Σήμερα στις 30 Οκτωβρίου πραγματοποιείται ο δεύτερος γύρος των Προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία ανάμεσα στον νυν εθνικιστή Πρόεδρο Μπολσονάρου και στο σοσιαλιστή πρώην Πρόεδρο Λούλα.
Τα γεγονότα του 1ου γύρου των Προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία.
Ένας αγώνας που σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα ήταν περίπατος για το Σοσιαλιστή Λούλα,ο οποίος μάλιστα στην τελευταία δημοσκόπηση του Economist έδειχνε να εκλέγεται από τον πρώτο γύρο έναντι του Μπολσονάρου. Όμως κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώθηκε. Η εκλογική μάχη κατέληξε να είναι πιο «σφιχτή» με τον νυν Πρόεδρο της Βραζιλίας να είναι «πολύ σκληρός για να πεθάνει» καθώς η διαφορά δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο αναμένονταν.Ωστόσο ο σοσιαλιστής υποψήφιος Λούλα κατάφερε να επικρατήσει στον πρώτο γύρο με μία διαφορά της τάξεως του 5%.
Όσον αφορά το δεύτερο γύρο προβλέπεται ένας αγώνας ντέρμπι με τον Λούλα όμως να παραμένει το ακλόνητο φαβορί. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε καμία δημοσκόπηση ο νυν πρόεδρος Μπολσονάρου δεν ξεπερνάει τον ανθυποψήφιο του.Γεγονός που δικαιολογείται μιας και ο υποψήφιος των σοσιαλιστών κατάφερε ήδη από τον πρώτο γύρο να φτάσει το 48,3% το οποίο είναι πολύ κοντά στο πολυπόθητο 50%+1 ψήφο.
Ο κύριος Λούλα λοιπόν αποτελεί το μεγάλο φαβορί για να είναι ο νέος Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας .Από την άλλη ο κύριος Μπολσονάρου καλείται να ανατρέψει όλα τα προγνωστικά και να διαψεύσει όλες τις δημοσκοπήσεις. Θα κάνει τη μεγάλη έκπληξη/ανατροπή ο εθνικιστής υποψήφιος; Θα επικρατήσει η σοσιαλιστική τάση στην Βραζιλία ή θα παραμείνει σε μια εθνικοσυντηρητική τροχιά (στα όρια του εθνικισμού);Θα το μάθουμε σύντομα.
Στο εκλογικό μας καλεντάρι απομένουν άλλες 2 σημαντικές εκλογές,πρόκειται για τις βουλευτικές εκλογές στο Ισραήλ και τις ενδιάμεσες εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες,οι λεγόμενες midterms. Οι βουλευτικές εκλογές που θα καθορίσουν την επόμενη κυβέρνηση του Ισραήλ θα πραγματοποιηθούν την 1η Νοεμβρίου.Οι ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ για την ανάδειξη γερουσιαστών,μελών της βουλής των αντιπροσώπων και κυβερνητών θα πραγματοποιηθούν στις 8 Νοεμβρίου.
Στις Ισραηλινές εκλογές της 1ης Νοεμβρίου διακυβεύεται η επιστροφή του πρώην Πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου.
Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου είναι αδιαμφισβήτητα ο απόλυτος κυρίαρχος στο πολιτικό τοπίο του Ισραήλ την τελευταία δεκαετία,καθώς κατόρθωσε να διατελέσει Πρωθυπουργός από το 2009 έως το 2021. Οι βουλευτικές εκλογές του 2021 με τις πολιτικές συμμαχίες που διαμορφώθηκαν,τον έθεσαν εκτός κυβέρνησης, με την Πρωθυπουργία να ανατίθεται στον Νάφταλι Μπένετ.
Η κυβέρνηση του Νάφταλι Μπένετ αποτελείται από έναν πολιτικό συνασπισμό ο οποίος είχε ως κύριο προεκλογικό στόχο την εκθρόνιση του Νετανιάχου από τον πρωθυπουργικό θώκο,κάτι που θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελούσε ίσως και το μοναδικό συγκολλητικό στοιχείο στο στρατόπεδο της κυβέρνησης. Η προκύπτουσα αυτή κυβέρνηση αποτελούνταν από οκτώ κόμματα ένα εκ των οποίων ήταν αραβικό κάτι το πρωτόγνωρο.
Ο άνωθεν συνασπισμός αποτελούνταν από 3 κύριες πολιτικές φυσιογνωμίες,τον Πρωθυπουργό Μπένετ ως επικεφαλής του κόμματος Νέα Δεξιά,τον Γιαϊρ Λαπίντ που διορίστηκε υπουργός εξωτερικών ως επικεφαλής του δεύτερου σε δύναμη κόμματος Γες Ατίντ,αφού πρώτο παρέμενε το κόμμα του Νετανιάχου με το όνομα Λίκουντ.Και τέλος ο επικεφαλής του κόμματος των Κυανόλευκων Μπένυ Γκάντζ, πρώην σύμμαχος του πρώην Πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος και διορίστηκε Υπουργός Άμυνας της κυβέρνησης Μπένετ.
