Πέθανε νεότατος, πριν συμπληρώσει τα 45 του χρόνια.
Μετά τον Μάνο Χατζιδάκι και τον Μίκη Θεοδωράκη, ο Μάνος Λοΐζος είναι ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες που αποτύπωσαν μουσικά, πολλά από τα όνειρα και τις ελπίδες του λαού μας. Άγγιξε και εξακολουθεί να αγγίζει την καρδιά κάθε γενιάς. Τραγουδήθηκε από φοιτητές, εργάτες, σε αγωνιστικές κινητοποιήσεις και συναυλίες. Και έρχεται τώρα, 40 χρόνια μετά τον θάνατό του, να μετασχηματιστεί στο δημιουργικό πνεύμα νεότατων καλλιτεχνών. Δεν είναι τυχαίο που το έργο του, εμπνέει ακόμα. Ο Μάνος Λοΐζος, ήταν, είναι και θα είναι ένας από τους κορυφαίους.
Ακριβώς 40 χρόνια από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή ο Μάνος Λοΐζος και παραμένει ανάγκη για την εποχή μας όλα εκείνα που έγραψε και ζήτησε μέσα από τα τραγούδια του. Ένας από τους μεγαλύτερους μουσικοσυνθέτες της χώρας, ο Λοΐζος άφησε ως παρακαταθήκη εμβληματικά τραγούδια που ερμηνεύτηκαν από τους σπουδαιότερους τραγουδιστές της Ελλάδας. Τον Λοΐζο, δεν έχει τόση σημασία αν τον γνώρισε κάποιος από κοντά ή όχι. Είναι από εκείνους τους δημιουργούς που σημασία έχει να ένιωσες αυτά που έγραψε, να έκλαψες με αυτά που ψιθύρισε, να θύμωσες με αυτά που αντέδρασε και να τον τραγουδάς ακόμα. Δυνατά, με φωνή.
Ο Μάνος Λοΐζος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια, στις 22 Οκτωβρίου 1937. Από την ηλικία των 14 χρόνων, εκδήλωσε την αγάπη του για την μουσική. Ο πατέρας του, του έκανε τότε δώρο ένα βιολί και τον έγραψε στο Ωδείο. Το 1955, ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στην Φαρμακευτική Σχολή. Τα παράτησε όμως, και τον επόμενο χρόνο γράφτηκε στην Εμπορική, την οποία επίσης δεν τελείωσε αφού τον κυριαρχούσε το πάθος για την μουσική. Για βιοποριστικούς λόγους, εργάστηκε ως σερβιτόρος και γραφίστας. Το πρώτο τραγούδι του, κυκλοφόρησε το 1962, ήταν το μελοποιημένο ποίημα του Λόρκα «Το τραγούδι του δρόμου» σε μετάφραση Νίκου Γκάτσου, και σε ερμηνεία Γιώργου Μούτσιου. Το 1964 (εμφανιζόταν στην Στοά στο Κολωνάκι, με τον Διονύση Σαββόπουλο και την Μαρία Φαραντούρη) γνωρίστηκε με την Κωστούλα Μητροπούλου, και μαζί της θα γράψει δύο από τα καλύτερά του τραγούδια, τα «Ο Δρόμος» και «Ο Στρατιώτης».
Το 1967, έγραψε την μουσική για τα «Νέγρικα» σε στίχους Γιάννη Νεγρεπόντη. Αυτά τα τραγούδια, τα παρουσίασε τότε και στις δύο ιστορικές συναυλίες της ΕΦΕΕ, που έδωσε με τον Σαββόπουλο, στο Θέατρο Διονύσια και στο Θέατρο Κεντρικό, λίγες μέρες πριν το πραξικόπημα των συνταγματαρχών.
Το 1968, κυκλοφόρησε τον πρώτο μεγάλο δίσκο του, με τίτλο «Σταθμός» σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Το 1970, ακολουθούν οι «Θαλασσογραφίες» σε στίχους επίσης Λευτέρη Παπαδόπουλου, και το 1971 γράφει τη μουσική για την Ευδοκίας του Αλέξη Δαμιανού, όπου παρουσιάζει το εκπληκτικό «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας».
