Στις 11 Μαρτίου του 1922, γεννιέται στην Κωνσταντινούπολη, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ένας από τους σημαντικότερους διανοητές της Ευρώπης για τον 20ο αιώνα. Όπως γράφει «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 9ης Μαΐου 2019 ο Κορνήλιος Καστοριάδης υπήρξε «φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, ψυχαναλυτής, πολιτικός θεωρητικός, αρχαιογνώστης, διανοούμενος του οποίου η αναλυτική σκέψη γνώρισε τον σεβασμό της ευρωπαϊκής διανόησης υπερβαίνοντας τα όρια της πολιτικής του ταύτισης με την Αριστερά παραμένει στις αρχές του 21ου αιώνα επίκαιρος τόσο για την κριτική του στο σοβιετικό μοντέλο και στη δυτική καταναλωτική κοινωνία όσο και για το πρόταγμα της αυτονομίας ως θεμελιώδους κατάστασης μιας δημοκρατικής κοινωνίας».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του πόσο επίκαιρος εξακολουθεί να είναι ο Καστοριάδης αποτελεί το απόσπασμα που ακολουθεί και που δημοσιεύθηκε από «ΤΟ ΒΗΜΑ» τον Μάιο του 2019, ως προδημοσίευση του τόμου δοκιμίων του με τίτλο «Πεπραγμένα και πρακτέα» που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ύψιλον.
Οι σκέψεις αυτές του Καστοριάδη είχαν καταγραφεί το 1989 κατά την πολιτική μεταβολή της Ανατολικής Ευρώπης, και αφορούσαν το μέλλον του καπιταλισμού και την κατασπατάληση των πόρων του πλανήτη. Ζητήματα που αφορούν απόλυτα τις ζωές μας σήμερα.
Βυθισμένοι στην ιδιώτευση
«O πληθυσμός βυθίζεται στην ιδιώτευση, εγκαταλείποντας τον δημόσιο χώρο στις γραφειοκρατικές, διευθυντικές και χρηματιστικές ολιγαρχίες. Ενας νέος ανθρωπολογικός τύπος ατόμου αναδύεται, που καθορίζεται από την απληστία, την αποστέρηση, τον γενικευμένο κομφορμισμό (που στη σφαίρα του πολιτισμού αποκαλούν ωμά μετανεωτερικότητα). Ολα αυτά υλοποιούνται μέσα σε δομές βαρύτατες: την τρελή και δυνάμει θανατηφόρα πορεία μιας αυτονομημένης τεχνο-επιστήμης, τον καταναλωτικό, τηλεοπτικό και διαφημιστικό αυνανισμό, την εξατομίκευση της κοινωνίας, την ταχύτατη τεχνική και “ηθική” παλαίωση όλων των “προϊόντων”, ενός “πλούτου” που, αν κι αυξάνεται αδιάκοπα, λιώνει ανάμεσα στα δάχτυλα.
»Ο καπιταλισμός φαίνεται ότι επιτέλους κατόρθωσε να κατασκευάσει τον ανθρώπινο τύπο που του “αντιστοιχεί”: διαρκώς περισπασμένο, σε ζάπινγκ από τη μιαν “απόλαυση” στην άλλη, χωρίς μνήμη και χωρίς πρόταγμα, έτοιμο να ανταποκριθεί σε όλες τις προκλήσεις μιας οικονομικής μηχανής που όλο και περισσότερο καταστρέφει τη βιόσφαιρα του πλανήτη για να παραγάγει αυταπάτες αποκαλούμενες εμπορεύματα.
