Η πρωτεύουσα πόλη της Κατερίνης έχει, όπως είναι γνωστό στην έρευνα, σχετικά μικρή ιστορία. Σε χάρτες και γκραβούρες των χρόνων της Τουρκοκρατίας τη βρίσκουμε από τα τέλη του 15ου -16ου αιώνα αλλά οι γραπτές πηγές, απ’ όσο μας είναι γνωστό, αναφέρουν ρητά το όνομα Κατερίνη από το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα.
Συχνότερα βεβαίως τη συναντάμε σε χάρτες των δύο τελευταίων αιώνων.
Ο Απόστολος Βακαλόπουλος υπολογίζει τον αριθμό των σπιτιών της Κατερίνης κατά τις αρχές του 19ου αιώνα (χωριού τότε) σε 140 σπίτια, κυρίως ελληνικά, με βασική απασχόληση των κατοίκων του την καλλιέργεια του σιταριού. «Tην εποχή ακριβώς αυτή, δηλαδή στις αρχές του 19ου αι., η επικράτεια του Αλή πασά άρχιζε από την περιοχή της Αχρίδας και Καστοριάς, προχωρούσε προς Ν. και ΝΑ ως το χωριό Πύργος των Γενιτσών και ως τους πρόποδες του Ολύμπου, περιλάμβανε την Κατερίνη, χωριό τότε με 140 σπίτια, κυρίως ελληνικά, με διοικητή Τούρκο αγά, και έφτανε ως το Ελευθεροχώρι» (Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1988, σσ. 475-476). Η πληροφορία του Βακαλόπουλου είναι παρμένη από τον δεύτερο τόμο των ταξιδιών του Clarke. Στο ίδιο χωρίο επισημαίνει και την άποψη του Η. Ηolland, ο οποίος ανεβάζει τον αριθμό των σπιτιών της Κατερίνης σε 400.
«Η Κατερίνη στις αρχές του αιώνα», γράφει ο Νίκος Βαρμάζης (Το Γυμνάσιο Κατερίνης (1915-1955). Συμβολή στην τοπική ιστορία μιας μακεδονικής πόλης, Τα Τραμάκια, Θεσσαλονίκη 1996, σσ. 24-25) «είναι μια μικρή κωμόπολη, με στοιχεία όμως που υπόσχονται γρήγορη εξέλιξη∙ σύμφωνα με την έκθεση του Δημητρίου Σάρρου ‘η Αικατερίνη από μικράς κώμης και δη ιδιοκτήτου, οία ήτο προ της ενώσεως της Θεσσαλίας, συνοικισθείσα εξ επηλύδων βλαχοφώνων Λειβαδιωτών και Ηπειρωτών και άλλων Μακεδόνων περιοίκων και ωσημέραι προαγομένη υλικώς και πνευματικώς, κατέστη πόλις εμπορική και χαρίεσσα’.
Την ταχύτατη εξέλιξη και ανάπτυξη επιβεβαιώνει και η μαρτυρία του μητροπολίτη Παρθενίου Βαρδάκα, ο οποίος υποστηρίζει ότι η πόλη ‘εντός του δεκαπενταετούς […] διαστήματος της αρχιερατείας ημών εδιπλασιάσθη σχεδόν εις οικοδομάς έχουσα τάσεις ζωηράς προς περαιτέρω αύξησιν’. Υπολογίζεται ότι ο πληθυσμός της στις αρχές του αιώνα ήταν 5000-8000, ενώ στην απελευθέρωση έφτανε τις 8000». Περισσότερες πληροφορίες και μια γενική επισκόπηση της πόλης από την Τουρκοκρατία μέχρι τις μέρες μας δίνει ο Γιάννης Καζταρίδης στο βιβλίο του για την ιστορία της πόλης και την εξέλιξή της (Κατερίνη. Από τη μικρή κώμη στην πολύτροπη πόλη, εκδόσεις Μάτι, Κατερίνη 2006).
Μορφές ωστόσο που κατάγονται από την Πιερία ή έζησαν και δημιούργησαν σε αυτήν τους δύο τελευταίους αιώνες υπήρξαν αρκετές και μάλιστα κάποιες από αυτές με ιδιαίτερο βάρος στη νεότερη πνευματική, θρησκευτική και καλλιτεχνική παραγωγή.
