200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821
ΕΝΑΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ
Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η τοπική ιστορία του Μεγάλου μας Αγώνα, ως συνδεδεμένη με την περιώνυμη ιστορία «των Λαζαίων και των άλλων Ολυμπίων», υπήρξε, από τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, ζώσα πραγματικότητα και κατάσταση ψυχής. Πρώτος μου απέθαντος δάσκαλος η μακαρίτισσα η γιαγιά μου, η Γιάννω1, και ζωντανή εκφραστές των ηρωικών τους κατορθωμάτων ο παππούς ο Χρίστος, ο πατέρα μου και οι γεροντότεροι του χωριού με τα μελωδικά τους τραγούδια, που ενσάρκωναν στην παιδική φαντασία μου και γιγάντωναν τις μορφές των δικών μας ηρώων. Στις γιορτές τ’ Αϊ- Γεωργιού και της Αγιά – Παρασκευής το πανηγύρι, τα τραγούδια των Λαζαίων κατηχούσαν θρηνητικά, συγκλονίζοντας την παιδική μου ψυχή. Θρηνολογούσαν καταστροφές του τόπου και ηθικές ταπεινώσεις, μοιρολογούσαν το θάνατο γενναίων παλικαριών, ζωντάνευαν πολεμικές αναμετρήσεις των Λαζαίων μακριά από τα Πιέρια και τον Όλυμπο, ανατολικά, πιο κάτω κι απ’ τη Σαλονίκη, στη Χαλκιδική … Κι ο ήχος έφτανε καθάριος στις ρεματιές του «Παλατιού» 2 αντηχούσε στα χαλάσματα του πύργου των Λαζαίων, στα φαράγγια και στους σταχτιούς βράχους του Ολύμπου, θεριεύοντας μέσα μου τις μορφές των δικών μας ηρώων.3 Ο,τι κενό άφηνε η τοπική λαϊκή μας μούσα, το συμπλήρωναν οι ατέλειωτες ιστορίες της γιαγιάς, που τις είχε ακούσει απ’ τη δική της γιαγιά, που ήταν σύγχρονη των Λαζαίων, τους είχε «ζήσει» όπως της έλεγε, και τα «γνώριζε» όλα: Τα παθήματα και τους καημούς, τις επιδρομές, τις λεηλασίες και τις σφαγές των Αρβανιτάδων του Αλήπασα! Αμέτρητες φορές τα είχα ακούσει αυτά, όπως και τις ιστορίες του «στοιχειωμένου» πια πύργου, με τις νεράιδες και τα ξωτικά, που «βγαίναν» συχνά – πυκνά… άκακα βέβαια – και «πείραζαν» τους ανθρώπους, που είχαν απομείνει στο χωριό με τα ζωντανά τους… Ατέλειωτα τα παραμύθια και οι ιστορίες της γιαγιάς, με κάποιες μισοαλήθειες για τον πύργο, που τον έκαψαν μόνοι τους οι Λαζαίοι, για να ξεγελάσουν τους Αρβανίτες και να βγουν απ’ την κρυφή υπόγεια έξοδο, το λαγούμι, που τάχα έβγαζε μακριά, άλλοτε στα Τσαΐρια και άλλοτε στη βρύση του Γκέκα, .. που πάντοτε με μπέρδευαν και είχα δίκαιες … απορίες.
