Από τον Ιωάννη Σιδηρόπουλο
(Γεν. 22-1-1788 – Θαν. 19-4-1824)
Από τον Ιωάννη Σιδηρόπουλο
Δικηγόρο, πρώην πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Κατερίνης
Με αφορμή την 19η Απριλίου, ημερομηνία θανάτου του Λόρδου Βύρωνα, του Μεγάλου αυτού Άγγλου φιλέλληνα – ποιητή, που θυσίασε την περιουσία και τη ζωή του και πέθανα στις 19-4-του 1824, στο Μεσολόγγι σε ηλικία 36 ετών και 3 μηνών, σαν Έλληνας. Κι εγώ νοιώθω την ανάγκη να γράψω το αφιέρωμα αυτό. Αυτές τις λίγες γραμμές στον Άνθρωπο που προσέφερε μεγάλες και ανεκτίμητες υπηρεσίες στην υπόθεση της Ανεξαρτησίας μας, θυσιάζοντας τελικά ακόμη και τη ζωή του, για την ΙΔΕΑ της Ελευθερίας ενός ξένου, γι αυτόν, Λαού.
Το ξέρω πως είναι δύσκολο μέσα σε λίγες γραμμές και στα πλαίσια ενός σύντομου αφιερώματος, να καλύψει κανείς, και να αναλύσει τη ΖΩΗ και το έργο του Λόρδο Βύρωνα.
Επειδή όμως το αφιέρωμα αυτό δεν έχει σαν σκοπό να αναλύει το ποιητικό του έργο και να περιγράψει το σύνολο της πολυκύμαντης ζωής του, κάτι που έχω κάνει σε άλλο αφιέρωμα, σήμερα αυτές τις λίγες γραμμές και στα πλαίσια αυτού του συνοπτικού δημοσιεύματος, θα επιχειρήσω να προσεγγίσω το Λόρδο Βύρωνα μόνο σε σχέση με την Ελλάδα και την προσφορά του στην πατρίδα μας, στην Ανεξαρτησία ενός μακρινού και ξένου για αυτόν Λαού, του Ελληνικού.
Ο 19ος αιώνας, όπως συμφωνούν όλοι οι ιστορικοί, ανέδειξε δύο Μεγάλους Άνδρες, τον Ναπολέοντα που καθυπόταξε τα σώματα των συγχρόνων του και τον Λόρδο Βύρωνα, που θριάμβευσε πάνω στο πνεύμα τους.
«Άνδρα πολύψυχο» τον αποκάλεσε ο Σπάιερ. «Πουλί Φλεγόμενο», τον χαρακτήρισε ο Γκαίτε.
Ο Λόρδος Βύρων ήρθε στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 1823 στο πιο δύσκολο σημείο του Αγώνα της για Ανεξαρτησία, σε μια εποχή, που μετά το θρίαμβο των όπλων, υπήρχε ο κίνδυνος λόγω των μεταξύ μας φιλονικιών και των πολιτικών φανατισμών, ο διχασμός να οδηγήσει σε αλληλοσφαγές. Ήρθε ακριβώς στις ώρες που ασχολούμασταν περισσότερο μεταξύ μας και λιγότερο με τους Τούρκους.
Ο ποιητής από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στο Μεσολόγγι τον Ιούλιο του 1823 και για όλο το διάστημα των επόμενων 10 μηνών, έως το θάνατό του, σπατάλησε όλη του την περιουσία και κάθε του δραστηριότητα και τη ζωή του τελικά, σε μια προσπάθεια να ενώσει τις δύο αντιμαχόμενες φατρίες του Μαυροκορδάτου και του Κολοκοτρώνη, με παραινέσεις, επιστολές, συμβουλές και συσκέψεις, ώστε να επικρατήσει η λογική, η ηπιότητα και η ομοψυχία χάριν του Εθνικού Συμφέροντος, δυστυχώς όμως μάταια.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα του διχασμού ο Μπότσαρης του έγραψε: «Η εξοχότητά Σας, είναι ακριβώς ο άνθρωπος που έχουμε ανάγκη».
Ο δε Παπαρηγόπουλος, αναφέρει στην ιστορία του: «Αν αυτός δεν ήταν ο ειλικρινέστερος Φίλος και Σύμβουλος του Ελληνικού Έθνους, εκείνες τις ώρες, ίσως η πορεία του 21 να διέφερε».
Ο ίδιος ο Βύρων στις επιστολές του προς τους εκπροσώπους της κάθε αντιμαχόμενης πλευράς έγραφε, μεταξύ άλλων, πάντοτε:
«.. Να συνειδητοποιήσουμε την Ανάγκη Δημιουργίας Ενιαίου Εθνικού φρονήματος και ισχυρής Κυβερνητικής Αρχής.