Οι τομείς στους οποίους διακρίθηκαν οι επώνυμοι λόγιοι είναι οι παρακάτω: γράμματα, εικαστικές τέχνες, μουσική, θεολογία, νομοκανονολογία, θεωρητικός στοχασμός, εκπαίδευση, απομνημονεύματα, ιστορία, λαογραφία, πανεπιστημιακή και ακαδημαϊκή προσφορά.
Σημαντικά ονόματα λόγιων προσωπικοτήτων που έδρασαν ή/και έζησαν στην Πιερία: ο Πατριάρχης Καλλίνικος (Σκοτίνα Πιερίας 1800-1880), ο μητροπολίτης Κίτρους Νικόλαος Λούσης (1840-1880), ο μητροπολίτης Κίτρους Παρθένιος Βαρδάκας (1878-Κατερίνη 1933), ο μουσικός και συνθέτης εκκλησιαστικής μουσικής Ιωάννης Σακκελαρίδης (Λιτόχωρο 1853-Αθήνα 1938), ο Λεωνίδας Γιασημακόπουλος (Κωνσταντινούπολη 1884-Κατερίνη 1968), ο μητροπολίτης Κίτρους Κωνσταντίνος Κοϊδάκης (1888-Κατερίνη 1954), ο δημοσιογράφος και ιστορικός Σάββας Κανταρτζής (Κοτύωρα 1900-Κατερίνη 1985), ο θεατράνθρωπος και σκηνοθέτης Πολύκαρπος Χάιτας (Κοτύωρα 1901-Αθήνα 1987), ο φιλόλογος Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος (1904-Κατερίνη 2002), ο θεατρικός συγγραφέας και λαογράφος Ελευθέριος Ελευθεριάδης (Λαραχανή Ματσούκας Πόντου, 1910–Τραπεζούντα, 16 Αυγούστου 1988), ο Μητροπολίτης Κίτρους Βαρνάβας, (Πάτρα 1918-Κατερίνη 1985), η ιστορικός Κλεοπάτρα Μαμέλη-Πολύζου (Ιστορία του Κολινδρού, με ευρύτατη επισκόπηση γεωγραφική, ιστορική, εθνολογική της Πιερίας, Θεσσαλονίκη 1972), ο χαρισματικός μουσικός και συνθέτης Χάρης Λεμονόπουλος (1923-1972), ο γλύπτης Ευθύμιος Καλεβράς (Καταχάς Πιερίας, 1929-2011), ο καθηγητής εφαρμοσμένης γλωσσολογίας Χρίστος Τσολάκης (Σκοτεινά Πιερίας 1935- Θεσσαλονίκη 2012), ο πανεπιστημιακός ιστορικός Στέφανος Παπαδόπουλος (Ρητίνη Πιερίας 1936- Θεσσαλονίκη 1992), ο ιστορικός, δοκιμιογράφος και λόγιος Κωστής Μοσκώφ (Θεσσαλονίκη 1946-Πλαταμώνας 1998), κ.ά.
Σαφώς και ο κατάλογος είναι ανοιχτός: ξεφυλλίζοντας ιστορικά βιβλία και άλλες πηγές μαθαίνουμε ότι διαθέτουμε και πολλές άλλες προσωπικότητες με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και σημαντική προσφορά. Αναφέρομαι για παράδειγμα στον φιλόλογο Κωνσταντίνο Μπότσογλου, Κατερινιώτη προσφυγικής καταγωγής, καθηγητή και Γυμνασιάρχη του Γυμνασίου Κατερίνης και πρώτου Διευθυντή του Ινστιτούτου Νοελληνικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ο ίδιος υπήρξε και δάσκαλος του ονομαστού Δημήτρη Μαρωνίτη).
Τέλος, μαθητής του Μαρωνίτη (εκπόνησε κοντά του τη διδακτορική διατριβή του—για να μιλήσουμε και για όσους βρίσκονται εν ζωή και δημιουργούν σταθερά έργο (και) για την Πιερία— είναι και ο σπουδαίος φιλόλογος και ιστορικός Νίκος Δ. Βαρμάζης (Μοσχοπόταμος 1936).
Όπως και να επαναδιατυπωθεί ο ουχί ευκαταφρόνητος αυτός κατάλογος το ουσιώδες είναι ότι η Κατερίνη και η Πιερία οφείλουν να αναγνωρίσουν τους πνευματικούς δημιουργούς και τις προσωπικότητες εκείνες που σημάδεψαν την πορεία των δύο τελευταίων αιώνων.
Μικροϊστορικά του Αντώνη Κάλφα