Του Γιάννη Κορομήλη
Λίγους μήνες πριν η Βρετανία ψηφίσει υπέρ της εξόδου της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο ικανός όσο και στρατευμένος σκηνοθέτης της Κεν Λόουτς εξέφρασε – με την ταινία του: «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλεϊκ»- την μαχητική, συγκινητική και κάποιες στιγμές απλοϊκή αλλά και επείγουσα κοινωνική διαμαρτυρία. Η ταινία του, που απέσπασε πολύ θετικά σχόλια και κέρδισε το Χρυσό Φοίνικα του 69ου Φεστιβάλ Καννών, καταγράφει την πορεία ενός φιλήσυχου 59χρονου (Ντάνιελ Μπλεικ, τον ονοματίζει) που ζητά τα αυτονόητα. Η πολιτεία τον κρίνει ακατάλληλο για εργασία, ενώ η βρετανική γραφειοκρατία του στερεί το επίδομα που θα του εξασφάλιζε μια ανθρώπινη, αξιοπρεπή ζωή.
Λίγους μήνες αργότερα, ο Guardian επισημαίνει ότι πλέον οι περισσότεροι πολίτες καταλαβαίνουν ότι η φτώχεια είναι απόρροια του συστήματος, συστημική. Και ότι δεν εξαρτάται από κάποια προσωπικά ελαττώματα. Ο σεναριογράφος του «Εγώ ο Ντάνιελ Μπλεικ» σημειώνει: «Ο καθένας καταλαβαίνει ότι μπορεί κάποιος να κάνει ένα λάθος – που θα τον οδηγήσει στη φτώχεια – αλλά τόσα περιστατικά σε τόσο μεγάλη κλίμακα, αυτό δεν μπορεί να είναι ατύχημα. Υπάρχει μια εκστρατεία σκληρότητας, κατά των πιο ευάλωτων ανθρώπων.»
Ο Λάβερτι, σε συνέντευξή του πριν δύο περίπου χρόνια είχε πει: «Δεν υπάρχει πεπρωμένο. Τα πάντα εξαρτώνται από το τι κάνουμε. Πρέπει να είμαστε δημιουργικοί και οργανωμένοι για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας, διαφορετικά θα συντριβούμε.» Το μόνο δικαίωμα που απαιτεί ο Ντάνιελ Μπλεικ, της ταινίας του Λόουτς είναι ο σεβασμός των δικαιωμάτων του. Το εκφράζει θαυμάσια λέγοντας: «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλεικ είμαι πολίτης. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο».
Η ταινία σίγουρα ταρακουνάει και τον Έλληνα θεατή, που αναγνωρίζει στο ρημαγμένο Νιουκάστλ της Βόρειας Αγγλίας σκηνές γνώριμες και στην Ελλάδα, που πρέπει να πούμε ότι στο βαθιά υφεσιακό τοπίο της «δεύτερης φοράς μνημονιακής Αριστεράς κυβέρνησης» βιώνουμε με πιο χαοτικό και βάναυσο τρόπο.
Η ταινία αυτή, αν μη τι άλλο, τουλάχιστον προβληματίζει τον καθένα μας για το πώς μπορεί να κάνει κάτι συλλογικό για τους δικούς μας Ντάνιελ Μπλεικ: Τους μακροχρόνια άνεργους που δεν μπορούν να θρέψουν τον εαυτό τους και τα παιδιά τους, τη μητέρα που δεν έχει πληρώσει το νοίκι ή το κόκκινο στεγαστικό δάνειο, τον έμπορο που έκλεισε το μαγαζί του και δεν ξέρει πώς θα τα βγάλει πέρα κ.λ.π. κ.λ.π. Υπάρχει τόση δυστυχία, τόση εξαθλίωση στη χώρα μας ώστε ότι και να κάνει κάποιος με δυνατότητα και φιλάνθρωπα συναισθήματα δεν μπορεί να αντιμετωπιστούν. Η Πολιτεία, το κράτος, η κυβέρνηση, οι πολλά, πάρα πολλά έχοντες και κατέχοντες όφειλαν κάτι να κάνουν όμως δεν το κάνουν. Το κράτος έχει απομακρυνθεί από τον άνθρωπο – πολίτη.
Η «δεύτερη φορά αριστεροδεξιά κυβέρνηση» απομυθοποιεί και εξευτελίζει την Αριστερά κυρίως που πάντα πρόβαλε την ανθρώπινη ευαισθησία της και το φιλολαϊκό της πρόσωπο. Τώρα αυτό το πρόσωπο, αυτή η υποτιθέμενη ευαισθησία έχουν εξαφανιστεί. Όπως πριν πολλά χρόνια οι Συνταγματάρχες με το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» κι άλλα παρόμοια εξευτέλισαν και καταρράκωσαν τον Χριστιανισμό και τον Εθνισμό, έτσι και οι μνημονιακοί πλην … Αριστεροί Τσίπρας, Παππάς, και οι «συν αυτοίς» καταρρακώνουν, άγνωστο για πόσο χρόνο και με ποιες συνέπειες το «όραμα ενός σοσιαλιστικού μέλλοντος». Και βέβαια το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Ούτε μόνο αριστερό.
Με τη νίκη Τραμπ στις ΗΠΑ και όσα ακολουθήσουν με τις εκλογές σε Γαλλία, Αυστρία, Γερμανία και το δημοψήφισμα στην Ιταλία, η διαμαρτυρία, που τόσο επιδέξια περιγράφουν οι Κεν Λόουτς και Πολ Λάβερτι, θα λάβει ευρωπαϊκές διαστάσεις και πιθανά θα οδηγήσει τμήμα της ανθρωπότητας σε νέους πρωτόγνωρους δρόμους, σε πιο ανθρώπινα και δικαιότερα συστήματα.
Ο κομμουνισμός απέτυχε παταγωδώς και διελύθη. Ο καπιταλισμός αποθηριώθηκε και πρέπει να καταργηθεί. Χρεοκόπησε στις συνειδήσεις της πλειοψηφίας των σκεπτόμενων ανθρώπων (πραγματικών) τουλάχιστον της Δύσης. Όλα δείχνουν πως μπήκαμε ήδη στον αστερισμό του μετακομμουνισμού και μετακαπιταλισμού. Αυτό που δεν ξέρουμε είναι πόσο άραγε θα πληρώσουμε τις αποτυχίες και τα εγκλήματα των δύο συστημάτων (κομμουνιστικού και καπιταλιστικού) Τον πρώτο σε μεγάλο βαθμό το ξέρουμε. Το δεύτερο όμως όχι.
Συνεχίζεται