Η προσομοίωση του Βόρειου Πανεπιστημίου (North University) της Κίνας δείχνει ότι η επίθεση τριών κυμάτων με υπερηχητικούς πυραύλους βυθίζει διαρκώς το USS Gerald Ford, σε μάχη στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας ή Νότιας Σινικής Θάλασσας (στην εικόνα του Global Times από το Twitter, επάνω, προσομοίωση από την Κίνα επίθεσης στην Ταϊβάν).
Επίθεση με υπερηχητικούς πυραύλους
Στην πρώτη δημοσιευμένη προσομοίωση αυτού του τύπου, η Κίνα εξαπέλυσε, στο πλαίσιο πολεμικού παιγνίου, επίθεση με υπερηχητικούς πυραύλους στο νέο, πιο προηγμένο αμερικανικό υπερ-αεροπλανοφόρο, βυθίζοντάς το μαζί με τα πλοία που το συνοδεύουν και αποτελούν την ομάδα κρούσης του.
Η αγγλόφωνη εφημερίδα South China Morning Post (SCMP), με έδρα το Χονγκ Κονγκ, ανέφερε ότι το North University της Κίνας δημοσίευσε πρόσφατα, στην κινεζική έκδοση του ακαδημαϊκού περιοδικού Journal of Test and Measurement Technology, τα αποτελέσματα ενός πολεμικού παιγνίου στο οποίο ο κινεζικός στρατός χρησιμοποίησε 24 υπερηχητικούς πυραύλους για να βυθίσει το υπερ-αεροπλανοφόρο USS Gerald Ford και τα πέντε σκάφη της συνοδείας του.
Οι αναφορές της SCMP και άλλων κινεζικών μέσων ενημέρωσης περιγράφουν το πολεμικό παίγνιο ως επίθεση τριών κυμάτων με υπερηχητικούς πυραύλους που βυθίζουν το USS Gerald Ford, το καταδρομικό USS San Jacinto κλάσης Ticonderoga και τέσσερα αντιτορπιλικά Arleigh Burke, με κατευθυνόμενους πυραύλους, κλάσης Flight IIA.
Το πολεμικό παίγνιο φέρεται να προσομοίωσε μια κατάσταση κατά την οποία το USS Gerald Ford και η συνοδεία του συνέχισαν να πλησιάζουν ένα νησί που ελέγχεται από την Κίνα στη Νότια Σινική Θάλασσα παρά τις επανειλημμένες προειδοποιήσεις, γράφει ο Gabriel Honrada, ανώτερος ανταποκριτής σε θέματα ασφάλειας των Asia Times.
Χωρίς δορυφορική στόχευση
Η SCMP σημειώνει ότι οι δύο τύποι υπερηχητικών πυραύλων που χρησιμοποιήθηκαν στην προσομοίωση είχαν βεληνεκές 2.000 και 4.000 χιλιομέτρων, με 80% και 90% πιθανότητες να χτυπήσουν τον στόχο, αντίστοιχα, και ικανότητα να βυθίσουν μ’ ένα ή δύο χτυπήματα ένα αμερικανικό υπερ-αεροπλανοφόρο.
Επισημαίνει, επίσης, ότι η ερευνητική ομάδα υπέθεσε πως η δορυφορική στόχευση δεν θα ήταν διαθέσιμη όπως και μόνο ένας περιορισμένος αριθμός υπερηχητικών πυραύλων, αναγκάζοντας τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (PLA) να βασιστεί στη θαλάσσια επιτήρηση για τον εντοπισμό και την παρακολούθηση του αμερικανικού στόλου.
Στη συνέχεια, ο κινεζικός στρατός εκτόξευσε, κατά την προσομοίωση, οκτώ λιγότερο αξιόπιστους υπερηχητικούς πυραύλους από τη νότια και την κεντρική Κίνα.
Η επίθεση
Η επίθεση φέρεται να εξουδετέρωσε τους 264 πυραύλους αναχαίτισης του στόλου των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του προηγμένου SM-3 οπλισμένου με κεφαλές hit-to-kill, με δύο πυραύλους που έπληξαν το USS San Jacinto.
Αυτόν τον καταιγισμό ακολούθησαν οκτώ πιο αξιόπιστοι υπερηχητικοί πύραυλοι που εκτοξεύτηκαν από τη βόρεια και δυτική Κίνα, με τέσσερις να στοχεύουν το USS Gerald Ford και τους άλλους τα αντιτορπιλικά Arleigh Burke.
