Σφήνες του Αφεντούλη
Όπως θα καταλάβατε ήδη, αναγνώστες μου, ο τίτλος δηλοί τη, σε εκπλήρωση χτεσινής υπόσχεσης, πρόθεση τού εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη, να διερευνήσουμε περαιτέρω, σήμερα, πρώτη του Φλεβάρη, καλό μήνα(!), την εξ αφορμής της πρόσφατης κακοκαιρίας, «αντισφαίριση», ελληνιστί, «τένις»(!), ευθυνών των αρμοδίων, άκουσε ο χαμηλοσυνταξιούχος, «Μήτσος»;
«Παρών, λείπει ο κατηγορών;» αποκρίθηκε ο βάσει «ημερολογίου συμβάντων» (σ.σ. το θυμάστε;) σχολιαστής μας, πανέτοιμος να συνεχίσει τον εξάψαλμο σε παράφραση λαϊκού τροβαδούρου, Χρηστάκη, άδων:
Απαγορεύσεις στις διανυκτερεύσεις.
Έχω τόση ώρα στη γωνιά,
ψάχνω κάπου να περάσω τη βραδιά,
θα με φάει τ’ αγιάζι, η παγωνιά, αμάν, τι βαρυχειμωνιά.
Είναι το κρύο, είναι το κρύο, είναι το κρύο τσουχτερό,
να το αντέξω δεν μπορώ,
κι αν δε μ’ ανοίξετε να μπω, κι αν δε μ’ ανοίξετε να μπω,
θα με βρουν στην πόρτα σας ξερό.
Ξέρω, ότι έχετε καρδιά,
άστε τα γινάτια σας, ανοίξτε τα παλάτια σας,
έχω μπει στο μάτι του χιονιά κι έξω με θα φάει η παγωνιά,
ικετεύσαμε, αναγνώστες μου, υποδυόμενοι τον άστεγο των Αθηνών που, ζυγώνοντας μεσάνυχτα, με το θερμόμετρο να δείχνει υπό το μηδέν – πού; Στην Αθήνα, πάει χάλασε το κλίμα! – επισκέφτηκε τη δημοτική αίθουσα φιλοξενίας στην οδό Πανόρμου αλλά λογάριασε χωρίς τα έθιμα των «βιλαετιών», το είπαμε.
Που τήρησε, όμως, ο αρμόδιος υπάλληλος. Αποτέλεσμα; Βλέποντας το ωράριο να λήγει κι αντικαταστάτης να μην έρχεται, σφάλισε το «μαγαζί», προκειμένου να παραγγείλει καμιά ένορκη διοικητική εξέταση κι ο δήμαρχος, Γιώργος Καμίνης, για να μην αφήσει όλη τη δόξα στον συνάδελφο της συμπρωτεύουσας, Γιάννη Μπουτάρη, αμφιβάλλει κανείς;
Δεν ελπίζω(!), σε φιλόξενο «κλίμα», όταν:
Πέφτουν μπαταριές στων Εξαρχείων τις παρυφές.
Περί της μετά βδελυγμίας καταδικαστέας τρομοκρατικής επιθέσεως εναντίον αστυνομικών, επί της Χαριλάου Τρικούπη, ένθα τα γραφεία του Πα.Σο.Κ., ο λόγος, αναγνώστες μου, κι ανοίγουμε παρένθεση.
Διότι, στον αντίποδα της πιστής τήρησης του ωραρίου υπάρχει η πίστη στο καθήκον, υψηλό ιδανικό για τον φρουρό που τραυμάτισε σοβαρά το «τυφλό χτύπημα», «ταχεία ανάρρωση» από καρδιάς, και κλείνει η παρένθεση.
Επιστροφή στα Εξάρχεια, η γνωστή φήμη των οποίων, παρώθησε τον σχολιαστή να μας ενημερώσει σχετικά, απαγγέλλοντας:
Σ’ αυτό που ονομάζουμε ζούγκλα των Εξαρχείων
δεν γίνεσαι βορά φιδιών ή άγριων θηρίων.
Στη γειτονιά ευδοκιμούν γκαζάκια και κουκούλες,
«αξεσουάρ» υπαίτια γι’ αλλιώτικες σκοτούρες,
ένεκα που οι άγνωστοι «no pasaran» φωνάζουν
και οι γνωστοί, αμελλητί, κατεύθυνση αλλάζουν,
τι αν επιμείνει ο γνωστός και έτσι απειθήσει,
πετροβολάει ο άγνωστος και θα τον συνετίσει.
Για δεν καλεί βοήθεια, ίσως να μου σκεφτείτε,
αλλά όσοι την κάλεσαν την είδαν ν’ αγνοείτε,
κι αν ξέρατε από «άβατα» ουδείς θα ερωτούσε,
τα ευκόλως εννοούμενα μονάχος θ’ απαντούσε:
Νοικοκυραίοι δεν πατούν σ’ αναρχικό «δοβλέτι»,
εξόν εάν ορέγονται να φάνε μερεμέτι,
κι αν συνεχίσει το βιολί με το «ερημητήριο»
οι κάτοικοι να κινηθούν θα θέλουν διαβατήριο.
Βέβαια, νομιμότητα εν μία νυκτί επέρχεται,
αρκεί κουβέρνο να βρεθεί ζούγκλες να μην ανέχεται,
έλα όμως που οι ιθύνοντες έχουν άλλους μπελάδες,
πότε, λοιπόν, ν’ ασχοληθούν μ’ ήσσονες σαματάδες,
που πάει να πει, φιλήσυχοι, μαζί με τα Μνημόνια,
τέλη θα καταβάλλετε να ζούνε τα καντόνια,
αναγνώστες μου, ένεκα το «αντέτι» ξηλωθείτε και υπέρ «βιλαετιών», ξηλωθείτε!…
-Ω-