«Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα». Μ’ αυτά κι άλλα λόγια ο λαός μας ψάλλει δακρύζοντας τη Σταύρωση του Σωτήρος Ιησού Χριστού.
Εξι χρόνια τώρα παρόμοια συναισθήματα κατακλύζουν τις ψυχές όλο και περισσότερων Συνελλήνων που υφίστανται τις απάνθρωπες συνέπειες της κρίσης και των σκληρών μέτρων που κυβέρνηση και «θεσμοί» (δανειστές) συμφωνούν κατά καιρούς (τρεις φορές ως τώρα).
«Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα». Μ’ αυτά κι άλλα λόγια ο λαός μας ψάλλει δακρύζοντας τη Σταύρωση του Σωτήρος Ιησού Χριστού.
Εξι χρόνια τώρα παρόμοια συναισθήματα κατακλύζουν τις ψυχές όλο και περισσότερων Συνελλήνων που υφίστανται τις απάνθρωπες συνέπειες της κρίσης και των σκληρών μέτρων που κυβέρνηση και «θεσμοί» (δανειστές) συμφωνούν κατά καιρούς (τρεις φορές ως τώρα).
Σταυρωμένος ο Χριστός, σταυρωμένη και η πατρίδα μας. Κι Εκείνος μεν ως άνθρωπος λοιδορήθηκε, κατηγορήθηκε άδικα, βασανίστηκε , υπόφερε τα πάνδεινα, συγχώρησε τους σταυρωτές του (!) και παρέδωσε στον Πατέρα Του το πνεύμα του. Ήξερε ασφαλώς, όπως ξέρουμε κι εμείς, ότι ως Θεός θα αναστηθεί «τριήμερος εκ τάφου». Ο λαός μας όμως κι η Πατρίδα μας δεν ξέρουν – πως θα ήταν δυνατόν εξάλλου – αν και πότε επιτέλους θάρθει η ώρα της δικής του ανάσασης. Ξέρουν σίγουρα ότι δεν είναι θέμα ημερών. Ότι είναι ετών, πολλών ετών, δεκαετιών κατά πάσα πιθανότητα.
Κι οι άρχοντες της ιδιαίτερα οι σημερινοί, αλλά και οι παλιότεροι έδιναν και δίνουν στους σταυρωμένους «χολήν, άμα και όξος». Τραγική κατάσταση. Χωρίς δυστυχώς να διαφαίνεται και η των «τοιούτων παθημάτων κάθαρση». Χώρα που επινόησε την τραγωδία η Ελλάδα – τυχαία άραγε; Μάλλον όχι – τη βιώνει συχνά πυκνά. Γνωρίσαμε πολλές τραγωδίες . Πολλές ολοκληρωμένες. Άλλες ημιτελείς. Χωρίς την απαραίτητη «κάθαρσιν».
Ο μέγας Αριστοτέλης όριζε ως εξής την τραγωδία ( σε νεοελληνική απόδοση): « Είναι λοιπόν η τραγωδία μίμηση (αναπαράσταση επί σκηνής) πράξης σημαντικής και ολοκληρωμένης, η οποία έχει κάποια διάρκεια, με λόγο ποιητικό (γλυκό στην κυριολεξία)…, που παριστάνεται ενεργά (…) η οποία προκαλώντας τη συμπάθεια και το φόβο του θεατή τον λυτρώνει (αποκαθάρει) από παρόμοια ψυχικά συναισθήματα». Κατά τον ορισμό αυτό προηγείται για τη μεταφορά στη σκηνή μιας ανθρώπινης πράξης. Έχει αρχή, μέση και τέλος και μέγεθος όσο χρειάζεται ώστε και τα νοήματα να αποδίδονται και ανία να μην προκαλείται στο θεατή. Είναι , τέλος, απαραίτητο ο θεατής να «αποκαθαίρεται» από το άγος και τις έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις που τον κατακλύζουν.
Η τραγωδία που ζει σήμερα η Πατρίδα μας δεν είναι αναπαράσταση επί σκηνής ( μίμησις). Είναι ζωντανή πραγματικότητα. Με ήρωες και κομπάρσους όχι ηθοποιούς αλλά καθημερινούς ανθρώπους που δεν παριστάνουν το τραγικό αλλά το ζουν. Όσο για θεατές «πρώτοι και καλύτεροι οι ίδιοι οι συμμετέχοντες στην τραγωδία . Αλλά επιπλέον και οι λίγοι, οι «βολεμένοι» με τις μεγάλες καταθέσεις στο εξωτερικό ( Ελβετία και αλλού) που περιμένουν αμέτοχοι το τέλος, ελπίζοντας να γίνουν πλουσιότεροι και πιο ευτραφείς από τις βάρκες της ολόκληρα κατεστραμμένης χώρας μας. Θεατές επίσης μα και κομπάρσοι εκείνοι της μεσαίας κυρίως τάξης που αγωνίζονται με νύχια και με δόντια να σώσουν τη δουλειά και τους μόχθους της ζωής τους, προσβλέποντας στην ανάσταση της πατρίδας. Θεατές τέλος και οι εταίροι και δανειστές μας που πρώτα πρώτα δεν θέλουν να χάσουν τα λεφτά που μας δάνεισαν. Κατά τα άλλα οι περισσότεροι και να τα χάσουν θα τα βγάλουν πέρα με μικρές απώλειες. Οι, λιγότεροι, των φτωχών κρατών κι όχι όλοι, ελπίζουν πως θάρθει «η των τοιούτων παθημάτων κάθαρσις».
Σταυρωμένος ο Θεάνθρωπος, σταυρωμένη κι η Ελλάδα. Ο Πρώτος θα ταφεί και θα αναστηθεί. Η δόλια η Πατρίδα μας θα πρέπει να περιμένει. Ποιος ξέρει για πόσο ακόμη. Οφείλει να μην το βάζει κάτω και ο καθένας μας να κάνει ο,τι περνάει από το χέρι του ώστε νάρθει μια ώρα αρχύτερα η ανάσταση και η κάθαρση. Και να ευχόμαστε ολόψυχα ο ένας στον άλλο: Καλή Ανάσταση.
Καλή Ανάσταση, αδέλφια μου.