Διακοπές από αύριο, αναγνώστες μου, για να συντηρήσει κι ο κύριος εκδότης τα μηχανήματα του «τυπωθήτω»..
Με το βουνό θα γίνω φίλος…
Διακοπές από αύριο, αναγνώστες μου, για να συντηρήσει κι ο κύριος εκδότης τα μηχανήματα του «τυπωθήτω», που αν δεν τράβηξαν ζόρι μια ολάκερη χρονιά, έχοντας να «πρεσάρουν», εκτός των άλλων, και τις εγνωσμένης σκληρότητας «σφήνες» του εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη, τι γράφω ο άνθρωπος!
Τέλος πάντων. Μέρα που είναι κάλλιο να μιλήσουμε για πλαζ, μακροβούτια, όχι στα βαθιά(!), εξοχές ή άλλα θέρετρα, παρεκτός αν προτιμάτε αναψυχή του γούστου της συζύγου μικροσυνταξιούχου, κυρίας «Μήτσαινας», άδουσας σε παράφραση Βαγγέλη Γερμανού:
Κρουαζιέρα.
Άμποτε το βαπόρι να σαλπάρει, / τα βάσανα να μείνουν στη στεριά, / εμάς δεν μας πτοούν τα βάρη / και πάμε κρουαζιέρα στα νησιά.
Το κύμα θ’ αγναντεύουμε στην πλώρη, / ο μπάτης θα χαϊδεύει τα μαλλιά, / μην πεις, υπέροχο το «στόρι», / κάπως να θυμηθούμε τα παλιά.
Α, α, κρουαζιέρα λαχταράω, / α, α, τη θάλασσα την πάω, / α, α, θέλω Κω και Μυτιλήνη, / α, α, Μύκονο και Σαντορίνη,
«Μήτσο» μ’ εισιτήρια είναι αυτά που βαστάς; Μπράβο σβελτάδα!
«Γρήγορος εγώ ή οι αποστολείς των ειδοποιητηρίων: φως, νερό, τηλέφωνο, φόρος εξτρά με δόσεις και άλλοι οργανωτές ταξιδίων προς το πλησιέστερο γκισέ – σύνταξη των τετρακοσίων; Τεκμήριο ευμάρειας. Φέρτε το μηνιάτικο και κρατήστε τις αποδείξεις έναντι οφειλών να σας βρίσκονται. Θα σαλπάρω μόνος, μανδάμ, ή θα με συνοδεύσετε να πάρουμε την κρυάδα ντουέτο;» απάντησε ο ερωτώμενος στο καπάκι του υποτιθέμενου απόπλου, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει:
Ψυχρολουσία.
Κακά τα ψέματα, αναγνώστες μου. Στις υψηλότερες από τις κανονικές για την εποχή θερμοκρασίες του φετινού καλοκαιριού, που θα ‘λεγαν κι οι μετεωρολόγοι, ένα κατάβρεγμα στα όρθια, με την πλάτη στεγνή, «ντους» που λέμε και στα χωριά, για να τσιρίζει η σύζυγος: «Τον λογαριασμό της ύδρευσης έχεις κατά νου, όταν λούζεσαι;» είναι ό,τι μας χρειάζεται.
Αμφιβάλλει κανείς; Δεν νομίζω(!), όταν ακόμα κι η καλλικέλαδη ανέκρουσε πρύμναν, μόλις έλαβε γνώση των λυπητερών, «ψάλλουσα»:
Άσε τη συμβία σου να σκούζει,
ζητώντας να ξεσκάσει στα νησιά,
ψωμάκι μόνο φέρε και καρπούζι,
να νοιώσουμε κι εμείς λίγη δροσιά.
Αύγουστος και του λαού τα μπάνια,
του «κόφτη» θύματα μαθές,
πού είναι του Αντρέα τα τζιμάνια,
μήπως αναβιώσουμε το χτες.
«Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις!» σχολίασε ο «Μήτσος», αντιγράφοντας τον ποιητή, αλλά προς τι η κατήφεια, απελπισμένοι μου;
Εντάξει, διακοπές, ολιγοήμερες έστω, με την ουσιαστική σημασία του όρου, δύσκολα θα πάμε και φέτος, τα «δεύτερη φορά αριστερά» κουμάντα μέσα!
Όμως, αυτό δεν σημαίνει πως χάθηκαν οι φτηνότερες λύσεις για όλα τα βαλάντια, κι αντί άλλης αποδείξεως, ιδού «Μήτσος» να παραφράζει Λουκά Νταράλα, άδων (σ.σ. εξαιρετικά αφιερωμένο στον φιλόμουσο αναγνώστη μας, Λευτέρη, άνευ λοιπών στοιχείων):
Θ’ ανέβω να κατασκηνώσω,
σε παρακείμενο βουνό,
ελπίζοντας στην ερημιά
να βρω κι εγώ παρηγοριά.
Με το βουνό θα γίνω φίλος
να μου κρατάει συντροφιά,
κι όταν κρατώ λογαριασμό,
«βουνό» θα λέω στο βουνό!
Τα όρη, τα βουνά θα πάρω,
απ’ τα χαράτσια μακριά,
κι αν μου ξεφύγουν «γαλλικά»,
μάρτυς μου θα ‘ναι τα βουνά,
καλές διακοπές, αναγνώστες μου, και πού είστε; Όχι στα βαθιά, επαναλαμβάνουμε, αμ πώς!…
-Ω-