Σφήνες του Αφεντούλη
Όλα τα περίμενε ο εμπειροτέχνης πολιτικός αναλυτής, θείος Αφεντούλης, αναγνώστες μου, αλλά να μας κάνει τη ζωή δύσκολη κι ο Πρωθυπουργός, που τον έχουμε μη στάξει και μη βρέξει, από «σφηνών», λέμε τώρα, αφού τον Αφεντούλη πολλοί συμπάθησαν αλλά την πένα του ουδείς, για να μην ξεχνιόμαστε.
Τέλος πάντων. Σημασία έχει πως την εσπέρα του Σαββάτου, 24 του περασμένου Σεπτέμβρη, ο Αλέξης, εξερχόμενος της, εν Βιέννη και με θέμα το προσφυγικό, «μίνι» Συνόδου Κορυφής των δέκα ηγετών των χωρών του λεγόμενου «βαλκανικού διαδρόμου», δήλωσε: «Οι άνθρωποι δεν είναι λαθραία τσιγάρα», προς αποστόμωση των ξενόφοβων, με αποτέλεσμα να αναστατώσει τη στήλη.
Ναι, για(!), κι αντιρρήσεις δεν δεχόμαστε, όταν στο καπάκι του εύστοχου μηνύματος, ομολογούμε, δεχτήκαμε την παρέα του καπνιστή μικροσυνταξιούχου, «Μήτσου», με τον αρειμάνιο να παραφράζει Φίλιππο Νικολάου, άδοντας περίλυπος:
Τι να σου πω…
Το άδειο μου πακέτο, βλοσυρός, κιαλάρεις, / δεν ξέρω τι ζητάς και αν φουμάρεις, / αχ(!) πώς να βρω τσιγάρο να σκεφτούμε, / γουλιά – γουλιά, τα ζόρια μας να πούμε.
Μα τι να πω, / που ‘μαι στεγνός από ψιλά, τα χρέη μέσα(!), / τρόπους ζητώ, / μπας και ξεφύγω απ’ την πρέσα.
Τι να σου πω, / άδειο πακέτο, πρόσφυγά μου, / κι αν δεν κερνώ, / ευθύνονται τα δάνειά μου.
Που δεν μπορώ / ούτε τσιγάρο να προσφέρω, / να προσποιούμε / πως δεν σε ξέρω.
Δεν έχω μάθει λόγια όμορφα να λέω, / κι αν τα περίμενες, σύρε αλλού να ψάξεις, / εδώ που είμαι άσε με να κλαίω, / απ’ τα χαράτσια δεν μπορείς να μ’ απαλλάξεις.
Ναι, ναι, μην πεις, / μες στα Μνημόνια που ζω φυλακισμένος / ο «αλτρουισμός» / μοιάζει με λέξη που τη λέει σαστισμένος.
«Γιατί να πεις; Λάβε τσιγάρο, φουμάρισε, καλμάρισε, και σκέψου» πρότεινε, αίφνης ο Σύριος φίλος που γνώρισε ο «Μήτσος» προ έτους. Και σε άπταιστα ελληνικά, μάλιστα, χαρά στη γλωσσομάθειά του(!), γεγονός που παρώθησε τον αρειμάνιο να μυήσει τον φιλοξενούμενο στη γραφή της στήλης, οπότε πείτε κι εσείς, πολύπειροι, αναγνώστες μου.
Είναι να μην απορούμε ποιος από τους δύο, τη βγάζει πιο τσίφτικα στην ένδοξή μας χώρα που το «κανόνι βάρεσε» κι έχουμε ζόρια τώρα;
Τέλος πάντων. Επειδή ουδείς τόλμησε να ζητήσει τον λόγο, το μικρόφωνο πηγαίνει στην παρέα για να απολαύσουμε, σε παράφραση Πυθαγόρα – όχι ο φιλόσοφος των τριγώνων. Ο στιχουργός των αγώνων μάς ενέπνευσε, αμ πώς! – το «λιτοδίαιτο» άσμα:
Στων Μνημονίων τα στενά,
ο «Μήτσος» κλαίει τα δειλινά
κι εκπατρισμένος πλάι του
κερνάει και τραγουδάει του:
Σύρος εγώ κι εσύ Ρωμιός
κι εγώ λαός κι εσύ λαός
εσύ φτωχός κι εγώ φτωχός
όμως κι οι δυο ζητούμε φως.
Μ’ ένα τσιγάρο και κρασί
ξεσκάω εγώ ξεσκάς κι εσύ,
πιες λίγο από το τάσι μου
αδέρφι και καρντάση μου,
ο Αλέξης έλαβε το μήνυμα; Όβερ(!), κι ας μην υπενθυμίσει ότι «το τσιγάρο απαγορεύεται στους κλειστούς δημόσιους χώρους», καθόσον για να παραβούμε τον νόμο πρέπει πρώτα να γεμίσει το άδειο πακέτο μας, αίτημα την ικανοποίηση του οποίου απαγορεύει η δημοσιονομική πειθαρχία του παρόντος, τις περιπλοκές μέσα!…