Στη συνέχεια, ο PLA επιβεβαίωσε την κατάσταση των διασωθέντων αντιτορπιλικών Arleigh Burke και τα βύθισε με έξι από τους εναπομείναντες λιγότερο αξιόπιστους υπερηχητικούς πυραύλους που εκτοξεύτηκαν από τη νότια Κίνα.
Τα αντιτορπιλικά επέζησαν από τα δύο πρώτα κύματα λόγω του ότι διέθεταν τα πιο soft-kill όπλα στον στόλο, όπως συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου, εκτοξευτές θερμοβολίδων και αερόφυλλων.
Το δημοσίευμα αναφέρει επίσης ότι η κινεζική ερευνητική ομάδα επανέλαβε την προσομοίωση 20 φορές για να ελαχιστοποιήσει την αβεβαιότητα.
Στοιχεία πληροφοριών
Επιπλέον, επισήμανε τη σημασία των αποστολών περιπολίας και των τακτικών παραπλάνησης στην αναγνώριση στόχων, της εξοικονόμησης πυραύλων και του περιορισμού των εχθρικών όπλων αναχαίτισης.
Σ’ ένα άρθρο του Ινστιτούτου Ερευνών Εξωτερικής Πολιτικής (FPRI), τον Μάιο του 2021, ο Felix Chang περιγράφει ορισμένα στοιχεία πληροφοριών, επιτήρησης και αναγνώρισης (ISR) που βασίζονται στη θάλασσα και μπορεί να είχε χρησιμοποιήσει ο PLA στην προσομοίωση.
Μερικά από αυτά τα εργαλεία είναι οι ανιχνευτές της διεύθυνσης υψηλών συχνοτήτων (HF/DF), τα χερσαία, παράκτια και θαλάσσια ραντάρ.
Ο υπερηχητικός πύραυλος DF-17 της Κίνας (φωτογραφία από Chinese MoD)
Σημειώνει ότι εγκαταστάσεις HF/DF όπως αυτή στον ύφαλο Μίστσιφ ανιχνεύουν ηλεκτρονικές εκπομπές από διερχόμενα πλοία, με δύο τοποθεσίες κατάλληλων αποστάσεων που απαιτούνται για να εκτιμηθεί αξιόπιστα η θέση ενός πλοίου.
Αναφέρει ότι οι κακές καιρικές συνθήκες μπορούν να περιορίσουν τη δυνατότητα των HF/DF και ότι η μαζική κυκλοφορία πολιτικών σημάτων καθιστά δύσκολο τον εντοπισμό συγκεκριμένων ηλεκτρονικών υπογραφών.
Ο Chang λέει ότι το επίγειο ραντάρ μπορεί να είναι αποτελεσματικό για ανίχνευση και αναγνώριση μεγάλης εμβέλειας.
Ωστόσο, σημειώνει ότι χρειάζεται περισσότερη ακρίβεια λόγω των επιπτώσεων στη διάδοση και της ευαισθησίας εξαιτίας των συνθηκών της ιονόσφαιρας και της κατάστασης στη θάλασσα.
Το «Δίκτυο Πληροφοριών του Γαλάζιου Ωκεανού»
Προσθέτει ότι τα παράκτια ραντάρ όπως αυτά που κατασκεύασε η Κίνα στα νησιά Σπράτλι μπορεί να είναι πολύ πιο αξιόπιστα για τον εντοπισμό πλοίων, αλλά είναι αποτελεσματικά μόνο σε απόσταση περίπου 200-250 χιλιομέτρων.
Περιγράφοντας τα ραντάρ της Κίνας με βάση τη θάλασσα, αναφέρει το «Δίκτυο Πληροφοριών του Γαλάζιου Ωκεανού», μια σειρά από ραντάρ κατασκευασμένα σε μη επανδρωμένες ημι-βυθιζόμενες πλατφόρμες 250-300 τετραγωνικών μέτρων στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας που έχουν σχεδιαστεί για να επιπλέουν σε βαθιά νερά ή να αγκυροβολούν σε μικρότερα βάθη.
Λέει ότι, από το 2020, υπάρχουν πέντε τέτοιες πλατφόρμες γύρω από τη νήσο Χαϊνάν και μία κοντά στα νησιά Παρασέλ.
