2.ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ.
Ε. ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΥΓΕΙΑ
-Πιο σφαιρικά, η έννοια της ψυχολογικής υγείας του αθλητή σε σχέση με τις κυριότερες ψυχολογικές κατευθύνσεις, δηλαδή την Ψυχαναλυτική, τη Γνωστική και τη θεωρία της Μάθησης, έχει ως εξής:
- Ψυχαναλυτική θεωρία:Η ψυχολογική υγεία καθορίζεται από το βαθμό στον οποίο υπάρχει ομαλή λειτουργία του Εγώ, μέσα από την ολοκλήρωση των υποσυνείδητων δυνάμεων και του συνειδητού.
- Γνωστική θεωρία:Η ψυχολογική υγεία εξαρτάται από τη σωστή ερμηνεία των διαφόρων καταστάσεων στη ζωή.
- Η αποτελεσματικότητα της ψυχολογικής λειτουργίας του ατόμου, εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο τα πιστεύω και οι αποφάσεις βασίζονται σε εσωτερικές μορφές λήψης απόφασης, μαζί με την προσπάθεια για ρεαλιστική εκτίμηση των προβλημάτων στη ζωή.
- Η ψυχολογική υγεία διατηρείται όταν το άτομο μπορεί να μάθει να ικανοποιεί σωστά τις ανάγκες του, έχοντας ελευθερία στη διεκδίκηση αυτών των αναγκών.
Αρχικά κάθε παιδί έχει ορισμένα προσωπικά χαρακτηριστικά που εκφράζονται σε κάθε αγωνιστική κατάσταση. Αυτά τα χαρακτηριστικά συνθέτουν τον “εαυτό του ή την προσωπικότητά” του, πρέπει δε να προσαρμοσθούν στις προσδοκίες και τις απαιτήσεις των “άλλων” και στις απαιτήσεις του “αγώνα”.
Ο συνδυασμός των εκτιμήσεων που κάνουν οι “άλλοι”και της εκτίμησης του παιδιού για τον “εαυτό” του παράγουν την “αυτοεκτίμησή” του αθλητή.
Ο συνδυασμός του εαυτού με την αντικειμενική πραγματικότητα μας δίνει το βαθμό στον οποίο το άτομο πιστεύει ότι θα ανταμειφθεί, “νίκη”.
Ο Συσχετισμός του εαυτού του με τις διάφορες αμοιβές, που το άτομο δέχεται, μας δίνει τα κίνητρα, που κάνουν το άτομο να θέλει να συμμετέχει στον αθλητισμό.
– Τέλος ο αθλητής αναπόφευκτα, συγκρίνει την απόδοση του με αυτή των άλλων αθλητών και προσπαθεί να τη διατηρήσει σε ψηλά επίπεδα, για να μειώσει τις πιθανότητες απειλής για τον Εαυτό του.
Αν ο αθλητής αυτός αποδώσει χειρότερα από τους άλλους, αντιμετωπίζει “απόριψει” από την ομάδα.
Για αυτό το άτομο χρειάζεται να μπορεί να ελέγχει το στρές, που προκύπτει από τη σύγκριση(ΑΥΤΟΕΛΕΓΧΟΣ)καινα επιδεικνύει σταθερότητα στην απόδοση του στους αγώνες.
Το παραπάνω μοντέλο αντιμετωπίζει συνολικά το θέμα της Ψυχολογικής Υγείας του αθλητή, .ετσι όπως αυτή σχετίζεται με τις περιβαλλοντικές μεταβλητές.
Ετσι μπορεί να δει κανείς, στο σύνολό τους, του διάφορους παράγοντες όπως σχετίζονται μεταξύ τους, για να συνεισφέρουν στην καλή απόδοση του αθλητή.
Σε μία έρευνα με παιδιά- πρωταθλητές της κολύμβησης προσπάθησαν να εντοπίσουν τα κυριότερα συστατικά στοιχεία της ψυχολογικής υγείας των μικρών παιδιών, που σχετίζονται με την καλή απόδοση.
Μεταξύ των διαφόρων παραγόντων που μελέτησαν, βρήκαν ότι η μεγαλύτερη συσχέτιση ήταν μεταξύ συναισθηματικής σταθερότητας, αυτοεκτίμησης και δημιουργίας σχέσεων.
