Πάνω από δέκα «νέα» κύματα εμφανίσθηκαν κατά τη μεταπολίτευση στο πολιτικό στερέωμα της χώρας. « Έλαμψαν» από κάποιους μήνες μέχρι και μερικά χρόνια ( τα λιγότερα) και εξαφανίστηκαν. Λόγω έλλειψης λαϊκής στήριξης. Κι όμως οι Έλληνες, όπως εξάλλου και άλλοι λαοί, αναζητούμε γενικά το «νέο».
Πάνω από δέκα «νέα» κύματα εμφανίσθηκαν κατά τη μεταπολίτευση στο πολιτικό στερέωμα της χώρας. « Έλαμψαν» από κάποιους μήνες μέχρι και μερικά χρόνια ( τα λιγότερα) και εξαφανίστηκαν. Λόγω έλλειψης λαϊκής στήριξης. Κι όμως οι Έλληνες, όπως εξάλλου και άλλοι λαοί, αναζητούμε γενικά το «νέο».
Απόδειξη οι κάθε είδους διαφημίσεις. Σε ό,τι και να αναφέρονται ( αγαθά, μηχανήματα, καλλυντικά κλπ.) Πάντα εμπεριέχουν τη λέξη «νέο» Που θα πει για να παραφράσουμε τον Αριστοτέλη «το νέο ορέγονται άνθρωποι φύσει». Παρατηρείται εδώ κάποια αντίφαση ή μήπως συμβαίνει κάτι άλλο; Διότι πως γίνεται να αναζητά κανείς το «νέο» κόμμα κι όταν αυτό εμφανίζεται – και μάλιστα πολλές φορές – μετά από λίγο σχετικά χρόνο να του γυρίζει την πλάτη; Και να εξακολουθεί να αναζητά το … νέο.
Δύο τιμά μπορεί να συμβαίνουν : Ή οι πολίτες συμπεριφέρονται παράλογα (πιο απλά δεν ξέρουν τι θέλουν) ή το αυτόπροσδιοριζόμενο ως νέο δεν είναι όντως νέο αλλά, στην καλύτερη περίπτωση «μία από τα ίδια». Ή ίσως για κάποιους να ισχύει το πρώτο και για άλλους το δεύτερο. Δεν αποκλείεται ακόμα και κάποιοι να μην ξέρουν τι να θεωρήσουν νέο και τι παλιό.
Η απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα βρίσκεται στην «επίσκεψιν» (κατά τον Αντισθένην) των δέκα τόσων αυτών «νέων» κομμάτων. Όλα τους μας όλα ανεξαρτήτως στην πραγματικότητα δεν ήταν νέα κόμματα, αλλά … αποκόμματα! Κομμάτια δηλαδή , μικρά συνήθως, ενός τις περισσότερες φορές μεγάλου πολυσυλλεκτικού σχήματος. Ένα ηγετικό και κατά κανόνα προβεβλημένο ηγετικό στέλεχος, για προσωπικούς ή άλλους λόγους – ασχέτως αν προβάλλει δήθεν ιδεολογικές ή … προγραμματικές διαφορές – παίρνει μαζί του λίγους ή περισσότερους φίλα προσκείμενους βουλευτές και στήνει το δικό του «μαγαζάκι» καλώντας τον ελληνικό λαό να πυκνώσει τις τάξεις του για ένα καλύτερο μέλλον για μια Ελλάδα χωρίς μνημόνια, για επιστροφή στον «απολεσθέντα» Παράδεισο κι άλλα ηχηρά παρόμοια.
