Σφήνες του Αφεντούλη
– Γειτόνισσα, μεσημεράκι δεν έρχεστε με τον «Μήτσο» να φάμε το πτηνό, Χριστούγεννα γαρ;
– Χρόνια πολλά, φιλενάδα. Όμως, δεν επαναλαμβάνεις, παρακαλώ, καθόσον έχασα τα προηγούμενα.
– Για φύσα να ξεβουλώσει το σύρμα.
– Φου, φου, φου…
– Ελάτε να ξεκοκαλίσουμε τη γαλοπούλα για να μπούμε στο μάτι του δόκτορος Σόιμπλε. Εννόησες, τώρα;
– Αμέ! Επειδή, ο Γερμανός στην τιμωρητική λιτότητα ημών αποφάσισε να εντάξει και την προστασία των πουλερικών θα του φτιάξουμε τη μέρα, καταβροχθίζοντας μόνοι την κηδεμονευομένη του, αντελήφθην καλώς;
– Όχι! Τον δόκτορα να τον φιλέψει η «Frau Nein» που δεν ζει υπεράνω των δυνατοτήτων της, όπως εμείς, κατά τις δηλώσεις αυτών, και ερωτώ: Αργείτε ή να στρώσω τραπέζι;
Αναγνώστες μου, μόλις πληροφορηθήκατε, διά πένας εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη, ενδεικτικά, καθόσον τα πρόσωπα είναι φανταστικά ενημερώνουμε, πώς γιόρτασε η Ελλάδα τα φετινά, έβδομα «μνημονιακά», Χριστούγεννα.
«Χρόνια πολλά» κιόλας, για να μην ξεχνιόμαστε, και πάμε στη συνέχεια που υπόσχεται:
Πουρναρόξυλα αντί πετρελαίου.
– Καλοριφέρ έχετε;
– Το θέλεις στους 22 ή περισσότερο;
– Και 20 καλά είναι, καθόσον θα μας ζεστάνει κι ο κράσος – προμηθευτήκατε αρκετό ή να στείλω τον «Μήτσο» στον συμπέθερο με τα πολλά αμπέλια;
– Μισό να δω το θερμόμετρο και βλέπουμε.
– Αυτό που κρέμεται στον τοίχο ή το άλλο στην κοιλιά του πτηνού, για να ‘χουμε καλό ρώτημα;
– Της γαλοπούλας και δείχνει 16.
– Ακόμα να τη βάλεις στο φούρνο, φιλενάδα; Όχι, τίποτα άλλο δηλαδή. Για να ξέρει κι ο δόκτωρ Σόιμπλε αν γευματίζουμε ή δειπνούμε υπεράνω των δυνατοτήτων μας, καλό ε!
– Εντάξει, αλλά άκου και το καλύτερο. Το θερμόμετρο που κράτησα σε εφεδρεία εκτός φούρνου κατέβηκε στο 14. Έξω, θα πήρε αέρας, φαίνεται…
– Άσ’ το, φιλενάδα, κατάλαβα, τα χαράτσια μέσα! Πετρέλαιο γιοκ κι έτσι εμείς θα δεξιωθούμε εσάς με τη γαλοπούλα υμών, να βγάλω τα σερβίτσια;
– Παρά τις «φοροκαταιγίδες» που μας πλήττουν εσχάτως, επενδύσατε και σε «μαύρο χρυσό», βρε θηρία; Μπράβο, κουμάντο!
– Ποιο πετρέλαιο; Πουρναρόξυλα καίμε στο τζάκι, χώρια που βαρέθηκα να τρίβω τον «Μήτσο» καθότι ξεπλατίστηκε μέχρι να τα μαζέψει, ο καψερός.
– Είδες τι τραβάμε, οι γυναίκες, και δεν το μαρτυράμε;
– Καλά, τον δικό σου, ξεκούραστο, τον περίλαβες στις εντριβές; Έλα Χριστέ και μη χειρότερα!
– Γειτόνισσα, με το θερμόμετρο στους 14, υγείας θα χαίρει, ο άνθρωπος, αλλά δεν αφήνουμε τις αρρώστιες, χρονιάρα μέρα, μήπως στρώσεις εκείνο το τραπέζι που λέγαμε;
– Από τηλεφώνου, όπου με κρατάς;
– Πίσω πας, αλλά τέλος πάντων. Κλείνω κι ερχόμαστε.
– Καλώς να ορίσετε. Με τη γαλοπούλα, ε!…
Τέλος προετοιμασιών, αναγνώστες μου, κι επειδή τσιμπούσι χωρίς μουσική δεν έχει νόημα, ως γνωστόν, τον επίλογο γράφει ο ξεπλατισμένος, «Μήτσος», σε παράφραση παλαιότερου σουξέ της στήλης, άδοντας:
Ποιες γιορτές; Μας καίνε οι λυπητερές…
Δεν ξέρω πόσα πια χρωστώ
και ποιον να ξεχρεώσω,
με ένα μόνο μέρισμα,
τραπέζι πώς να στρώσω;
Ήταν Μνημόνιο, προ ετών,
που μπήκε στη ζωή μας,
χαράτσια να πληρώνουμε
και πάει η σύνταξή μας.
Τα μέτρα που μας τσάκισαν,
οι Γερμανοί τ’ αυξάνουν,
βαστάτε, οι «αντέχοντες!»,
να μη μας αποκάνουν.
Ναι, για(!), ας όψεται ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δόκτωρ που φοβήθηκε κι ο Θεός, ή μήπως όχι, αναγνώστες μου; Ή μήπως όχι;…
-Ω-