Εις ώτα μη ακουόντων
Είναι πολύ δύσκολο για πείσεις κάποιον που κάθε χρόνο η κρίση τον βυθίζει όλο και πιο πολύ μέσα στην ανέχεια, ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Δηλαδή πως το εννοούν το καλύτερα; Θα έχουμε ανάπτυξη; Θα έρθουν επενδύσεις; Ναι αλλά τι σχέση έχουμε εμείς με αυτά όταν είναι προγραμματισμένες μειώσεις συντάξεων και του αφορολόγητου; Όταν είναι βέβαιο ότι θα ξαναχάσουμε κι άλλη αγοραστική δύναμη;
Ναι σου λένε αλλά έφταιγαν οι προηγούμενοι. Και τι μας νοιάζει εμάς για «τω καιρώ εκείνω»; Εσείς βαλθήκατε να μας σώσετε και μας τάξετε λαγούς με πετραχήλια. Τώρα οι λαγοί έγιναν κοτόπουλα και οσονούπω θα υποβιβασθούν σε γιαουρτάκια λάιτ. Αναγνωρίζουμε ότι είχατε τις καλύτερες προθέσεις αλλά είχατε και την μαύρη την τύφλα σας από διακυβέρνηση και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Διότι κύριοι «απ’ έξω από το χορό πολλά τραγούδια λένε» κι και από τις εξέδρες εύκολα κριτικάρεις όποιους παίζουν.
Αλλά και μας τόσο μας έκοβε. Δεν βάλαμε την έρμη τη γκλάβα μας κάτω από τη βρύση να συνέλθει. Παρασυρθήκαμε σαν μικρά παιδιά που ακούν γοητευμένα παραμύθια με ατρόμητα βασιλόπουλα που σκοτώνουν το δράκο με τα τρία κεφάλια που κρατούσε το ρευστό και δίψαγε όλη η χώρα. Δεν σκεφτήκαμε με τι στελέχη ένα κόμμα του 3% θα κυβερνούσε; Με τους επίσης άκαπνους του κ. Καμμένου;
Τώρα μπλέξαμε όλοι. Βέβαια οι περισσότεροι δεν έχουμε το θάρρος να αντικρύσουμε ολόκληρη την αλήθεια ότι χρωστάμε της Παναγιάς τα μάτια και δεν πρόκειται να δούμε Θεού πρόσωπο. Έτσι θα σερνόμαστε για καμιά δεκαριά χρόνια όσες ενέσεις αισιοδοξίας κι αν μας κάνουνε. Όσοι λεν το αντίθετο μάλλον είναι στρατευμένοι.
Ακούμε παραξενεμένοι μερικούς που νομίζουν ότι βρισκόμαστε στο 2008 κι όλο αυτό είναι ένα κακό όνειρο. Και το πιο παράλογο πιστεύουν τους πολιτικούς. Ενώ βλέπουν ότι τα κόμματα είναι παρηκμασμένα και περιμένουν κάποιον αρχηγό να τα σώσει ενώ στον πυρήνα τους έχουν κομματικούς στρατούς που η μόνη τους έννοια είναι πως θα λαφυραγωγήσουν ότι απέμεινε από τον έρμο αυτό τρόπο.
Βέβαια για όσους έζησαν κατά κάποιο τρόπο τη ζωή τους λίγο το κακό. Θα πεθάνουν με το παράπονο του αδικημένου και καταφρονεμένου. Όμως τι να πουν οι νέοι που ωρίμασαν απότομα. Όσοι έζησαν τη δεκαετία του 50 και κυρίως του 60 όταν η χώρα έβγαινε από τις στάχτες του εμφύλιου και δεν υπήρχαν δουλειές έβλεπαν τους πατεράδες να φεύγουν στις φάμπρικες της Γερμανίας και του Βελγίου τις στοές που έλεγε και το άσμα, για να θρέψουν την οικογένεια. Κι εκεί πολλοί ρίζωσαν. Μάλιστα αρκετοί έκαναν δικές τους επιχειρήσεις. Το 1995 απ’ όλους τους ξένους εργάτες οι έλληνες είχαν τις περισσότερες επιχειρήσεις. Αυτό δείχνει την προσαρμοστικότητα και το τσαγανό που μας διακρίνει και που αυτή τη στιγμή αυτά τα προτερήματα βοηθούν τη Βουλγαρία και την Κύπρο.
Τώρα είναι καιρός των νέων να ξενιτευτούν και ν’ αγωνιστούν για ένα καλύτερο αύριο. Είναι σίγουρο πως θα προοδεύσουν αφού πάνε σε κράτη που έχουν κανόνες και τους τηρούν και τους άξιους τους κρατούν προσφέροντας τα ανάλογα ανταλλάγματα.
Και μένουν εδώ οι γέροντες που βλέπουν κάθε τόσο τις συντάξεις να μειώνονται δραματικά και όσοι νέοι κάπως βολεύτηκαν και φυσικά μένουν με τις οικογένειές τους προσμένοντας να ξημερώσει μια καλύτερη μέρα. Όμως αν έχεις σαν εκπροσώπους ανθρώπους που δεν τους νοιάζει παρά να ικανοποιήσουν τον εγωισμό τους και κάποιο παιδικό απωθημένο οι ελπίδες θα μείνουν ελπίδες.
Το πώς καταλήξαμε σ’ αυτό το σημείο το γνωρίζουμε όλοι και ιδίως όσοι νίβουν τα χέρια τους για να τα καθαρίσουν από το μέλι της εξουσίας που τώρα κολλάει σε άλλα δάκτυλα. Όταν η ψήφος γίνεται εμπόρευμα το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο. Θα σου μείνει αμανάτι αφού δεν θα ξέρεις ποιον θα ψηφίσεις.
Κι όμως κάτι μας λέει πως αν βρεθούν δύο τρείς κι αξιοποιήσουν τις αρετές μας θα ξυπνήσει πάλι η ελπίδα κι αυτό είναι μεγάλο πράγμα. Προς το παρόν αξιοποιούμε τα ελαττώματά μας! Και κατεβαίνουμε στου κακού τη σκάλα.
Κώστας Δαλακιουρίδης