Οι πύραυλοι που χρησιμοποιήθηκαν
Οσον αφορά τα υπερηχητικά όπλα που χρησιμοποιήθηκαν στην προσομοίωση του North University αυτά ήταν πιθανότατα οι πύραυλοι DF-17 και DF-27, με τον DF-17 να είναι το μοντέλο χαμηλού επιπέδου που εκτοξεύτηκε από τη νότια και κεντρική Κίνα και τον DF-27, το πιο προηγμένο μοντέλο, που εκτοξεύτηκε από τη βόρεια και τη δυτική Κίνα.
Ο αμερικανικός οργανισμός Missile Defense Advocacy Alliance σημειώνει σε άρθρο του τον Ιανουάριο του 2023 ότι ο DF-17 είναι το πρώτο όπλο των Πυραυλικών Δυνάμεων του PLA που σχεδιάστηκε για να χρησιμοποιεί HGV (υπερηχητικό όχημα ολίσθησης) αντί για όχημα επανεισόδου, και τέθηκε επίσημα σε υπηρεσία το 2020.
Η ίδια πηγή σημειώνει ότι είναι ικανός για ακραίους ελιγμούς και ενέργειες αποφυγής για να νικήσει τις τρέχουσες πυραυλικές άμυνες, έχει βεληνεκές 1.800 έως 2.500 χιλιόμετρα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον εχθρικών βάσεων και πολεμικών πλοίων.
Ο προηγμένος DF-27
Η Washington Post ανέφερε τον Απρίλιο του 2023 ότι η Κίνα δοκίμασε τον υπερηχητικό πύραυλο DF-27 στις 25 Φεβρουαρίου του τρέχοντος έτους, επικαλούμενη διαρρεύσαντα απόρρητα έγγραφα πληροφοριών των ΗΠΑ.
Το ίδιο δημοσίευμα τονίζει ότι ο πύραυλος, ο οποίος πέταξε για 12 λεπτά καλύπτοντας 2.100 χιλιόμετρα, διαθέτει υψηλή ικανότητα διάτρησης των σημερινών συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας των ΗΠΑ.
Η ερευνήτρια Zuzanna Gwadera σημειώνει σε ένα άρθρο αυτόν τον μήνα για το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS) ότι παρόλο που η Κίνα δεν έχει αναγνωρίσει δημόσια την ύπαρξη του DF-27, το αμερικανικό Πεντάγωνο ανέφερε για πρώτη φορά την ύπαρξή του το 2021, στην Ετήσια Εκθεσή του προς το Κογκρέσο για την Κίνα.
Αυτή η έκθεση επισημαίνει ότι ο υπερηχητικός πύραυλος έχει εκτιμώμενο βεληνεκές από 5.000 έως 8.000 χιλιόμετρα.
Η Gwadera λέει ότι ο DF-27 μπορεί να έχει σχεδιαστεί για να χρησιμοποιεί ένα υπερηχητικό όχημα ολίσθησης (HGV) που συνδυάζεται με τον κινητήρα προώθησης βαλλιστικού πυραύλου μέσου βεληνεκούς DF-26 (IRBM).
Αυτό το σχέδιο, ισχυρίζεται, αντικατοπτρίζει την ιδέα πίσω από το DF-17, το οποίο χρησιμοποιεί τον κινητήρα προώθησης βαλλιστικού πυραύλου μικρού βεληνεκούς DF-16 (SRBM) εξοπλισμένου με HGV αντί για όχημα επανεισόδου.
Τρομακτικές απώλειες
Η προσομοίωση της Κίνας είναι παρόμοια με μια έκθεση του Ιανουαρίου 2023 από το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών (CSIS) για την πιθανότητα κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν το 2026.
Ακόμη και στο πιο αισιόδοξο σενάριο, η έκθεση του CSIS αναφέρει ότι καταστρέφονται 449 μαχητικά αεροσκάφη και 43 πλοία των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας, συμπεριλαμβανομένων δύο αεροπλανοφόρων, με τις ΗΠΑ να χάνουν επίσης 6.960 άτομα προσωπικό και 3.200 να σκοτώνονται στη μάχη.
Το CSIS σημειώνει ότι με μια τέτοια Πύρρεια νίκη να είναι το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, η Κίνα μπορεί να διακινδυνεύσει μια εισβολή στην Ταϊβάν εάν πιστεύει ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πρόθυμες να υποστούν τόσες απώλειες.