέπει και η εκκλησία να βοηθήσει εμπράκτως και όχι με μια κεντρική δήλωση της Ιεραρχίας. Πρέπει και η αυτοδιοίκηση επίσης να βοηθήσει, οι κοινωνικές δομές των δήμων, οι επιστημονικοί φορείς, οι αθλητικοί φορείς, οι καλλιτέχνες. Πρέπει να γίνει λοιπόν μια κοινωνική συστράτευση, αυτό είναι το μήνυμα. Χρειάζεται ένα μέτωπο λογικής, ένα μέτωπο ορθού λόγου, ένα μέτωπο που περιορίζει τον αντιεπιστημονικό σκοταδισμό και αναδεικνύει τον εμβολιασμό ως μια πράξη όχι μόνο ατομικής προστασίας αλλά και μια πράξη κοινωνικής αλληλεγγύης και φροντίδας για ευάλωτους συνανθρώπους μας.
Συνάντηση με ανεμβολίαστους υγειονομικούς σε αναστολή
Απευθυνόμενος προς τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς είπε:
Αυτό που πρέπει να γίνει είναι να ανασταλεί η εφαρμογή του νόμου τώρα! Να γυρίσετε πίσω στις δουλειές σας, δεν περισσεύει κανένας αυτόν τον καιρό και εν πάση περιπτώσει να σκεφτούμε, να βάλουμε ορισμένες δικλίδες ασφαλείας για να προστατευτείτε και εσείς αλλά και να προστατευθούν και οι άνθρωποι που εξυπηρετούνται από το σύστημα υγείας. Ήθελαν να κάνουν μια επίδειξη πυγμής περισσότερο παρά μια επί της ουσίας παρέμβαση για να περιορίσουν τον covid. Εμείς πραγματικά είμαστε απολύτως μαζί σας στο δικαίωμα εργασίας, είναι σημαντικό για εμάς, είναι απαραβίαστο και ιερό. Εννοείται πως δεν ψηφίσαμε αυτή τη ρύθμιση και ασκούμε κριτική όποτε μπορούμε , όποτε μας δίνεται η ευκαιρία.
Και, τώρα πια με το ιδιαίτερο ποσοστό εμβολιασμού που υπάρχει, είναι διαχειρίσιμη η κατάσταση, μπορούμε να επιστρέψουν οι άνθρωποι και να σταματήσει αυτή η ταλαιπωρία, και η επιβάρυνση ψυχική και οικονομική. Το γεγονός ότι δέχονται έναν ατελή εμβολιασμό που μπορεί κάποιος να γυρίσει στη δουλειά του, άρα το επιχείρημα ότι κινδυνεύει η δημόσια υγεία αποδυναμώνεται αλλά νομίζω ότι η νέα πολιτική ηγεσία είναι πιο σκληρή σ’ αυτά τα θέματα.
Τα παράπονα
Παράπονο εξέφρασαν οι υγειονομικοί λέγοντας: Έχουμε παράπονα από την αντιπολίτευση όσον αφορά τα self test όταν συνδέθηκε με την στέρηση μισθού στην περίπτωση που δεν κάνουμε self test στο εργασιακό κομμάτι και θεωρούμε ότι η αντιπολίτευση δεν στάθηκε δίπλα στους εργαζόμενους.
Η Μπέτυ Σκούφα
Το λόγο πήρε η βουλευτής Μπέτυ Σκούφα μιλώντας για την τελευταία ερώτηση του Σεπτεμβρίου που υπέβαλε στη Βουλή, όταν ανέκυψε το τεράστιο εργασιακό πρόβλημα και για εσάς που δεν ξέρετε τι μέλει γενέσθαι στις ζωές σας και αν θα χάσετε τις δουλειές σας λόγω προσωπικής επιλογής αλλά και για το γεγονός ότι αποδυναμώθηκε το νοσοκομείο με τις 122 αναστολές.