Καπιταλισμός
»Ομιλώ προφανώς για τις φιλελεύθερες και πλούσιες χώρες (το ένα έβδομο του παγκόσμιου πληθυσμού). Η εικόνα καθίσταται πολυπλοκότερη, αλλά όχι περισσότερο ειδυλλιακή, όταν θεωρήσουμε τον Τρίτο Κόσμο (που ως τώρα υιοθετεί από τη Δύση τα χειρότερα που αυτή παρήγαγε) ή ακόμα και τις Ανατολικές χώρες (όπου οι αξιοθαύμαστοι αγώνες για την ελευθερία που αναπτύσσονται τώρα [1989] δεν κατορθώνουν να αποκρυσταλλωθούν σε κανέναν καινούργιο στόχο – πράγμα πού ασφαλώς “εξηγείται” ιστορικά, αλλά δεν αλλάζει σε τίποτα τη διάγνωση. Να γίνει η Πολωνία ή η Ουγγαρία σαν την Πορτογαλία είναι ασφαλώς απείρως προτιμότερο από τη σημερινή κατάσταση, για τους Πολωνούς, για τους Ούγγρους και για όλους. Ουδείς όμως μπορεί να με υποχρεώσει να σκεφθώ ότι η Πορτογαλία – ή και οι Ηνωμένες Πολιτείες – αντιπροσωπεύουν την τελική μορφή της ανθρώπινης κοινωνίας).
»Αυτή η κατάσταση απειλείται ασφαλώς βαθύτατα από δύο τουλάχιστον παράγοντες. Ο πρώτος αφορά τις συνέπειες της σημερινής μορφής του καπιταλισμού για τη συνεχιζόμενη αναπαραγωγή του συστήματος. Τα άτομα που η τωρινή κοινωνία κατασκευάζει δεν μπορούν να την αναπαράγουν επί μακρόν· ή, για να το πούμε αλλιώς, αν τα πάντα πωλούνται, ο καπιταλισμός δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει. Το δεύτερο σχετίζεται με το οικολογικό όριο που το σύστημα θα συναντήσει αργά ή γρήγορα. Ο καπιταλιστικός “πλούτος” επιτεύχθηκε στην πραγματικότητα με αντίτιμο την καταστροφή, εφεξής μη αντιστρεπτή και επιταχυνόμενη, των πόρων της ανθρώπινης βιόσφαιρας πού συσσωρεύτηκαν επί τρία δισεκατομμύρια χρόνια.
»Ομως, αυτή η εσωτερική αντινομία κι αυτό το εξωτερικό όριο δεν “εγγυώνται” καθόλου μια “θετική” λύση. Με τους Δυτικούς πληθυσμούς να είναι αυτοί που είναι σήμερα, μια μεγάλη οικολογική καταστροφή θα οδηγούσε, το πιθανότερο, σε έναν νέου τύπου φασισμό παρά σε οτιδήποτε άλλο.
Γόρδιος δεσμός
»Φθάνουμε έτσι στον γόρδιο δεσμό του πολιτικού ζητήματος σήμερα. Μια αυτόνομη κοινωνία δεν μπορεί να εγκαθιδρυθεί παρά μόνο με την αυτόνομη δραστηριότητα του συνόλου. Μια τέτοια δραστηριότητα προϋποθέτει ότι οι άνθρωποι επενδύουν έντονα σε κάτι άλλο από τη δυνατότητα να αγοράσουν μια καινούργια έγχρωμη τηλεόραση. Βαθύτερα, προϋποθέτει ότι το πάθος για τη δημοκρατία και την ελευθερία, για τα κοινά, αντικαθιστά τον περισπασμό, τον κυνισμό, τον κομφορμισμό, τον αγώνα για την κατανάλωση. Ενί λόγω, προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, ότι το “οικονομικό” θα παύσει να αποτελεί την κυρίαρχη ή αποκλειστική αξία. Αυτό είναι, για να απαντήσω στον Φέχερ, το “τίμημα” για μια αλλαγή της κοινωνίας. Ας το πούμε ακόμα σαφέστερα: το τίμημα για την ελευθερία είναι η καταστροφή του οικονομικού ως κεντρικής και μάλιστα μοναδικής αξίας.
