Ο χώρος του δημοτικού πάρκου σήμερα είναι ένα από τα σπουδαιότερα τοπόσημα της πόλης και ιδεώδης τόπος καταφυγής του Κατερινιώτη αλλά και των επισκεπτών της Κατερίνης.
Ενδιαφέρουσα είναι ωστόσο και η ιστορία διάσωσης αυτού του πολύτιμου πνεύμονα πρασίνου όπως μας την περιγράφει το ρεπορτάζ που ακολουθεί (ο τίτλος είναι δικός μου όπως και οι υπογραμμίσεις και προέρχονται από το βιβλίο του Σάββα Κανταρτζή Νίκη χωρίς ρομφαία. Η Δαμασκός του 2Οο αιώνα, Απομνημονεύματα, τόμος Ε΄, 1978).
Το κοινοτικό συμβούλιο Κατερίνης προλαβαίνει την οικοπεδοποίηση του πάρκου
«Ολόκληρος ο αστικός συνοικισμός, πίσω από τη Νομαρχία, η περιοχή πέρα από το Γυμνάσιο Αρρένων, όπου είχε ιδρυθεί ο συνοικισμός χηρών, όπως και μια στενή περιοχή πίσω από την Δημοτική Αγορά, όπου βρισκόταν τότε η Οικονομική Εφορία, ήταν ανταλλάξιμες οικοπεδικές εκτάσεις. Το 1927-28 στις εκτάσεις αυτές κτίστηκαν από το Κράτος ομοιόμορφες μικρές μονοκατοικίες, που διανεμήθηκαν με κλήρο σε αστούς πρόσφυγες. Αρχικά οι αστοί πρόσφυγες, με επικεφαλής το σωματείο τους, είχαν διεκδικήσει για τον συνοικισμό τους τον απέραντο χώρο όπου έγινε το Δημοτικό Πάρκο Κατερίνης.
Μάλιστα, κατάφεραν ν’ αποσπάσουν υπουργική έγκριση, συγκέντρωσαν άμμο, ασβέστη και τσιμέντο και άρχισαν να βάλουν μπρος από την πλευρά της κεντρικής οδού (προέκταση Μεγάλου Αλεξάνδρου). Ξεσηκώθηκαν όμως οι οργανώσεις και οι κάτοικοι με επικεφαλής το Κοινοτικό Συμβούλιο Κατερίνης για να προλάβουν την ανεπανόρθωτη καταστροφή.
Πυκνές μάζες λαού με μαύρες σημαίες κατάκλυσαν την περιοχή, απειλήθηκαν σοβαρά επεισόδια και τα έργα σταμάτησαν. Και τότε οι αρχές άλλαξαν την θέση για τον αστικό συνοικισμό.
Αποφασιστικό ρόλο για να ματαιωθεί η οικοπεδοποίηση του χώρου έπαιξαν ο πρόεδρος της Κοινότητας Νικόλαος Κούλας, πατέρας του συμπολίτη δικηγόρου Θανάση Κούλα, ο αντιπρόεδρος Θανάσης Βασιλειάδης, που μεταπολεμικά έγινε βουλευτής, και ο πρόεδρος τότε των Εφέδρων πολεμιστών Δημητρός Κωτίκας, πρόεδρος του Συλλόγου Λιβαδιωτών Κατερίνης.
Έτσι σώθηκε ο χώρος, που είχε κι’ όλας προγραμματιστεί από το Κοινοτικό Συμβούλιο να γίνει πάρκο. Και με την βοήθεια όλων των κατοπινών Δημάρχων και Δημοτικών Συμβουλίων, έγινε ένα από τα καλύτερα πάρκα της Ελλάδας, σε ιδεώδη τοποθεσία, με φόντο απέναντι τον Όλυμπο και τα Πιέρια.
Το πάρκο αυτό, που κινδύνεψε να οικοπεδοποιηθεί, σ’ εποχή που υπήρχαν άφθονα κρατικά και ιδιωτικά οικόπεδα για την στέγαση των αστών προσφύγων, είναι το μοναδικό αξιοθέατο της Κατερίνης, το καμάρι του λαού της και ο πνεύμονας μιας πόλης, που σταθερά κυκλώνεται από μεγαθήριες τσιμεντένιες πολυκατοικίες.
Τον χώρο αυτό, μια έκταση 60 στρέμματα, οι Τούρκοι τον είχαν για στρατιωτικές ασκήσεις. Όταν, με την προέλαση του ελληνικού στρατού, έφυγαν βιαστικά, εγκατέλειψαν έξω από τους στρατιώτες δύο κανόνια της εποχής, που στολίζουν τώρα, σαν ακριβά ιστορικά κειμήλια, την είσοδο του Δημοτικού Πάρκου και θυμίζουν την απελευθέρωση της Κατερίνης από τον βάρβαρο τούρκικο ζυγό στις 16 Οκτωβρίου 1912».
Μικροϊστορικά του Αντώνη Κάλφα