Του Γιάννη Κορομήλη
Μισό αιώνα πριν ο π. εθνικοσοσιαλιστής αλλά, από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους του 20ου αιώνα Μάρτιν Χάιντεγκερ εξέφρασε τον προβληματισμό του ( ή την αγωνία, θάλεγε κανείς) για τον κόσμο που διαμορφωνόταν με την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας. Ιδιαίτερα τον ανησυχούσε η αυτονόμηση της τεχνολογίας που αποτελούσε έκτοτε, αυτοσκοπό και δεν υπηρετούσε τις ανθρώπινες ανάγκες. Διατύπωσε μάλιστα τότε τον αφορισμό – συμπέρασμα: «η δημοκρατία πάντως δεν μπορεί να είναι συμβατή με τη νέα εποχή».
Είκοσι χρόνια αργότερα ο π. Κομμουνιστικής φιλόσοφος, ψυχολόγος καθηγητής Πανεπιστημίου και τακτικό και επίτιμο μέλος πολυάριθμων ακαδημιών και, επιστημονικών επιτροπών, Καρλ Πόππερ πρωτοδημοσίευσε στο περιοδικό Der Spiegel άρθρο του στο οποίο υποστήριζε ότι η σύγχρονη δημοκρατία ως λαϊκή κυριαρχία δεν έχει πλέον νόημα και πως «σωστό θα ήταν, να την βλέπουμε και να την, ορίζουμε ως «λαϊκό δικαστήριο» και , κυρίως, ως το πολίτευμα το οποίο παρέχει τη δυνατότητα αποπομπής της εκάστοτε κυβέρνησης χωρίς αιματοχυσία.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι το ζήτημα αυτό το έθεσε πολλά χρόνια πριν, το 1945 συγκεκριμένα, στο βιβλίο του «Η ανοιχτή Κοινωνία και οι εχθροί της που όμως, όπως έγραψε στο προαναφερόμενο άρθρο του, το νόημα των θέσεων του στο ζήτημα της δημοκρατίας «δεν κατανοήθηκαν πλήρως»! Μ΄ άλλα λόγια ο Πόππερ έθεσε το ζήτημα της δυτικής δημοκρατίας 21 χρόνια πριν από τον Μ. Χάιντεγκερ. Χιλιάδες χρόνια πριν απ’ αυτούς το έθεσε ο μέγας Αριστοτέλης, ο οποίος έγραψε σχετικά: Η δημοκρατία (ως πολίτευμα) μπορεί να ευδοκιμήσει σε μικρές κοινωνίες. Σε μεγάλες κοινωνίες η αριστοκρατία (εξουσία των καλύτερων ή εξεχόντων . Και σε πολύ μεγάλες η «μοναρχία» (εξουσία ενός ατόμου).
Αν εξετάσουμε τις «δημοκρατίες» της εποχής μας και κυρίως του 20ου αιώνα θα δούμε ότι παρουσιάζουν ένα κοινό γνώρισμα: την εξουσία δεν την ασκεί σε καμία απολύτως περίπτωση ο δήμος, ο λαός. Ο λαός καλείται και ψηφίζει μια φορά στα τέσσερα ή πέντε χρόνια και μετά την εξουσία παίρνουν στα χέρια τους οι πολιτικοί και η γραφειοκρατία. Έχουμε δηλαδή μια μορφή ολιγαρχίας (κυβερνούν οι λίγοι) πάντως όχι οι άριστοι- οι καλύτεροι. Χρησιμοποιούμε ωστόσο την έκφραση δημοκρατία και πάντα με κάποιο επιθετικό προσδιορισμό: σοσιαλιστική, λαϊκή, φιλελεύθερη κ.λ.π. , ποτέ πάντως σκέτη δημοκρατία. Που θα ήταν και το σωστότερο, αν φυσικά είχαμε δημοκρατία πραγματική. Που θα πει να πραγματικά εξουσίαζε ο λαός. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει πουθενά.
Ωστόσο εμείς διδάσκουμε στα σχολεία μας τη δημοκρατία ως «λαϊκή κυριαρχία». Δηλαδή λέμε στα παιδιά ψέματα. Ποιο σωστό θα ήταν να λέγαμε τα πράγματα με το όνομά τους. Να λέγαμε την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι κρυμμένη πίσω από επίθετα όπως «λαϊκή», προεδρική, προεδρευόμενη, βασιλευόμενη κ.ο.κ. Επίσης έχουν γραφεί την περίοδο της κρίσης αρκετά βιβλία με τίτλους «κομματοκρατία», «κλεφτοκρατία», «αναξιοκρατία» κ.ο.κ.
Από τη δημοκρατία τι μας απομένει λοιπόν, έστω και ως φύλο συκής; Αυτό που επεσήμανε ο Καρλ Πόππερ. Το γεγονός ότι δίνεται στο λαό η δυνατότητα να αποπέμψει αυτούς που κάθε φορά τον κυβερνούσαν, για δύο – τρία ή και περισσότερα χρόνια ειρηνικά, χωρίς αιματοχυσία.
Μπορούμε συνεπώς να μιλούμε για το πολίτευμα της δημοκρατίας ( κατ’ οικονομίαν φυσικά, κατά μεγάλη οικονομίαν) εφόσον υπάρχει αυτή η δυνατότητα. Είναι το ελάχιστο, αλλά είναι κάτι.
Και μας προφυλάσσει από πολλά και μεγάλα δεινά. Σκεφτείτε, για παράδειγμα τις «λαϊκές δημοκρατίες» του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Πόσο αίμα χύθηκε για να επιβληθούν και πόσα δεινά, βρήκαν τους λαούς που τις υπέστησαν ως μόνιμη εξουσία. Κι όμως ακούμε θαυμαστές του τεθνεώτος Φιντέλ Κάστρο να τον θεωρούν μεγάλο ηγέτη που μισό αιώνα δεν έκανε ποτέ εκλογές. Προφανώς διότι θα τις έχανε. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Συνεχίζεται