Όλα αυτά όμως έπαιξαν το δικό τους ρόλο, ώστε να βιώσω πραγματικά αυτήν τη γνήσια λαϊκή παράδοση του τόπου μας και – ν’ αποκτήσω αργότερα – μια παράξενη διάθεση διερεύνησης της ιστορικής αλήθειας, που κρυβόταν στα τραγούδια και στην προφορική παράδοση των Μηλιωτών. Αποτέλεσμα των πολυχρόνιων ιστορικών μας αναζητήσεων είναι το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας…
- Είναι αυτονόητο ότι η ιστορία της Πιερίας, αρχαία, μεσαιωνική – βυζαντινή και νεότερη, με ό,τι και όσα διαδραματίστηκαν στο χώρο αυτό, για την ταπεινότητά μας είναι υπόθεση ιερή. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι να παρουσιάσει, συνοπτικά μεν την ιστορία της αρχαίας και βυζαντινής Πιερίας, εναργέστερα δε και λεπτομερέστερα την ιστορία των προεπαναστατικών και μετεπαναστατικών χρόνων, μέσα από κείμενα και τεκμηριωμένες αποδείξεις, για τον προσδιορισμό της ιστορικής αλήθειας των γεγονότων, χωρίς προκατάληψη και με γνώμονα τη λογική και την αντικειμενικότητα. Πυρήνας της εργασίας «οι Λαζαίοι και οι άλλοι Ολύμπιοι», οι αγώνες, οι θυσίες και η προσφορά τους στην υπόθεση της ελευθερίας του Έθνους από την οθωμανική καταδυνάστευση, σε μια δραματική πορεία αιώνων του Βόρειου Ελληνισμού. Κέντρα αντίστασης στη Νότια Μακεδονία, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της κατάκτησης των Οθωμανών, ο Όλυμπος, τα Πιέρια και το Βέρμιο, νοτιοδυτικότερα στη ΒΔ Θεσσαλία, ο Τίταρος, τα Καμβούνια, τα Αντιχάσια και τα Χάσια. Κυρίαρχος ο Όλυμπος, o πιο γνωστός σε όλους, απ’ τους μύθους και το «Δωδεκάθεο» των αρχαίων, με τους πρώτους Κλέφτες, τους «αντάρτες» κατά των κατακτητών, τους «Ολύμπιους» ήρωες του υπόδουλου Ελληνισμού, επικράτησε ονοματολογικά και έδωσε στα επόμενα χρόνια, μέχρι και την Εθνεγερσία του ’21, το όνομά του – προσωνύμιο πλέον – σε πλήθος αγωνιστών του Ιερού μας Αγώνα. Αυτοί ήταν «οι Ολύμπιοι» Κλεφταρματολοί 1, Κλεφτοπειρατές2, Καπεταναίοι, οπλαρχηγοί, σωματάρχες και, μετά το 1822, στρατηγοί, υποστράτηγοι, χιλίαρχοι, πεντακοσίαρχοι κ.λ.π.3
Οι Λαζαίοι, που με το Γενάρχη τους «Έξαρχο» Τόλιο Λάζο – τον «Πρωτολάζο» διαφέντευαν Όλυμπο και Πιέρια, τουλάχιστο από το 1730 και μετά και με καθέδρα του Αρματολικιού τους τη Μηλιά, στην καρδιά της ανατολικής πλευράς τω Πιερίων, αναδείχθηκαν στα μεταγενέστερα χρόνια η πλέον περιώνυμη οικογένεια Κλεφταρματολών της Μακεδονίας, σε διάρκεια, αγώνες, θυσίες και προσφορά στην ιερή υπόθεση της Ελευθερίας του υπόδουλου Βόρειου Ελληνισμού. Τούτοι οι αγωνιστές της Ελευθερίας είχαν – κατά καιρούς – άξιους συνεργάτες, μεγάλες μορφές του Αρματολισμού, το Ζήδρο, το Λάπα, το Σπύρο και τους Συροπουλαίους, τους Μπιζιωταίους, τον Παν.Τσάρα και το γιό του Νικοτσάρα, τον Ν. Ραδαινιώτη και τους τρεις (3) γιούς του αργότερα, με προεξάρχοντα τονΔιαμαντή, τον Τσέλιο ( Στέργιος) Μποταϊτη, μια ανδρεία λησμονημένη ολύμπια μορφή, τον ατρόμητο Ν. Τσακνάκη, το γενναίο και σώφρονα Κ. Μπίνο, τον ακατάβλητο Γούλα Δράσκο, τον Παν. Λιάκο και τους γιούς του Λιακοπουλαίους, Μήτρο και Νικόλαο, αλλά και αμέτρητους άλλους γενναίους άνδρες της ολύμπιας και παρολύμπιας περιοχής, όλοι τους «Ολύμπιοι» και οι Λαζαίοι μαζί.