Το 1972, τυπώνεται ο τέταρτος δίσκος «Να' χαμε τι να' χαμε» σε στίχους πάλι Λευτέρη Παπαδόπουλου. Το 1973, συνεργάζεται με τον ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου και το Πάσχα του 1974, κυκλοφορεί το αποτέλεσμα της συνεργασίας τους, ο δίσκος «Καλημέρα Ήλιε».
Την ίδια χρονιά, κυκλοφορούν «Τα τραγούδια του Δρόμου» που γράφτηκαν πριν και στην διάρκεια της δικτατορίας. Σε αυτόν τον δίσκο, ο Μάνος Λοΐζος, ερμηνεύει πέντε τραγούδια που έγιναν εμβληματικά : τον Δρόμο, το Ακορντεόν, το Τσε, το Μη με Ρωτάς και τον Μέρμηγκα.
Το 1976, σε στίχους Φώντα Λάδη, κυκλοφορεί τα «Τραγούδια μας».
Το 1979, συνεργάζεται με τον Πυθαγόρα και τον Μανώλη Ρασούλη στα «Τραγούδια της Χαρούλας», με ερμηνεύτρια βέβαια την Χαρούλα Αλεξίου. Το 1980, κυκλοφορεί ο τελευταίος του δίσκος «Για μια μέρα Ζωής».Τον Οκτώβριο του 1981 μπήκε στο Γενικό Κρατικό νοσοκομείο με περικαρδίτιδα και νεφρική ανεπάρκεια. Στις 8 Ιουνίου υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και στις 16 Αυγούστου αναχωρεί για την Μόσχα, για νοσηλεία σε νοσοκομείο. Στις 7 Σεπτεμβρίου υπέστη δεύτερο εγκεφαλικό και πεθαίνει στις 17 Σεπτεμβρίου 1982.
Ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, κυκλοφόρησαν τα «Γράμματα στην αγαπημένη» και το 1995 τα παιδικά τραγούδια που έγραψε με τον Νεγρεπόντη «Κάτω από ένα κουνουπίδι».
Μάνος Λοΐζος: Ανήσυχος, εμπνευσμένος δημιουργός. Μαχητικός, πεισματάρης, ερωτικός, τρυφερός, ευαίσθητος, ονειροπόλος, με την ψυχή του δεμένη στο ταξίδι.
Συνειδητοποιημένος πολίτης, που με το τραγούδι του και τη ζωή του έπαιρνε θέση στα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα της εποχής του, απέναντι στη δικτατορία, στην καταπίεση, στην αδικία, στον κοινωνικό ρατσισμό.
Αν ο Μάνος Λοΐζος ζούσε, θα συμπλήρωνε στις 22 Οκτωβρίου τα 80 του. Ωστόσο «έφυγε» 25 ημέρες πριν από τα γενέθλιά του, 17 Σεπτεμβρίου 1982, σαν σήμερα, πριν από 40 χρόνια, στα 45 του.
«Ο πρόωρος χαμός του αποτελεί τραγωδία σε εθνική διάσταση», δήλωσε ο Μίκης Θεοδωράκης μόλις πληροφορήθηκε τον θάνατό του. Και: «Για μένα προσωπικά ήταν πιο πολύ από αδελφός, φίλος, συνάδελφος. Ηταν η περηφάνια μου… Γιατί μπόρεσε, μ' ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο κι ένα τραγούδι, να πάει μια πήχη πιο πέρα τον ορίζοντα».
Και η Χαρούλα Αλεξίου (η και πρόεδρος, τότε, της Ενωσης Τραγουδιστών Ελλάδας), στην εξόδιο ακολουθία: «Να πας στο καλό, Μάνο, και σ' ευχαριστούμε».
Και καθώς ο Μάνος δεν ήταν μόνο καλλιτέχνης, αλλά και συνδικαλιστής – πρόεδρος της Ενωσης Μουσικών Συνθετών Ελλάδας: «Σ' ευχαριστούμε γιατί ήσουνα ο πρώτος που μας πήρες από το χέρι και μας έμαθες ν' αγωνιζόμαστε για τα δίκαιά μας. Σ' ευχαριστούμε γιατί μας άφησες τα τραγούδια σου».