Όμως οι χειμωνιάτικες βροχές και το υγρό κλίμα νίκησαν τον Βύρωνα και προς απογοήτευση του ο θάνατος ήρθε στις 19 Απριλίου 1824 με τη μορφή ύπουλης αρρώστιας κι όχι από σφαίρα όπως θα ήθελε.
Η κυβέρνηση Μαυροκορδάτου, διέταξε να γίνει πάνδημη η κηδεία του και κήρυξε Εθνικό πένθος το δε λείψανό του σκεπασμένο με την Ελληνική Σημαία μεταφέρθηκε στην Αγγλία, όπου τοποθετήθηκε στον οικογενειακό τάφο των Μπάιρον στην κομητεία του Νόττινχαμ.
Αρκετά χρόνια μετά το 1881 στο Μεσολόγγι, στον κήπο των Ηρώων, στήθηκε ο ανδριάντας του Βύρωνα. Και στη συνέχεια, ο Στέφανος Σκυλίτης δώρισε στην Αθήνα τη συμβολική παράσταση – Γλυπτική «Η Ελλάδα στεφανώνει τον Βύρωνα», που βρίσκεται στο Ζάππειο. Ο Βύρων είχε μελετήσει τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό από τον Όμηρο, μέχρι τους τραγικούς συγγραφείς, Αισχύλο, Σοφοκλή και Ευριπίδη, καθώς και τη φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη και είχε πάθος και αγάπη για την κλασσική Ελλάδα στο όνομα της οποίας αγαπούσε όλους τους Νεοέλληνες και επεδίωκε την ελευθερίας τους και την Ανεξαρτησία της Ελλάδας.
Με θαυμασμό και θρήνο έγραφε:
«Όμορφη Ελλάδα! Θλιβερό απομεινάρι δόξας Αρχαίας, δεν υπάρχεις πιά. Κι όμως είσαι Αθάνατα. Κι αν ξεπεσμένη στέκεις Ελλάδα, είσαι Μεγάλη».
Ενώ σε άλλα σημεία των γραπτών του, αλλά και των επιστολών του γράφει, προτρέποντας τους Έλληνες στη μόνη λύση για την Ανεξαρτησία τους, που είναι η θυσία για την πατρίδα, λέγοντας τους, «Να μη θαρρείτε πως τη Λευτεριά θ’ αρθούν να Σας τη δώσουν οι Γάλλοι ή ο Μόσκοβος, ή τα άρματα τα ξένα. Σκιές Ηρώων, σπάστε πια την ανταρσία των τυράννων σας».
Η περίπτωση του Λόρδου Βύρωνα, είναι Μοναδική στην ιστορία και σε όλη την ανθρωπότητα. Δηλαδή, ένας ξένος να εγκαταλείπει όλες τις ανέσεις του, τη δόξα του, τα πλούτη, την ησυχία και τη σιγουριά της πατρίδας του της Αγγλίας, και να έρθει , νέος, 35 ετών ( καταξιωμένος ήδη στην Ευρώπη), στην Ελλάδα για να αγωνισθεί στο πλευρό των Ελλήνων για την Ανεξαρτησία της πατρίδας μας στην οποία και να χάσει ακόμη και τη ζωή του, ξεψυχώντας στα ιερά χώματα της Ελλάδας.
Με την πράξη του αυτή ο Βύρωνας, έγινε το Σύμβολο και ο Φάρος, που θα δείχνει πάντοτε, ότι οι Μεγάλες Αξίες της Ελευθερίας, της Δικαιοσύνης, της Ισότητας και της Ανεξαρτησίας δεν έχουν σύνορα.
Γι αυτές τις αξίες αγωνίσθηκε ο Λόρδος Βύρωνας και για αυτό θα μας θυμίζει εκείνον το ρομαντικό αγωνιστή και Ήρωα και στην καρδιά του κάθε Έλληνα καθώς και στη μνήμη μας θα έχει πάντοτε μια θέση.
Και να πόσο απλά, ο μεγάλος μας ποιητής Κωστής Παλαμάς αποτυπώνει με λίγα λόγια το πέρασμα του Βύρωνα από την Ελλάδα:
«Της Θείας της Γης Διαλαλητής, μα και κριτής,
της έφερε τη λύρα και το σπαθί του αντάμα,
κι ήρθε και σβει στη λιμνοθάλασσα
τη Φλόγα της ζωής του και το δράμα..»