Από την άλλη μεριά, αναπάντεχα, η αυτοεκτίμηση και η κυριαρχία δεν είχαν μεγάλη συσχέτιση με την απόδοση στο κολύμπι.
Η συναισθηματική σταθερότητα δε σχετίζεται μόνο με την απόδοση ,αλλά και με το βαθμό ελκυστικότητας, που ασκεί το κολύμπι πάνω στο παιδί.
Ετσι οι ερευνητές τονίζουν πως, όσο ψηλότερος, είναι ο αυτοέλεγχος του παιδιού(σταθερότητα), τόσο ψηλότερη και η απόδοση και τόσο το παιδί ελκύεται περισσότερο από το άθλημα.
ΣΤ.ΑΥΤΟΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ
– Σε ότι αφορά την ψυχολογική ανάπτυξη του παιδιού και το ρόλο που παίζουν τα σπορ, σημαντική είναι η χρήση των εννοιών, ΑΥΤΟΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ και ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ.
Η έννοια ΑΥΤΟΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ αναφέρεται γενικά στο τι πιστεύει το άτομο για τον εαυτό του και η έννοια ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ στον τρόπο που αισθάνεται ένα άτομο για τα χαρακτηριστικά που κατέχει, είτε αυτά είναι θετικά η αρνητικά.
Ο τρόπος με τον οποίο θα “λειτουργήσει” το άτομο στον αθλητισμό, αλλά και στη ζωή του γενικότερα, σχετίζεται άμεσα με τις δύο αυτές παραπάνω έννοιες.
– Το συναίσθημα στα παιδιά αναπτύσσεται σιγά-σιγά, καθώς μεγαλώνουν, στη βάση των κρίσεων που κάνουν άτομα του κοινωνικού τους περιγύρου για τις ικανότητες τους.
Παιδιά που μεγαλώνουν με επιδοκιμασία για τις ικανότητες τους, αναπτύσσουν θετικό αυτοσυναίσθημα και αυτοεκτίμηση.
Η δεύτερη πηγή πληροφοριών για την ανάπτυξη θετικής εικόνας για τον εαυτό(η αυτοσυναισθήματος), είναι οι υποκειμενικές εκτιμήσεις που κάνει το άτομο,όταν συγκρίνει τον εαυτό του με άλλους.
Αυτή η τάση για κοινωνική σύγκριση αρχίζει περίπου στην ηλικία των 5 χρόνων.
-Είναι λοιπόν φανερό ότι παιδιά με διαφορετικό αυτοσυναίσθημα και αυτοεκτίμηση, αντιμετωπίζουν διαφορετικά την αποτυχία και την επιτυχία.
Ένα παιδί με θετικό αυτοσυναίσθημα επηρεάζεται λιγότερο από την αποτυχία, σε σύγκριση με αυτό που έχει αρνητικό αυτοσυναίσθημα.
Στην περίπτωση των παιδιών με αρνητικό αυτοσυναίσθημα έχουμε μεγαλύτερη ευαισθησία και ανασφάλεια και μικρότερη αυτοπεποίθηση.
Συνήθως τα παιδιά αυτά καλύπτουν την ανασφάλεια τους με την υιοθέτηση επιθετικής συμπεριφοράς η επίδειξης, που στοχεύει στο να τραβήξει την προσοχή των άλλων.
Στην ίδια περίπτωση άλλα παιδιά προτιμούν να “αποτραβιούνται” με συνέπεια να μην είναι δημοφιλή και κοινωνικά.
-Τα παιδιά που αποφασίζουν να ασχοληθούν με τον αθλητισμό, αναζητούν τρόπους να μετρήσουν τις ικανότητες τους.
Άσχετα από τις αιτίες που οδηγούν ένα παιδί να ασχοληθεί με τον αθλητισμό, είναι σημαντικό για τον προπονητή να δώσει ευκαιρίες επιτυχίας.
Η επιτυχία αυτή φυσικά μεταφράζεται από το ίδιο το παιδί και συμβαδίζει με τις αιτίες που το οδήγησαν αρχικά να ασχοληθεί με τον αθλητισμό.
Έτσι η επιτυχία μπορεί να μεταφρασθεί σε δημοτικότητα,σε νίκη, σε αποδοχή από τον προπονητή,σε διασκέδαση κ.λ.π
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΖΑΛΟΓΓΟΥ 41Α ΚΙΝ.6946328937