Στην αρχή κάποιοι ξεγελιούνται, άλλοι διαβλέπουν καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους και το «νέο» φουσκώνει. Πιάνει ταβάνι και μετ’ ου πολύ αρχίζει το σταδιακό ξεφούσκωμα μέχρι θανάτου. Φούσκα ήταν κι έσκασε. Κάπως έτσι. Οι οπαδοί επιστρέφουν στις εστίες τους, ο μεγάλος αρχηγός στην «ταβανοθεραπεία» κι αργότερα ή στην πλήρη αφάνεια ή στο κόμμα από το οποίο προ ετών αποχώρησε… Γνωστό το έργο. Σαν τα παλιά καλά κινηματογραφικά έργα μιας εποχής που πέρασε ανεπιστρεπτί πλην εξακολουθούν ακόμη να τέρπουν τον θεατή ή να καλύπτουν κάποιο κενό στα προγράμματα των καναλιών. Ένα είδος από μηχανής θεών.
Αν μελετήσουμε κάπως καλύτερα αυτά τα τόσα «νέα» κόμματα, θα διαπιστώσουμε ότι δεν ήταν καθόλου νέα. Παλιά ήταν , παμπάλαια. Όλα. Μηδενός εξαιρουμένου. Από κορυφής και μέχρις ονύχων. Το καθένα τους είχε τη δική του ιστορία. Που για όλα, μα όλα ήταν ίδια κι απαράλλακτη. Όπως όταν από ένα παλιό ύφασμα κόβεις ένα κομμάτι. Το ξεπλένεις λίγο, ίσως και να προσθέτεις και λίγο χρώμα περισσότερο ( κόκκινο, μπλε, πράσινο δεν έχει σημασία) και γυρίζεις «από χωρίου εις χωρίον» διαλαλώντας την πραμάτεια σου:
«Περάστε κόσμε. Εδώ το νέο, ολοκαίνουργιο, διαφορετικό, αγνό, παρθένα κ.λ.π. νέο κόμμα. Ελάτε να σώσουμε μαζί την Ελλάδα. Ελάτε να βαδίσουμε σ’ έναν καινούργιο δρόμο που θα μας βγάλει κατευθείαν στον Παράδεισο». Κι άλλα τέτοια. Από μεγάλα λόγια όσα θέλετε. Και «λάμπει» στον ουρανό της δημοσιότητας ως διάττων αστέρας. Που γνωρίζει λίγη δόξα όταν λάμπει κι ύστερα διαγράφει μια καταστροφική πορεία καταλήγοντας σε σκόνη στο αχανές σύμπαν.
Κι οι πολίτες περιμένουμε το νέο. Μας ξεγέλασαν όλα που ως τώρα το παριστάνουν . Όμως δεν το βάζουμε κάτω. Εξακολουθούμε να περιμένουμε. «Ευκολόπιστοι και πάντα προδομένοι», κατά τον εθνικό μας ποιητή. Άδικα περιμένουμε. Δεν ωφελεί να καρτερούμε.
Γιατί βέβαια μοιάζει να περιμένουμε άπραγοι κι άβουλοι το «μάνα εξ ουρανού». Αλλά ο ουρανός δεν βρέχει νέα κόμματα. Και το πραγματικό νέο δεν μπορεί να μας το δώσουν οι πολιτικοί. Αυτοί μια βολεύτηκαν. Μαζεύτηκαν στα «μαγαζάκια» τους, κρέμασαν κάποια σημαία γαλανόλευκη, μπλε, κόκκινη, πορτοκαλί, πράσινη ή και σύνθεση τριών ή περισσότερων χρωμάτων (όλα τάχει ο μπαχτσές) τους χειροκροτούμε, παίρνουν από μας την κομματική τους επιχορήγηση, την αποζημίωση τα καθαρά έσοδα που οι ίδιοι νομοθέτησαν. Και περνούν αυτοί καλά κι εμείς όλο και χειρότερα.
Το πραγματικά νέο, αν ποτέ έρθει ( όπως και οσάκις κατά το παρελθόν παρουσιάστηκε μερικές φορές) θα έρθει από μας, το λαό. Αν εγκαταλείψουμε την βόλεψή μας, τη μιζέρια και την αυτοθυματοποίση. Αν αγωνιστούμε να γεννηθεί το νέο και να το γλυτώσουμε από τα θηρία που περιμένουν να το καταπιούν. Το νέο δεν χαρίζεται. Κατακτιέται.