Γράφει ο Βασίλης Μόσχης
– Είδες που γίναμε και φυτά!
– Τι εννοείς; Ποιοι γίναμε φυτά;
– Εγώ, εσύ, εμείς, όλοι, η χώρα!
– Δηλαδή γίναμε ένα απέραντο θερμοκήπιο; Τέρμα πια το τρελοκομείο; Το περάσαμε το κενό; Όσο να πεις είναι μια εξέλιξη. Από τρελοκομείο με τρελούς γίναμε θερμοκήπιο…
– Θερμοκήπιο δεν το λες… Μπορεί να είναι και φυτώριο…
– Α! Μου τα αλλάζεις τώρα! Άλλο φυτώριο άλλο θερμοκήπιο…
– Έτσι κι αλλιώς είτε το ένα είτε το άλλο, φυτά έχουν και τα δύο!
– Άρα είμαστε φυτά! Φυτά!
– Καλύτερα φυτά παρά τρελοί! Δεν είναι το ίδιο!
– Ναι. αλλά τι φυτά; Φυτά μικρά, μικρούλικα που τώρα ξεμυτάμε από το χώμα…
– Δεν σε πιάνω…
– Απομακρύνθηκε λέει ο κίνδυνος του γκρέξιτ και η χώρα είναι στην αφετηρία και δεν μπορείς, λέει, ένα φυτό να το ξεριζώσεις. Το αφήνεις να μεγαλώσει το καημενούλικο!
– Έτσι λένε;
– Έτσι λένε!
– Και θα μας ποτίζουν κανονικά αυτοί ή θα αυτοποτιζόμαστε; Διότι μπορεί να είμαστε φυτάκια αλλά άμα χρησιμοποιούμε ξένο νερό, βράστα! Αλλά, δε μου λες, τόσα χρόνια, τώρα βγάλαμε φύτρες;
– Ε! Έτσι λένε!
– Δηλαδή όλα αυτά τα χρόνια όλες αυτές οι θυσίες, όλες αυτές οι αιμορραγίες τώρα βγάλαν μπόλια; Δηλαδή ο τερματισμός δεν φαίνεται στο βάθος!
– Έτσι λένε!
– Το λένε από το να γίνει, απέχει παρασάγγας! Τόσα χρόνια έχουμε χορτάσει από λόγια. Αφού δεν μας πιάνουν πια και οι σόδες για να τα χωνέψουμε! Λόγια, λόγια, λόγια! Μέχρι να βγάλουμε και κλαράκια, θα σου πουν, για να δείτε περισσότερο ήλιο θα χρειαστείτε κι άλλο λίπασμα. Και που θα το βρούμε; Θα μας δώσουν αυτοί! Φυσικά με το αζημίωτο! Οπότε; Πάλι από την αρχή και ξανά από την αρχή και βαράτε βιολιτζήδες και η ιστορία και το παραμύθι θα ζει και θα επαναλαμβάνεται εις τον αιώνα των αιώνων…
– Αμήν!
– Και πάλι αμήν, και ξανά μανά το φυτώριο θα ξαναγίνει τρελοκομείο!