Του Γιάννη Κορομήλη
Απ΄όσα εξ ιδίας πείρας γνωρίζουμε και γνωρίζουν πολλοί πολίτες το ερώτημα: αν και κατά πόσο είναι πιθανό η σημερινή λαϊκιστική κυβέρνηση μας να μετεξελιχθεί σε κίνδυνο για την Ελληνική Δημοκρατία, δεν στερείται βάσης. Ο καθηγητής Τάκης Παππάς έγραψε (Τ. Παππάς, 2015): « Ο λαϊκισμός είναι ενδεχομένως δημοκρατικός, αλλά δεν είναι ποτέ φιλελεύθερος». Αυτό το «ενδεχομένως», εμμέσως πλην σαφώς, υπονοεί ότι ο λαϊκισμός μπορεί να είναι δημοκρατικός (κάτι που υποστηρίζουν και η Dahl και Riker). Που θα πεί δεν αποκλείεται και να μην είναι δημοκρατικός. Και χώρες όπως η Αργεντινή, Η Βενεζουέλα, η Βολιβία κ.α. αποδεικνύουν περίτρανα του λόγου το αληθές.
Ένας άλλος Έλληνας καθηγητής στο πανεπιστήμιο των Αθηνών, και διδάκτωρ στο πανεπιστήμιο του Σικάγου, ο κ. Αριστ. Χατζής γράφει σχετικά: «… στα τέλη του 2016 η φιλελεύθερη δημοκρατία βρίσκεται πάλι σε κρίση. Δεν κινδυνεύει τόσο από εκείνους που την απορρίπτουν και την απειλούν αλλά κυρίως από όσους παριστάνουν ότι την αποδέχονται, ενώ υπονομεύουν τους θεσμούς τους. Αυτοί οι «εσωτερικοί» εχθροί της φιλελεύθερης δημοκρατίας είναι σχεδόν πάντοτε λαϊκιστές». Παρατηρούμε ότι το «ενδεχομένως δημοκρατικοί» (οι λαϊκιστές), του Τάκη Παππά μετατρέπεται σε «σχεδόν πάντοτε εχθροί» (οι λαϊκιστές) του Αρ. Χατζή.
Κατά συνέπεια, θεωρητικά τουλάχιστον, κανένας δεν μπορεί να ορκισθεί ότι δεν υπάρχει αυτός ο κίνδυνος για την Ελλάδα. Εξάλλου «το μέλλον αόρατον» και τα «μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί (…) οι άνθρωποι τα γινόμενα κι οι σοφοί τα προσιόντα» (Φιλόστρατος)…Τούτων δοθέντων φρόνιμο είναι τα όντως δημοκρατικά κόμματα και οι δημοκρατικοί πολίτες που σαφώς αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, πρέπει να επαγρυπνούν. Ιδιαίτερα τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου έχουν τη μεγάλη ιστορική ευθύνη αφενός μεν να εμποδίσουν την ολισθηρή πορεία των λαϊκιστών προς τον αυταρχισμό αφετέρου δε να υπερβούν, επιτέλους, τις επί μέρους διαφορές τους και να συστρατευτούν στον αγώνα για τη Δημοκρατία, τη Δικαιοσύνη και την έξοδο του λαού από την υπανάπτυξη και την εξαθλίωση.
Η σημερινή λαϊκιστική κυβέρνηση έδειξε καθαρά το πρόσωπό της και τις επιδιώξεις της. Το είδαμε, στο εσωτερικό μας με την συνεχή υποβάθμιση της Παιδείας, τις προσπάθειες – αποτυχημένες ς ως τώρα, τις συνεχίζει όμως με άλλες μεθόδους – ελέγχου των Μέσων Ενημέρωσης, την συνεχή κομματικοποίηση του κράτους, την ενίσχυση των πελατειακών σχέσεων. Στο δε εξωτερικό με μόνιμο χάσιμο χρόνου (άλλοτε από ανικανότητα κι άλλοτε για επικοινωνιακούς λόγους) σε δήθεν «σκληρές διαπραγματεύσεις» που τελικά αποδεικνύονται σχεδόν ανύπαρκτες. Για παράδειγμα η β΄ αξιολόγηση του Προγράμματος (Μνημόνιο Τσίπρα) κανονικά θα έπρεπε να ολοκληρωθεί στα τέλη του 2016. Ολοκληρώθηκε προχθές: και από τη μεγάλη αυτή καθυστέρηση όχι μόνο προκλήθηκε η ανάλογη ζημία, αλλά δεν εξασφαλίστηκε κανένα επιπλέον κέρδος για τη χώρα. Πήραν βέβαια την δόση. Όμως για το χρέος τους παρέπεμψαν στον… Αύγουστό του ΄18 κι αυτό εφόσον ως τότε ολοκληρωθεί το Πρόγραμμα. Κι αν, ως συνήθως, καθυστερήσει η ολοκλήρωση ασφαλώς θα καθυστερήσει και η έναρξη της συζήτησης για διευκολύνσεις. Αν αρχίσει η συζήτηση κι αν κριθούν απαραίτητες.
Στο μεταξύ ο πολύς λαός θα καλείται να πληρώνει ως τότε και για πολλά χρόνια στη συνέχεια, τα πρώτα μεν χρόνια (2018,΄19, ΄20,21,΄22) τα μέτρα που κυβέρνηση ψήφισε, παρά το γεγονός ότι λήγει νωρίτερα… η θητεία της. Τα ψήφισε δηλαδή ενώ όλα δείχνουν πως οι πολίτες στις ενδιάμεσες εκλογές (πρόωρες ή όχι) θα στείλουν το ΣΥΡΙΖΑ στην Αντιπολίτευση, με πολύ χαμηλό ποσοστό μάλιστα.
Κι αν επιχειρήσουν – βλέποντας ότι χάνουν την κυβέρνηση – να την κρατήσουν μην προκηρύσσοντας εκλογές; Το Σύνταγμα ορίζει πότε και για ποιους λόγους γίνονται πρόωρες ή «κανονικές» εκλογές. Ορίζει επίσης και πότε κατ΄ εξαίρεση δε γίνονται. Κι η εξαίρεση είναι μια και μόνη κατάσταση έκτακτης ανάγκης. (αρθρ. 48, παρ.3).
Θεωρητικά, όπως είδαμε στις θέσεις των ειδικών που προαναφέραμε, δεν μπορεί να αποκλειστεί ως ενδεχόμενο . Στην πράξη όμως δεν είναι και τόσο απλό. Ανήκουμε στην Ε.Ε, στην ΟΝΕ, στο ΝΑΤΟ. Γειτονεύουμε με μια μεγαλύτερη χώρα και με φιλοδοξίες αθέμιτες του αυταρχικού ανώτατου άρχοντα της. Πέραν αυτών είμαστε μια μικρή χώρα. Η συμφωνία της Γιάλτας ισχύει ακόμα (έγινε πριν κάποια χρόνια προσπάθεια να τροποποιηθεί με νέα, στο Ελσίνκι αυτή τη φορά, αλλά δεν τα βρήκαν οι μεγάλοι) . Να επιχειρηθεί μια «ηρωική έξοδος» θα ήταν αυτοκτονία και για τους επιχειρούντες και για τη χώρα. Θα εξελισσόταν σε τραγωδία. Τηρουμένων των αναλογιών όμοια με την μικρασιατική καταστροφή και αυτή της Κύπρου υπάρχουν τόσο ανεγκέφαλοι Έλληνες; Δεν νομίζω…