Παράλληλα με τα ιστορικά στοιχεία και όσες άλλες πληροφορίες στάθηκαν δυνατό να συλλέξουμε από πρωτογενείς πηγές (αρχικά έγγραφα, απομνημονεύματα αγωνιστών, κώδικες εκκλησιών και μοναστηριών), αλλά και από δευτερογενείς, που προσφέρει η πλούσια βιβλιογραφία αξιόλογων ιστορικών και ερευνητών για το θέμα, συνδυαζόμενα με τη στοματική παράδοση και όπου αυτή επιβεβαιώνεται από γραπτές μαρτυρίες, θαπροσπαθήσουμενα δώσουμε εναργέστερη εικόνα των Λαζαίων διαχρονικά, μέχρι την επανάσταση του 1878.
Ταυτόχρονα και μετά από τις ίδιες πηγές, με τη συλλογή και τη διασταύρωση πληροφοριών με πολύ προσωπική μελέτη, κριτική επεξεργασία, ερμηνεία, ανάλυση και αξιολόγηση των ιστορικών στοιχείων, θα επιχειρήσουμε να βιογραφήσουμε, όσο αυτό είναι εφικτό με τις πληροφορίες που διαθέτουμε, περισσότερους από είκοσι πέντε (25) Ολύμπιους, γνωστούς, ελάχιστα γνωστούς και άγνωστους στο ευρύ αναγνωστικό κοινό, Κλεφταρματολούς που μάτωσαν, πόνεσαν, θυσίασαν τα πάντα- θυσία και οι ίδιοι στο βωμό της ελευθερίας, του Έθνους, για τη σωτηρία και το μέλλον του μακεδονικού Ελληνισμού.Γι’ αυτό τον Ελληνισμό που χύθηκαν ποτάμια αίμα, που πάλεψε για αιώνες τους δυνάστες του, που άντεξε στις παντοειδείς πιέσεις και φυλετικές αφαιμάξεις, που πέθανε κι αναστήθηκε αμέτρητες φορές, ο Γάλλος καθηγητής, φιλόλογος και αρχαιολόγος, Βίκτωρ Μπεράρ1 , σημειώνει, πριν από 103 περίπου χρόνια, με πολλή συναίσθηση.
« Ο ελληνισμός δεν είναι υλική κατασκευή, ούτε προϊόν της φύσης. Τα άλλα έθνη δημιουργήθηκαν σχεδόν παρά τη θέλησή τους από την τύχη, το κλίμα, την εξωτερική δύναμη ανθρώπων και πραγμάτων. Ο ελληνισμός πλάθεται μόνος του. Είναι έργο του πνεύματος, είναι το λιγότερο υλικό από όλα τα ανθρώπινα έργα. Ας πάρουμε το παράδειγμα της Μακεδονίας. Ο κ. Καλοστύπης2 μας μιλά για Έλληνες ελληνόφωνους και για Έλληνες αρβανιτόφωνους, βλαχόφωνους ή βουλγαρόφωνους, δηλαδή για Έλληνες που μιλούν μόνο ελληνικά και για Έλληνες που μιλούν και αρβανίτικα, βλάχικα και ή βουλγάρικα. Το Κρούσοβο είναι βλαχοφωνο, η Κοριτσά αρβανιτόφωνη και τα Βοδενά βουλγαρόφωνα. Στις τέσσερις Ελληνομακεδόνες τουλάχιστον οι τρεις είναι Αρβανίτες, Βλάχοι ή Βούλγαροι, κι όμως και οι τέσσερις είναι Έλληνες… Ο ελληνισμός δεν είναι λοιπόν το σύνολο των φουστανελοφόρων, ούτε των ισιομύτιδων, ούτε των ελληνόφωνων, ούτε των ορθόδοξων. Κοντολογίς, ένας Έλληνας δε φέρει κανένα εμφανές σημείο της εθνικότητας του και το μοναδικό κριτήριο, που μπόρεσα να ανακαλύψω είναι η απάντηση: «Είμαι Έλληνας» που τις πρώτες ερωτήσεις σου ένας Έλληνας δε θα παραλείψει να σου δώσει. Ο Βούλγαρος ή ο Σέρβος θεμελιώνουν τα έθνη τους πάνω σε φυλετικές ή θρησκευτικές θεωρίες. Το θεμέλιο του Έλληνα είναι η ελεύθερη προσχώρηση του. Απαιτεί μια τελείως σύγχρονη σπουδή το αναπτυσσόμενο τούτο έθνος, που μεγαλώνει όχι με τους παλιούς εκείνουςτρόπους με τη βία του πολέμου και την κλαγγή του ξίφους των σωτήρων ή με τη μηχανική συμβολή του τυχαίου της γειτονίας ή των περιστάσεων, αλλά ακολουθώντας κατά κάποιο τρόπο την τελευταία φιλοσοφική διατύπωση με την κατάκτηση των πνευμάτων και την ελεύθερη συναίνεση των ατόμων. Στον ελληνισμό αξίζει το όνομα της Μεγάλης Ιδέας, κατά το ότι δεν είναι παρά η συνισταμένη των ατομικών ιδεών και επειδή, για να είσαι Έλληνας,αρκεί, πάνω από όλες τις υλικές διαφορές, να πιστεύεις στην Ιδέα, να ελπίζεις στην Ιδέα, να ξζει με την Ιδέα».
