Του Κώστα Δαλακιουρίδη
Όταν μας είπαν ότι τα μέτρα θα ατονούν σταδιακά, δεν εννοούσαν «γαία πυρί μιχθήτω». Διότι ο Έλληνας είναι ή του ύψους ή του βάθους. Ή θα κάθεται σαν φυλακισμένος του Αλκατράζ ή θα ξεσαλώνει. Ενδιάμεση κατάσταση δεν υπάρχει.
Πήγαμε τις προάλλες σε ένα μεγάλο σούπερ μάρκετ. Από τους πελάτες μόνο εμείς φορούσαμε μάσκα. Οι υπάλληλοι είχαν όλοι, αλλά κατεβασμένες κάτω από το στόμα! Τι τις ήθελαν; Να τις δει ο κορονοϊός και να τρομάξει;
Προχθές πάλι πέρασε μια κηδεία με πλήθος κόσμου. Σκουντούσε ο ένας τον άλλο και συζητούσαν λες και δεν παραμόνευε ο αόρατος εχθρός. Ο μόνος που δεν συζητούσε ήταν ο νεκρός. Αν αυτό λέγεται συνοδεία στην τελευταία κατοικία οι λέξεις έχασαν το νόημά τους αφού μόνο για τον μακαρίτη δεν έλεγαν.
Για τους νεαρούς δεν μπαίνει θέμα κάνουν ότι θέλουν (δημοκρατία λένε ότι έχουμε) και δεν λογαριάζουν τίποτε. Έτσι που πάνε τα πράγματα βλέπουμε να μην έρχεται η σειρά των παππούδων να βγουν. Παρεκτός κι αν τους σηκώσουν τέσσερες.
Έτσι όμως δεν πάμε πουθενά. Τι θα γίνει αν ανοίξουν οι ταβέρνες και οι καφετέριες; Αν αφεθούμε στην προσωπική ευθύνη του καθενός μαύρο ποτάμι που μας έπνιξε. Ο δόλιος ο καταστηματάρχης να κοιτάει τη δουλειά του ή να βάζει σε τάξη τους ασύνετους;
«Έλληνες αεί παίδες» έλεγε ένας αιγύπτιος ιερέας στο Σόλωνα και το βλέπουμε σε κάθε έκφανση της κοινωνικής μας ζωής. Αλλά με άλλη έννοια το έλεγε εκείνος, με άλλη το εννοούμε εμείς. Δεν εννοούμε τη νεανική ορμή τη σβέλτη σκέψη, τη ζωντάνια αλλά την ανευθυνότητα αφού έτσι μας μεγάλωσαν, σαν όντα που έχουν μόνο δικαιώματα.
Εδώ ακόμα και την προστασία της ίδιας της ζωής μας την κομματικοποιήσαμε και κάνουμε αντίσταση σε όσους προσπαθούν να μας γλιτώσουν από τον χειρότερό μας εαυτό.
Γιατί τι είναι αυτό το κρυφτούλι στις πλατείες; Σε ποιον κάνουμε κακό; Φαίνεται ότι όταν έβρεχε μυαλό μερικοί κρατούσαν ομπρέλες.
Αν πάμε έτσι ούτε η οικονομία θα πάρει την επάνω βόλτα ούτε και θα την βγάλουμε «αβρόχοις ποσίν» τουτέστιν χωρίς να βρέξουμε τα πόδια μας. Είναι θαύμα που περιορίστηκαν τα κρούσματα ώστε να είναι απίθανο πλέον (ιδίως στην επαρχία) να κολλήσουμε. Αλλά φτάνει ένας παλαβός για να μολύνει εκατό γνωστικούς, κι από παλαβούς άλλο τίποτε.
Εκεί καταντήσαμε, να εξαρτιόμαστε από τα χούγια του κάθε ανεύθυνου.
Κώστας Δαλακιουρίδης