2.ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟ.
Η. Ο συναγωνισμός στον Παιδικό Αθλητισμό.
– Το πιο συζητημένο πρόβλημα της συμμετοχής των μικρών παιδιών στον αθλητισμό αφορά το συναγωνισμό.
Όπως ήδη αναφέρθηκε υπάρχουν δύο κατηγορίες αθλητών:αυτοί που έχουν κατά κύριο λόγο κίνητρα επιτυχίας και αυτοί που έχουν κίνητρα για την αποφυγή της αποτυχίας.
Τα αγωνιστικά σπόρ, επειδή έχουν ως κεντρική αξία το συναγωνισμό, επενεργούν διαφορετικά στις δύο παραπάνω κατηγορίες αθλητών:
τα παιδιά με κίνητρα επιτυχίας επιδιώκουν καταστάσεις που περιέχουν ρίσκο, και θέλουν κατά κύριο λόγο να νικούν, ενώ αντίθετα, τα παιδιά με κίνητρα για αποφυγή της αποτυχίας αποφεύγουν το ρίσκο, προτιμούν εύκολους η πολύ δύσκολους αντιπάλους και αποδίδουν καλύτερα στην προπόνηση παρά στους αγώνες.
Τα παιδιά αυτά πιθανότατα έχουν μεγαλώσει σε περιβάλλον χωρίς ενθάρρυνση , αλλά με κριτική και τιμωρία για τις αποτυχίες.
Η ευθύνη των γονέων είναι φυσικά τεράστια, γιατί η έλλειψη ανεκτικού οικογενειακού περιβάλλοντος, καλλιεργεί φόβο στο παιδί για ενδεχόμενες αποτυχίες, με συνέπεια η συμπεριφορά του παιδιού στον αθλητισμό να είναι συμπεριφορά “ασφαλείας” λόγω του φόβου της αποτυχίας.
Οι γονείς πρέπει να καλλιεργήσουν μία “άλλη” νοοτροπία και να μην επικρίνουν κάθε ενέργεια των παιδιών στη βάση των αποτελεσμάτων, αλλά στη βάση του πόσο προσπάθησαν για να πετύχουν κάτι.
Όταν ανταμείβεται η προσπάθεια, είναι πιθανό τα παιδιά να προσπαθούν πάντα όσο μπορούν, αγγίζοντας έτσι τα όριά τους και όχι οπωσδήποτε να συγκρίνονται με άλλους, που σε τελευταία ανάλυση, μπορεί ποτέ να μη “φθάσουν” λόγω διαφορετικών ικανοτήτων.
Ετσι μία αγωνιστική κατάσταση μπορεί να θεωρηθεί για το παιδί απειλητική η μη απειλητική.
Η αντίληψη μίας κατάστασης ως απειλητικής η μη, έχει ως συνέπεια τη δημιουργία η όχι, άγχους.
Η έρευνα σχετικά με τις υποκειμενικές εκτιμήσεις μιας αγωνιστικής κατάστασης μας πληροφορεί για τα εξής.
- Η αποτυχία σε αγώνες κάνει το παιδί να τους βλέπει ως απειλή.
- Οι αγώνες θεωρούνται πιο απειλητικοί από την προπόνηση.
- Οι ατομικές ενέργειες περικλείουν μεγαλύτερη “απειλή” από τις ομαδικές.
- Ατομα με μεγάλο βασικό άγχος αισθάνονται μεγαλύτερη απειλή.
– Οι συνέπειες της απόδοσης μπορεί να είναι θετικές, αρνητικές ή ουδέτερες, ανάλογα με τη συγκεκριμένη περίσταση.
Για παράδειγμα, ένα παιδί μπορεί να εκτιμήσει ότι ένα αποτέλεσμα ήταν αρνητικό αλλά οι αντικειμενικές κρίσεις του προπονητή να είναι θετικές(ήσουνα πολύ καλός) και να εξουδετερώσουν τις αρνητικές υποκειμενικές κρίσεις.
Για το λόγο αυτό, οι θετικές κρίσεις του προπονητή, για συγκεκριμένες έστω πλευρές της απόδοσης του αθλητή, σε περιπτώσεις αρνητικού αποτελέσματος, είναι πολύ σημαντικές για την παραπέρα συνέχιση της προσπάθειας του αθλητή.
– Τελικά, μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι είναι υπερβολικό να καταδικάζεται ο αγωνιστικός αθλητισμός, όταν δεν ξεπερνάει ορισμένα όρια.