»Είναι τόσο υψηλό αυτό το τίμημα; Για μένα, ασφαλώς όχι. Προτιμώ χίλιες φορές να έχω έναν καινούργιο φίλο από ένα καινούργιο αυτοκίνητο. Προτίμηση αναμφισβήτητα υποκειμενική. “Αντικειμενικά” όμως; Αφήνω ευχαρίστως στους πολιτικούς φιλοσόφους το έργο να “θεμελιώσουν” την (ψευδο-)κατανάλωση ως υπέρτατη αξία. Κάτι όμως σημαντικότερο. Αν τα πράγματα εξακολουθήσουν την παρούσα πορεία τους, αυτό το τίμημα θα πρέπει να πληρωθεί, έτσι κι αλλιώς. Ποιος μπορεί να πιστεύσει ότι η καταστροφή της Γης μπορεί να συνεχιστεί έναν ακόμα αιώνα με τον σημερινό ρυθμό; Ποιος δεν βλέπει ότι θα επιταχυνόταν ακόμα περισσότερο, αν οι πτωχές χώρες εκβιομηχανίζονταν; Και τι θα κάνει το καθεστώς, όταν δεν θα μπορεί να συγκρατήσει τους πληθυσμούς, παρέχοντάς τους διαρκώς διάφορα γκάτζετ;
Οι πόροι του πλανήτη και η ελευθερία
»Αν η υπόλοιπη ανθρωπότητα πρέπει να βγει από την αφόρητη αθλιότητά της· και αν η ανθρωπότητα ολόκληρη θέλει να επιβιώσει πάνω σ’ αυτόν τον πλανήτη σ’ ένα steady and sustainable state [σε μια σταθερή και βιώσιμη κατάσταση], πρέπει να αποδεχθεί μια διαχείριση bonus pater familias των πόρων του πλανήτη, έναν ριζικό έλεγχο της τεχνολογίας και της παραγωγής, μια λιτή ζωή. Δεν έχω επαναλάβει προσφάτως τους υπολογισμούς, που άλλωστε θα έπασχαν από τεράστια περιθώρια αβεβαιότητας. Ομως, χονδρικά μπορούμε να πούμε: θα ήταν ήδη καλά, αν μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε “απεριόριστα” σε όλους τους κατοίκους της Γης το “επίπεδο ζωής” των πλούσιων χωρών του 1929.
Αυτό μπορεί να επιβληθεί από ένα νεοφασιστικό καθεστώς· αλλά μπορεί και να γίνει ελεύθερα από την ανθρώπινη κοινότητα, οργανωμένη δημοκρατικά, που θα επένδυε σε άλλες σημασίες, θα καταργούσε τον τερατώδη ρόλο της οικονομίας ως σκοπού και θα την τοποθετούσε στην κανονική της θέση ως μέσου της ανθρώπινης ζωής. Ανεξάρτητα από ένα πλήθος άλλων προβληματισμών, σ’ αυτή την προοπτική, και ως στιγμή αυτής της ανατροπής αξιών, η ισότητα μισθών και εισοδημάτων φαίνεται ουσιώδης.
Είναι βέβαιον – το είδα και το είπα πριν από πολλούς άλλους – ότι αυτό δεν φαίνεται να αντιστοιχεί στις επιθυμίες των σημερινών ανθρώπων. Και όχι μόνον αυτό· πρέπει επίσης να πούμε ότι οι λαοί είναι ενεργά συνένοχοι της τρέχουσας εξέλιξης. Θα παραμείνουν έτσι εσαεί; Ποιος μπορεί να το πει; Ενα όμως είναι βέβαιον: ότι δεν θα αυξήσουμε τις πιθανότητες της ελευθερίας τρέχοντας πίσω απ’ ό,τι “φοριέται” και απ’ ό,τι “λέγεται”, ευνουχίζοντας αυτό που σκεπτόμαστε κι αυτό που θέλουμε. Την ανάγκη μας δεν την έχει αυτό που είναι, αλλά αυτό που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι».