Μια διεθνής ομάδα, με κυρίαρχη παρουσία Ελλήνων ερευνητών, μέσω του εγχειρήματος Digital Lighthouse, επικεντρώνεται στην αποκάλυψη των λιγότερο γνωστών επιπτώσεων των δασικών πυρκαγιών στα θαλάσσια οικοσυστήματα. Η ομάδα διακρίθηκε πρώτη στον ευρωπαϊκό διαγωνισμό Open Sea Lab 4.0 με την πρόταση “Smoke on the Water”, η οποία χαρακτηρίστηκε ως η πιο καινοτόμα ιδέα.
Βίντεο του “Smoke on the water”
Η μελέτη τους εστίασε στην πυρκαγιά της Δαδιάς το 2023, εξετάζοντας πιθανές αλλαγές στα θαλάσσια οικοσυστήματα. Πρωτογενής ανάλυση έδειξε σημαντικές επιπτώσεις στο νερό και στον οικότοπο της Posidonia oceanica στη Λήμνο, έναν από τους μεγαλύτερους στην Ελλάδα. Η ωκεανογράφος Ελεάνα Τουλουπάκη εξήγησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι εντόπισαν κενό γνώσης για το θέμα, καθώς οι πυρκαγιές στη Μεσόγειο γίνονται πιο συχνές και έντονες. Χρησιμοποίησαν δεδομένα από το EMODnet και δορυφορικά από τον Copernicus, εργαλεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για να αναπτύξουν καινοτόμες λύσεις. Σημειώνεται ότι παρόμοιες έρευνες είναι σπάνιες παγκοσμίως, με κάποιες να έχουν γίνει στην Αυστραλία πριν από 20 χρόνια.
Η ομάδα αξιοποιώντας τα δεδομένα από το EMODnet και το Copernicus εστίασε σε βασικές παραμέτρους, όπως:
- Ατμόσφαιρα: Άνεμοι (για την παρακολούθηση της μεταφοράς καπνού και στάχτης)
- Θάλασσα: Διαλελυμένο οξυγόνο – Θρεπτικά στοιχεία (νιτρικά και φωσφορικά) – Διοξείδιο του άνθρακα (CO2) – Χλωροφύλλη a – Επιφανειακό κυματισμό
«Παίρνοντας την περιοχή της Δαδιάς, όπου είχαμε την μεγάλη πυρκαγιά το 2023, ήταν από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, δοκιμάσαμε να μοντελοποιήσουμε τα δεδομένα μας.
Δοκιμάσαμε να προσομοιώσουμε με την τεχνητή νοημοσύνη τα δεδομένα, να βγάλουμε βίντεο για το πώς κατευθύνθηκε ο καπνός και άρα κι η φωτιά μέσω του ανέμου. Αντίστοιχα, να δούμε όσα δεδομένα υπάρχουν, τι συνέβη, και με τα νιτρικά, και με τα νιτρώδη, και με τα θρεπτικά στοιχεία. Και ο απώτερος στόχος ήταν να καταλάβουμε πού οδηγούνται όλα αυτά στη θάλασσα, γιατί ένα πρώτο βήμα είναι ο άνεμος και οι βροχές και ένα δεύτερο βήμα είναι ότι όταν φτάσουμε στην επιφάνεια της θάλασσας από εκεί ξεκινάει η διεργασία η υδροδυναμική», εξηγεί από την πλευρά του ο γεωλόγος ωκεανογράφος / υδρογράφος και μέλος της ομάδας Συμεών Νάσρας.