Αναμφισβήτητα ο Ελληνισμός της Μακεδονίας – και οι Ολύμπιοι- πίστευαν και ζούσαν κατά τον V. Berard, με τη Μεγάλη Ιδέα της παλινόρθωσης του Ελληνισμού, της απελευθέρωσης από το ζυγό της τουρκικής σκλαβιάς και της εθνικής τους αποκατάστασης. Γι’ αυτήν την Ιδέα – ιδανικό αγωνίστηκαν με πάθος οι Ολύμπιοι σε όλους τους εθνικούς αγώνες. Στις προεπαναστατικές εξεγέρσεις, στον Ιερό Αγώνα του ’21, στα επαναστατικά κινήματα του 1854 και του 1878, στο έπος του Μακεδονικού Αγώνα και στην εθνική ανάταση του 1912-1913. Στις σελίδες που θα ακολουθήσουν, θα παραθέσουμε διεξοδικά, γεγονότα και πράξεις, δεινοπαθήματα, ηρωϊσμούς και ολοκαυτώματα των Ολυμπίων, κατά χρονολογική σειρά3, σε μια προσπάθεια να δώσουμε πληρέστερη την εικόνα της ιστορικής πορείας τμήματος του υπόδουλου Βόρειου Ελληνισμού, των Ολύμπιων. Θα ήταν σοβαρή παράλειψη, αν δεν ευχαριστούσα από τα βάθη της καρδιάς μου, όλους εκείνους που ερεύνησαν το θέμα και έγραψαν γι’ αυτό, δίνοντάς μου την αφετηρία και την ευχέρεια της έρευνας, της συλλογής, της επιλογής, της επεξεργασίας και της κριτικής αξιολόγησης των πληροφοριών τους. Κι είναι τόσοι πολλοί που , αν τους κατονόμαζα, φοβάμαι ότι θα χρειαζόταν σημαντικός χώρος επεξεργασίας πολύτιμος, αλλά και παράκαιρος για εισαγωγή ιστορικής μελέτης. Στον πίνακα άλλωστε των πηγών και των βοηθημάτων θα αναφερθούν λεπτομερώς οι ιστορικοί συγγραφείς – ερευνητές και τα έργα τους. Επιχειρώ μία εξαίρεση μόνο και εκφράζω άπειρες ευχαριστίες στον ακάματο ιστορικό ερευνητή και συγγραφέα, Βεροιώτη δικηγόρο, κ. Γεώργιο Χιονίδη – προσωπικά μου είναι εντελώς άγνωστος- για το πολύπλευρο έργο του, συγγραφικό και ερευνητικό. Που δόθηκε αφορμή να γραφεί το βιβλίο αυτό. Θέλω τέλος να ευχαριστήσω όλους εκείνους τους επώνυμους και ανώνυμους απλοϊκούς ανθρώπους της ορεινής Πιερίας, παραποτάμιας Ημαθίας, ΒΑ Θεσσαλίας, Δ. Μακεδονίας, Φθιώτιδας και Β. Εύβοιας, καθώς και όλους εκείνους που μας έδωσαν στοιχεία της τοπικής προσφοράς – παράδοσης ή άλλες πληροφορίες και συνέβαλαν, έστω και ελάχιστα, στη συγγραφή αυτής της εργασίας. Εκφράζουμε προς όλους τις εγκαρδιότερες ευχαριστίες μας.-
Κατερίνη 14-6-2020
Ο συντάκτης του έργου
(Νικόλαος Βασ. Σαϊδές)