Και αυτό δεν έγινε τυχαία όπως αναφέρει ο ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ στο βιβλίο του με τίτλο «Ποίος Έπταισεν;» (σελ. 345) «Οι ηγέτες (κομμουνιστές) δέχονται να αμνηστεύονται τα δικά τους αδικήματα, που χαρακτηρίζονται ως πολιτικά, δεν δέχονται όμως να χαρακτηρίζονται ως πολιτικά αδικήματα όσα διεπράχθησαν με δική τους εντολή και για τον ίδιο σκοπό από απλά μέλη». Ο ίδιος μάλιστα αναφέρει ότι ο Θανάσης Χατζής, Γραμματέας του ΕΑΜ, για το άρθρο 3, περί Αμνηστίας, διατυπώνει στο βιβλίο του την άποψη: «Έναντι της αθλίας υπογραφής στη Βάρκιζα έγινε κάτι αθλιέστερο. Παραδόθηκε στην ΕΑΜική αντιπροσωπεία ένα μυστικό έγγραφο – παράρτημα της Συμφωνίας, με υπογραφή της Ελληνικής κυβέρνησης και Βρετανική εγγύηση, ότι για 50 ηγετικά πρόσωπα του ΚΚΕ (τα οποία θα καθόριζε το ίδιο) εξασφαλιζόταν το ακαταδίωκτο και οι ηγέτες του ΚΚΕ έμειναν στο απυρόβλητο».
Αντώνη Ι. Ζαρκανέλα
π. Γενικού Διευθυντή Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης.
Περίληψη Προηγουμένου: Η υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας (ΣτΒ) από το ΚΚΕ/ΕΑΜ ήταν μονόδρομος. Έπρεπε να κερδηθεί χρόνος μετά τη στρατιωτική ήττα «..για να ξαναπάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας..» «..για να ανασυγκροτήσουμε τις δυνάμεις μας και να τις προετοιμάσουμε για τους μελλοντικούς πολιτικούς και ένοπλους αγώνες..» (ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, 1979). Ήταν η ΣτΒ «..ένας αναγκαίος ελιγμός για την ανασύνταξη..» και για να υπάρξει «..μία ανάπαυλα για την ανασυγκρότηση… μπροστά στην καινούργια αποφασιστική αναμέτρηση που έρχεται αναπόφευκτα..» (ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ, 1949;1950). Υπάρχει μία σειρά στοιχείων, «αποχρωσών ενδείξεων» που καταδεικνύουν την κρυφή βούληση των δύο ηγετών του ΚΚΕ, των Σιάντου και Ιωαννίδη, να μην δοθεί γενική αμνηστία.
Και αυτό δεν έγινε τυχαία όπως αναφέρει ο ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ στο βιβλίο του με τίτλο «Ποίος Έπταισεν;» (σελ. 345) «Οι ηγέτες (κομμουνιστές) δέχονται να αμνηστεύονται τα δικά τους αδικήματα, που χαρακτηρίζονται ως πολιτικά, δεν δέχονται όμως να χαρακτηρίζονται ως πολιτικά αδικήματα όσα διεπράχθησαν με δική τους εντολή και για τον ίδιο σκοπό από απλά μέλη». Ο ίδιος μάλιστα αναφέρει ότι ο Θανάσης Χατζής, Γραμματέας του ΕΑΜ, για το άρθρο 3, περί Αμνηστίας, διατυπώνει στο βιβλίο του την άποψη: «Έναντι της αθλίας υπογραφής στη Βάρκιζα έγινε κάτι αθλιέστερο. Παραδόθηκε στην ΕΑΜική αντιπροσωπεία ένα μυστικό έγγραφο – παράρτημα της Συμφωνίας, με υπογραφή της Ελληνικής κυβέρνησης και Βρετανική εγγύηση, ότι για 50 ηγετικά πρόσωπα του ΚΚΕ (τα οποία θα καθόριζε το ίδιο) εξασφαλιζόταν το ακαταδίωκτο και οι ηγέτες του ΚΚΕ έμειναν στο απυρόβλητο».
Το κόμμα, μάλιστα, στη λογική αυτή δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια αλλά δημιούργησε, όπως έχουμε ήδη πει, τεχνητές συνθήκες φόβου, εξογκώνοντας την όντως ηλεκτρισμένη σε όλα τα επίπεδα κατάσταση που επικρατούσε τότε στους μαχητές του και προσφέροντάς τους ως ασφαλή λύση τη «φυγάδευσή» τους στην Αλβανία και Γιουγκοσλαβία. Με τον τρόπο αυτό μεταφέρθηκε στο Ρουμπίκ της Αλβανίας και στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας η αφρόκρεμα των μαχητών του ΕΛΑΣ, της ΟΠΛΑ και της Λαϊκής Πολιτοφυλακής.