Όπως περιγράφει ο κ. Νάσρας, η Λήμνος επελέγη καθώς παρατήρησαν ότι μετά την πυρκαγιά μία κατεύθυνση του ανέμου ήταν προς τα εκεί. Έτσι, όπως εξηγεί, δοκίμασαν να μοντελοποιήσουν συνολικά όλα τα δεδομένα τους, έτσι ώστε να δουν αν μπορούν να εξάγουν ακριβή και σαφή συμπεράσματα. «Σίγουρα υπάρχουν επιπτώσεις. Δεν μπορούμε να ποσοτικοποιήσουμε τις επιπτώσεις και ούτως ή άλλως δεν ήταν αυτός και ο στόχος του διαγωνισμού. Χρήζει βαθύτερης μελέτης στο θέμα. Αυτό που μπορώ να αναφέρω με βεβαιότητα είναι ότι στις μεγάλες πυρκαγιές που υπήρξαν το 2024 στο Λος Άντζελες, ερευνητές από ινστιτούτο, το οποίο διεξάγει θαλάσσια έρευνα, παρατήρησε στάχτες, αποκαΐδια και την επίδραση της πυρκαγιάς στη θάλασσα σε απόσταση 185 χιλιόμετρα μακριά από την περιοχή της πυρκαγιάς», επισημαίνει.
Από την πλευρά της η κυρία Τουλουπάκη τονίζει ότι για πιο ακριβή συμπεράσματα θα χρειαζόταν μία μεγαλύτερη χρονοσειρά κάτι το οποίο δεν κατέστη δυνατό καθώς τα δεδομένα ήταν ελλιπή.
«Λόγω της έλλειψης επαρκούς χρονοσειράς δεδομένων -συμπεριλαμβανομένου και του έτους που προηγήθηκε της πυρκαγιάς- η ακριβής εκτίμηση του αντίκτυπου στο θαλάσσιο οικοσύστημα παραμένει πρόκληση. Ωστόσο, παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ του έτους της πυρκαγιάς (2023) και του επόμενου (2024), το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως έτος ελέγχου (control year), προσφέροντας πρώτες ενδείξεις για πιθανές επιπτώσεις των πυρκαγιών στα θαλάσσια οικοσυστήματα», σημειώνουν οι ερευνητές.
Όπως επισημαίνει η κυρία Τουλουπάκη, η Ποσειδωνία τέθηκε στο επίκεντρο καθώς είναι προστατευόμενος οικότοπος και έχει σημαντικό ρόλο μεταξύ άλλων και ως μπλε αποθήκη άνθρακα. «Οπότε θέλαμε να δούμε πώς όλα αυτά τα διαθέσιμα δεδομένα μπορούμε να τα συνδυάσουμε για να εστιάσουμε ειδικά στις επιπτώσεις που αφορούν την Ποσειδωνία και τις θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές, ώστε να αυτοματοποιήσουμε το εργαλείο και να είναι χρήσιμο και για καλύτερη διαχείριση και για καλύτερη αποκατάσταση σε μελλοντικές περιπτώσεις», υπογραμμίζει και προσθέτει: «Ουσιαστικά το Hackathon ήταν ένα εγχείρημα για να δείξουμε πώς μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα δεδομένα και να δείξουμε τι κοινά υπάρχουν ως προς τα δεδομένα. Να προτείνουμε για το συγκεκριμένο πρόβλημα ότι εντοπίσαμε αυτές τις ελλείψεις και καλό είναι για να το μελετήσουμε παραπάνω να υπάρχει μια καλύτερη συλλογή δεδομένων και πιο συγκεκριμένη. Οπότε, θέλαμε να προτείνουμε, να αξιολογήσουμε τη διαθεσιμότητα και τι μπορούμε να κάνουμε. Είδαμε ότι μπορούμε να αξιοποιήσουμε τα δεδομένα αλλά δεν βρήκαμε όσα θέλαμε επαρκώς».
Σκοπός των ερευνητών είναι, όπως εξηγεί η κυρία Τουλουπάκη, να αναδείξουν την ανάγκη για τη μελέτη των επιπτώσεων των δασικών πυρκαγιών στα θαλάσσια οικοσυστήματα μιας και το περιβάλλον είναι δυναμικό και όλα είναι αλληλένδετα μεταξύ τους.
«Αυτό που έχει δείξει η διεθνής βιβλιογραφία και η έρευνα είναι ότι υπάρχουν πολύ γρήγορες επιδράσεις και στο νερό και σε θαλάσσιους οργανισμούς, και πρέπει να παρακολουθείται συστηματικά. Παίρνοντας ως δεδομένο ότι δυστυχώς πάντα θα έχουμε πυρκαγιές είναι ακόμα πιο επιτακτική η συστηματική παρακολούθηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Χρειάζεται ένα πρωτόκολλο παρακολούθησης ώστε να ξέρεις και πιο συγκεκριμένα τι δεδομένα θέλεις», σημειώνει.