Η συμφωνία μεταξύ των 2 ισχυρότερων πολιτικών αρχηγών της συμπολίτευσης,Νάφταλι Μπένετ και Γιαϊρ Λαπίντ,προέβλεπε την μεταξύ των δύο εναλλαγή στην πρωθυπουργία ανα 2 χρόνια, ενώ επίσης είχε προνοηθεί πως σε περίπτωση διάλυσης της Κνεσέτ (Ισραηλινής Βουλής) θα γινόταν πρωθυπουργός ο Λαπίντ.
Έτσι και έγινε, τον Ιούνιο του 2022 και έπειτα από πολλές διαφορές που εμφανίστηκαν μεταξύ των στηριζόμενων προς την κυβέρνηση κομμάτων, οι δύο ηγέτες της κυβέρνησης Μπένετ και Λαπίντ αποφάσισαν την διάλυση της Ισραηλινής βουλής και την προκήρυξη νέων εκλογών. Αξίζει να σημειωθεί ότι έπειτα από την διάλυση της βουλής και την προκήρυξη νέων εκλογών ο μέχρι πρότινος πρωθυπουργός και πρόεδρος του Κόμματος της Νέας Δεξιάς Νάφταλι Μπένετ αποσύρεται από τον πολιτικό στίβο και άρα δεν συμμετέχει στις εκλογές.
Σύμφωνα λοιπόν με όλες τις εκτιμήσεις η 1η Νοεμβρίου θα αποτελέσει ημέρα εκλογικού θρίλερ.Καθώς από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων βλέπουμε πως ο συνασπισμός γύρω από τον Μπενιαμίν Νετανιάχου συγκεντρώνει 60 έδρες,με τον αντίπαλο συνασπισμό υπό τον Γιαϊρ Λαπίντ να συγκεντρώνει 56.Οι υπόλοιπες 4 έδρες κατανέμονται στον συνασπισμό των αραβικών κομμάτων.Μείζον δεδομένο συνιστά η αδυναμία,βάσει των δημοσκοπήσεων,συγκέντρωσης των αναγκαίων 61 εδρών προκειμένου να σχηματισθεί αυτοδύναμη κυβέρνηση . Θα επικρατήσει πολιτική αστάθεια για ακόμη μία φορά στο πολιτικό σκηνικό του Ισραήλ;Θα σχηματιστεί και πάλι μία κυβέρνηση αποτελούμενη από κόμματα χωρίς σημαντικές ιδεολογικές συγκλίσεις;
Οι ενδιάμεσες εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών
Μετά και από την προσέγγιση μας στις εκλογές του Ισραήλ, απέμειναν και οι πολυσήμαντες ενδιάμεσες εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών οι οποίες θα διεξαχθούν στις 8 Νοεμβρίου.
Στις εκλογές αυτές θα αντλήσουμε πολλά συμπεράσματα.Σίγουρα ένα από αυτά είναι η πολιτική επιρροή του πρώην Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ αλλά και την πολιτική κατεύθυνση στην οποία θα κινηθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Προς μία πιο προοδευτική ή πιο συντηρητική πορεία;
Ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ κατάφερε να επικρατήσει εντός του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, αφού κατόρθωσε να εκλέξει πολιτικούς της αρεσκείας του ,ως υποψηφίους των Ρεπουμπλικανών στις ενδιάμεσες εκλογές. Φάνηκε λοιπόν ότι η φιλοτραμπική τάση στο εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού κόμματος ακόμη και μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο δεν κλονίστηκε ιδιαίτερα,ίσως και να αναζωπυρώθηκε μετά την ενεργειακή κρίση και τους χειρισμούς του προέδρου Μπάιντεν.
Εντούτοις οι εσωτερικές εκλογές των κομμάτων απέχουν πολύ από την σημασία των εθνικών πολιτειακών εκλογών.Θα καταφέρουν να εκλεγούν οι συντηρητικοί υποψήφιοι στην γερουσία και στην βουλή των αντιπροσώπων ή θα επικρατήσουν οι πιο προοδευτικοί υποψήφιοι του Δημοκρατικού κόμματος; Οι εκλογές αυτές σίγουρα αποτελούν και ένα προσωπικό στοίχημα του νυν προέδρου Τζο Μπάιντεν υπό την έννοια της επιδοκιμασίας ή αποδοκιμασίας της ακολουθητέας πολιτικής από το αποτέλεσμα της 8η Νοεμβρίου. Ας δούμε λοιπόν πως διαμορφώνονται οι πολιτικές τάσεις σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις που πραγματοποιούνται.
Ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός ότι έπειτα από την ανατροπή του Roe v. Wade από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση των αμβλώσεων, φάνηκε το Δημοκρατικό κόμμα να κερδίζει έδαφος, καθώς η γυναικεία ψήφος ενδυνάμωνε σημαντικά το Δημοκρατικό κόμμα. Όμως η ενεργειακή κρίση που προήλθε έπειτα από την πανδημία και τον πόλεμο της Ουκρανίας μετέβαλλε ριζικά το πολιτικό σκηνικό. Το πολιτικό «παιχνίδι» πλέον μετατοπίστηκε και οι Αμερικανοί πολίτες εστίασαν το πολιτικό τους ενδιαφέρον περισσότερο στην οικονομία,καταλογίζοντας στον Πρόεδρο Μπάιντεν σημαντικές ευθύνες για τον πληθωρισμό που κυριαρχεί.Έτσι λοιπόν ήρθε η ανατροπή (τουλάχιστον δημοσκοπικά) και οι Ρεπουμπλικάνοι κατάφεραν να πλησιάσουν τους Δημοκρατικούς ακόμη και να τους προσπεράσουν ελαφρώς.
Το βάρος όμως πέφτει στις σημαντικές πολιτείες – κλειδιά οι οποίες λόγω της μικρής διαφοράς μεταξύ των υποψηφίων του Ρεπουμπλικανικού και του Δημοκρατικού κόμματος θα καθορίσουν την πλειοψηφία στην Γερουσία για ένα από τα δύο κόμματα.Οι πολιτείες αυτές είναι η Τζώρτζια,η Πενσιλβανία, η Αριζόνα και η Νεβάδα.Ίσως θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε στο κατάλογο αυτό την Βόρεια Καρολίνα και το Γουϊσκόνσιν,παρόλο που οι υποψήφιοι των Ρεπουμπλικάνων απολαμβάνουν μια σταθερή δημοσκοπική πρωτιά στις δύο αυτές πολιτείες.
Αξίζει να μείνουμε περισσότερο στην περίπτωση της Πενσυλβάνια, καθώς ενδιαφέρει άμεσα τον ελληνισμό.Έχουμε λοιπόν την περίπτωση του υποψήφιου των Ρεπουμπλικανών δόκτωρ Μεχμέτ Οζ με καταγωγή από την Τουρκία.Ο Μεχμέτ Όζ έχει υπηρετήσει στον Τουρκικό στρατό και διατηρεί φιλικές σχέσεις με το καθεστώς Ερντογάν.Αντιλαμβάνεται κανείς πως αν καταφέρει και εκλεγεί στην γερουσία των Ηνωμένων Πολιτειών ένας εγκάθετος του Προέδρου Ερντογάν,θα αποτελέσει σίγουρα μια δυσμενή εξέλιξη.
Ακόμη,η μη αναγνώριση της γενοκτονίας των Ελλήνων,Αρμενίων και Ασσυρίων από τον Μεχμέτ Όζ έχει δημιουργήσει ένα μεγάλο κύμα δυσαρέσκειας στους Ελληνικής και Αρμενικής καταγωγής Αμερικανούς πολίτες,οι οποίοι τον καλούν επανειλημμένα να τις αναγνωρίσει.
Η μη αναγνώριση των γενοκτονιών,είχε ως αποτέλεσμα το Αρμενικό και Ελληνικό λόμπυ των Ηνωμένων Πολιτειών να ενεργοποιηθεί δυναμικά καλώντας τους Αμερικανούς πολίτες να καταψηφίσουν τον Ρεπουμπλικανό Μεχμέτ Οζ και να στηρίξουν τον Δημοκρατικό υποψήφιο Τζον Φέττερμαν ο οποίος έδειξε ιδιαίτερη ευαισθησία στα θέματα των Ελλήνων και Αρμενίων (ως θύματα των τουρκικών θηριωδιών κατά το παρελθόν).
Οι δημοσκοπήσεις πάντως δείχνουν πως στην πολιτεία αυτή θα υπάρξει ντέρμπι μεταξύ του Δημοκρατικού και Ρεπουμπλικανού υποψηφίου.Γεγονός που μαρτυρά την αβεβαιότητα ως προς την έκβαση του εκλογικού αυτού αγώνα.
Ας ελπίσουμε τα αποτελέσματα και στις 3 αυτές εκλογικές αναμετρήσεις να διαμορφώσουν ένα καλύτερο κοινωνικό και πολιτικό τοπίο που θα καλυτερεύσει την ζωή των πολιτών.Τέλος, ευχή αποτελεί τα εκλογικά αποτελέσματα να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για την ενδυνάμωση των σχέσεων των κρατών αυτών με την χώρα μας.