Ένας άλλος σημαντικότατος λόγος είναι η προειλημμένη, της Συμφωνίας της Βάρκιζας, απόφαση να μην κατατεθούν όλα τα όπλα που είχε στη διάθεσή του ο ΕΛΑΣ. Ο Σαράφης, ο οποίος συμμετείχε στην αντιπροσωπεία του ΕΑΜ κατά τις συζητήσεις, πρόθυμα δέχθηκε να παραδώσει ο ΕΛΑΣ 41.500 τυφέκια, 2015 αυτόματα, 163 όλμους και 32 πυροβόλα. Έκπληκτοι οι Βρετανοί και οι Έλληνες Αξιωματικοί διαπίστωσαν όταν καταμετρήθηκαν τα όπλα ότι ήταν περισσότερα: 44.000 τυφέκια, 2.500 αυτόματα, 220 όλμοι και 100 πυροβόλα!! (ΖΑΟΥΣΗΣ, 1992, σελ. 24). Για το ίδιο θέμα ο Ιωαννίδης λέει: «…Αυτοί ζήτησαν να παραδώσουμε σαράντα χιλιάδες όπλα… Και ο Σαράφης τους είπε: Σαράντα έξι χιλιάδες θα σας δώσουμε. Αυτό δηλαδή έγινε για να μην αποκαλυφθεί ότι εμείς κρύβουμε όπλα». Στη συνέχεια, αναφέρεται ο Ιωαννίδης στις οδηγίες που έδωσε για τον τρόπο απόκρυψης των όπλων, ποιοι, πόσοι θα είναι εκείνοι, πού θα αναλάβουν να κάνουν τη δουλειά. «Εκείνοι δε που θα κρύψουν τον οπλισμό θα φύγουνε για το Μπούλκες, ώστε να μην πιαστούν και πει κανένας ότι κρύψαμε και πού οπλισμό. Μέχρι αυτό το σημείο πήραμε μέτρα. Και μόλις τέλειωναν την απόκρυψη, γραμμή για το Μπούλκες». (ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, 1979, σελ. 371-2). Ο Κ. Τσουκαλάς (1981) ανεπιφύλακτα δέχεται «…ότι μία μεγάλη ποσότητα όπλων και πυρομαχικών δεν παραδόθηκε» (σελ. 81). Υπάρχει ένα ερώτημα που πλανάται μέχρι και σήμερα σχετικά με τα όπλα που έπρεπε να καταθέσει ο ΕΛΑΣ και πώς βρέθηκε να έχει πολλά περισσότερα. Ο αριθμός που έπρεπε να καταθέσει ο ΕΛΑΣ εκτιμήθηκε με βάση τα στοιχεία της Βρετανικής Στρατιωτικής Αποστολής που υπήρχε στα βουνά από την Νοέμβριο του 1942 και η οποία ενέκρινε τα αιτήματα του ΕΛΑΣ για οπλισμό και λίρες για την αγορά του. Από τα στοιχεία της βιβλιογραφίας μπορεί κανείς εξηγήσει τον υπεράριθμο οπλισμό αλλά και την ποιότητα αυτού που απέκρυψε ο ΕΛΑΣ, από τις παρακάτω πηγές: Από τις αποθήκες του Ιταλικού στρατού μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών, από τις διάφορες συμφωνίες με τους Γερμανούς που έκανε ο ΕΛΑΣ, τοπικά, για μη επίθεση εναντίον των αποχωρούντων Γερμανών υπό την προϋπόθεση όμως της παράδοσης του οπλισμού τους, από τη διάλυση του ΕΔΕΣ και των άλλων Εθνικών Ομάδων και τέλος από την αποστολή, έστω, και μικρή, από τα ανταρτικά κινήματα της Αλβανίας, Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας στα πλαίσια του «Κοινού Συμμαχικού Στρατηγείου» που είχε στο προηγούμενο διάστημα δημιουργηθεί μεταξύ των αντίστοιχων ανταρτικών κινημάτων των χωρών αυτών στο οποίο αντιπρόσωπος ήταν ο Ανδρέας Τζήμας (Εύμαιος). (Ο Τζήμας Ανδρέας, δοκιμασμένος Ακροναυπλιώτης, ήταν μέλος του ΠΓ του ΚΚΕ, εκπρόσωπος του ΚΚΕ στο ΕΑΜ, εκπρόσωπος του ΕΑΜ στο Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ και εκπρόσωπος του ΕΛΑΣ και επομένως και του ΕΑΜ στο προαναφερθέν «Κοινό Στρατηγείο». Ένας δοκιμασμένος κομμουνιστής εμφανίζεται, λοιπόν, για τα μάτια του κόσμου, ως εκπρόσωπος του υπερκομματικού ΕΑΜ παντού).