Από την πλευρά του ο κ. Νάσρας επισημαίνει ότι η επίδραση των δασικών πυρκαγιών στα θαλάσσια οικοσυστήματα είναι ένα πολύπλοκο και σύνθετο θέμα διότι κάθε οργανισμός θα αντιδράσει διαφορετικά. «Σίγουρα επηρεάζονται όλοι οι οργανισμοί και κατά πάσα πιθανότητα αρνητικά. Σκεφτείτε έναν άνθρωπο, αν τον βάλεις μέσα σε ένα δωμάτιο με κλειστές πόρτες, παράθυρα, το οποίο είναι γεμάτο με καπνό και στάχτη, σίγουρα για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν θα μπορέσει να λειτουργήσει όπως θα λειτουργούσε σε κανονικές συνθήκες αναπνέοντας καθαρό ατμοσφαιρικό αέρα. Υπό αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, είμαστε σίγουροι ότι οι επιπτώσεις της στάχτης και του καπνού είναι αρνητικές για το περιβάλλον, αλλά πρέπει να συνεχιστεί αυτή η προσπάθεια, πρέπει να γίνουν μελέτες σε κάθε οργανισμό χωριστά. Αν θέλουμε να μιλήσουμε για την Ποσειδωνία σίγουρα μας ενδιαφέρει λίγο παραπάνω, διότι η Ποσειδωνία είναι ένα φυτό, το οποίο φιλοξενεί έναν πολύ μεγάλο αριθμό άλλων οργανισμών, ψάρια, μαλάκια, οστρακοειδή, άρα είναι ένας οργανισμός δείκτης. Μας ενδιαφέρει λοιπόν να έχουμε Ποσειδωνία σε θαλάσσιο περιβάλλον, γιατί μας δείχνει ότι είναι υγιές αυτό το θαλάσσιο περιβάλλον», τονίζει.
Στο άμεσο μέλλον, στόχος της ομάδας είναι η ανάπτυξη ενός AI-ready μοντέλου που θα αξιοποιεί μεθόδους μηχανικής μάθησης για την εκτίμηση αυτών των επιπτώσεων και που θα αποτελέσει τη βάση ενός ολοκληρωμένου συστήματος παρακολούθησης που θα παρέχει κρίσιμα δεδομένα σε ερευνητές, διαχειριστές Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών (ΘΠΠ), φορείς πολιτικής και βασικούς παραγωγικούς κλάδους, όπως ο τουρισμός και η αλιεία, συμβάλλοντας στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας των θαλάσσιων οικοσυστημάτων της Μεσογείου απέναντι στις αυξανόμενες πιέσεις της κλιματικής αλλαγής.
«Η εμπειρία του Open Sea Lab 4.0 δεν ήταν μόνο ένα hackathon – ήταν μια υπενθύμιση της δύναμης της διεπιστημονικής συνεργασίας και της ανάγκης για δράση, ειδικά σε εποχές που το κλίμα και τα οικοσυστήματα δέχονται πρωτοφανείς πιέσεις», επισημαίνουν.
Επόμενη στάση της ομάδας θα είναι η παρουσίαση της πρωτοβουλίας στο European Maritime Day στο Κορκ της Ιρλανδίας το Μάιο.
Η ομάδα αποτελείται από τις/τους Ελεάνα Τουλουπάκη – ωκεανογράφος, Κωνσταντίνα Στεργίου – Data Analyst & Θαλάσσια βιολόγος, Jan Meischner – υποψήφιος διδάκτορας σε Ωκεάνια Δεδομένα, Sol Milne – διδάκτορας Διατήρησης Βιοποικιλότητας, Συμεών Νάσρας – γεωλόγος ωκεανογράφος / υδρογράφος, Φώτης Ζαπάντης – μηχανολόγος μηχανικός, Τζένη Ιωάννου – επικεφαλής ομάδας και επικοινωνιολόγος
Ιωάννα Καρδάρα