Αφήνοντας στην άκρη τις αντιρρήσεις, που πηγάζουν από διαφορετική φιλοσοφική θεώρηση της κοινωνίας, του ρόλου των θεσμών, του αγωνιστικού αθλητισμού και του συναγωνισμού, πρέπει να διερευνήσουμε με ακρίβεια τις βασικές ανάγκες του παιδιού που μεγαλώνει και να διαμορφώσουμε τέτοιο αγωνιστικό αθλητικό περιβάλλον, που να μην εξοντώνει ψυχολογικά τα μικρά παιδιά.
Από τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα πως οι προπονητές, οι διάφοροι υπεύθυνοι και οι γονείς πρέπει να δείξουν ευαισθησία στο θέμα του συναγωνισμού των μικρών παιδιών.
Πρέπει να προσέχουν αρκετά, για να εντοπίσουν κάποια σημάδια συναισθηματικής διαταραχής στα παιδιά.
Οι γονείς πρέπει να επικοινωνούν με τους προπονητές, να τους γνωστοποιούν τυχόν προβλήματα ύπνου (σε περίοδο αγώνων η και πριν), φαγητού, προβλήματα διάθεσης(που ίσως εκφραστούν μα αλλαγή τρόπου ζωής),
επιθυμίας για εγκατάλειψη, διακυμάνσεις στη σχολική επίδοση κ.λ.π.
Αν διαπιστωθούν τέτοια σημάδια, πρέπει να μειωθεί η ένταση του ανταγωνισμού η να εγκαταλείψει το παιδί τα αγωνιστικά σπορ(έστω και προσωρινά) και να ζητηθεί βοήθεια από επαγγελματία ψυχολόγο.
Πριν όμως παρθούν τα παραπάνω μέτρα, θα πρέπει να προηγηθεί μία ειλικρινής συζήτηση με τον άμεσα ενδιαφερόμενο.
Ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με την ανάπτυξη της συνεργασίας και του συναγωνισμού αναφέρονται από τους ΣΕΡΙΦ και ΡΑΤΥ(1976)
- Η ικανότητα για συνεργασία η συναγωνισμό αναπτύσσεται με την ηλικία και εμφανίζεται στην ίδια περίοδο της ανάπτυξης του παιδιού(6-11 ετών)
- Το περιβάλλον παίζει καθοριστικό ρόλο στην ένταση με την οποία εκδηλώνονται οι τάσεις συναγωνισμού η συνεργασίας.
Ετσι η επίδραση των γονέων ,των φίλων, των προπονητών κ.λ.π είναι καθοριστική στη διαμόρφωση της συγκεκριμένης συμπεριφοράς των παιδιών.
Είναι άστοχο να μιλάμε για γεννημένους νικητές ή ηττοπαθείς.
Παρά τις ατομικές διαφορές που υπάρχουν, είναι πιο σωστό να λέμε ότι οι “νικητές” και οι “ηττοπαθείς” διαμορφώνονται, ανάλογα με τις εμπειρίες των παιδιών σε περιβάλλοντα, που “διαμορφώνουν την επιλογή των στόχων για τις προσπάθειες τους και τη δομή των κριτηρίων και σκοπών που σχετίζονται με τις προσπάθειες αυτές”.
- Το περιβάλλον δε διαμορφώνει μόνο το είδος της συμπεριφοράς και την έντασή της, αλλά και τους συγκεκριμένους στόχους.
Ετσι για παράδειγμα, τα παιδιά μαθαίνουν ότι ο αθλητισμός είναι η καλύτερη “λεωφόρος” για κοινωνική αναγνώριση, σε σύγκριση με την ακαδημαϊκή επίδοση στο σχολείο.
Στις περισσότερες χώρες η ενασχόληση με τον αθλητισμό έχει νόημα, μόνο αν το παιδί ασχολείται με τον οργανωμένο αγωνιστικό αθλητισμό.
Ως συνέπεια αποθαρρύνεται η συμμετοχή με καθαρά αναψυχικό χαρακτήρα και αυτό φαίνεται από τους μικρούς αριθμούς των παιδιών, που ασχολούνται τακτικά με τον αθλητισμό για λόγους υγείας και προσωπικής ευχαρίστησης.
Τα “κρυφά” κίνητρα των περισσοτέρων παιδιών που ασχολούνται με τον αθλητισμό είναι κίνητρα για κοινωνική αναγνώριση και αυτή είναι η “τραγωδία” του παιδικού αθλητισμού, αφού δυστυχώς η κοινωνική αναγνώριση υπάρχει μόνο στην κορυφή της αθλητικής πυραμίδας, που είναι διαθέσιμη μόνο σε λίγους.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΖΑΛΟΓΓΟΥ 41Α ΚΙΝ.6946328937