Και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, που ο Λοΐζος έντυσε με μουσικές στίχους του, σε μια από τις επετείους του θανάτου του: «Εχω την πεποίθηση ότι αν ζούσε ο Μάνος, το ελληνικό τραγούδι δεν θα είχε πάρει τον σημερινό κατήφορο. Υπερβολή; Κι όμως, ένας προικισμένος και γενικότερα αποδεκτός καλλιτέχνης είναι ικανός να αλλάξει την πορεία του ποταμιού, πιστεύω».
Ελαχε να γνωρίσω τον Λοΐζο πριν γίνει γνωστός ως συνθέτης, σε μια παρέα. Και ως δημοσιογράφος τού είχα πάρει τις περισσότερες από τις λίγες συνεντεύξεις που είχε δώσει, συν το ρεπορτάζ σ' ένα δίωρο αφιέρωμα στην τηλεοπτική εκπομπή «Παρασκήνιο».
Δεν καταφρονούσε τη δημοσιότητα, αλλά και δεν της ήταν εύκολος. Προφανώς εκτιμούσε ότι είχε κάτι καλύτερο να κάνει – για να μην πω ότι βαριόταν τις συνεντεύξεις.
Μια «μακαριά»
Το βράδυ της ταφής του Λοΐζου, ο Διονύσης Σαββόπουλος και η σύζυγός του Ασπα είχαν την καλή ιδέα να παραθέσουν στο σπίτι τους μια «μακαριά» στη μνήμη του Μάνου για λίγους φίλους (την κόρη του Μάνου, Μυρσίνη, και τη μητέρα της, Μάρω, τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Γιώργο και την Αννα Νταλάρα, τη Χαρούλα Αλεξίου και τον τότε σύζυγό της Αχιλλέα Θεοφίλου, τη Δήμητρα Γαλάνη, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Νίκο Καρούζο, τον Χρήστο Λεοντή, τον Φώντα Λάδη, τον Μανώλη Ρασούλη κ.ά.).
Κι ήταν εκεί, μεταξύ εδεσμάτων, οίνου και λογής μνήμες για τον Μάνο, που ο Καρούζος, εκφράζοντας την πικρία, αλλά και την αγανάκτηση για τη «βιασύνη» του Λοΐζου να μας αφήσει, αναφέρθηκε σε μια φυλή της Αφρικής. Οπου, λέει, μόλις πεθαίνει κάποιος, ιδιαίτερα νέος, οι δικοί του τον κρεμάνε σ' ένα δέντρο και τον δέρνουν που τους εγκατέλειψε!
Η πορεία στη ζωή
Ο Μάνος Λοΐζος πέθανε στις 17 Σεπτεμβρίου 1982. Είχε γεννηθεί στις 22 Οκτωβρίου του 1937 στην Αλεξάνδρεια. Είχε κυπριακή καταγωγή, ο πατέρας του, Ανδρέας Λοΐζος, καταγόταν και ήταν κάτοικος των Αγιών Βαβατσινιάς – χωριό της Λάρνακας Κύπρου – και η μητέρα του, Δέσποινα Μανάκη, καταγόταν από τη Ρόδο. Από μικρή ηλικία ασχολείται με τη μουσική: στα επτά του χρόνια μελετά βιολί, αρχικά ερασιτεχνικά και έπειτα στο Εθνικό Ωδείο της Αλεξάνδρειας. Αφού αποφοίτησε από το Αβερώφειο Γυμνάσιο το 1955 ήλθε στην Αθήνα με σκοπό να σπουδάσει.
Αρχικά γράφτηκε στη Φαρμακευτική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά στις αρχές του 1956 την εγκαταλείπει με σκοπό να πάει στην Ανωτάτη Εμπορική. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα φοιτά στη Σχολή Βακαλό θέλοντας να ασχοληθεί με τη ζωγραφική.
Το 1960 εγκαταλείπει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο και εργάζεται περιστασιακά προκειμένου να επιβιώσει, άλλοτε ως σερβιτόρος, άλλοτε ως γραφίστας σε διαφημιστικές εταιρείες, άλλοτε ως μουσικός σε μπουάτ.
Στα τέλη του 1961, αρχές του 1962 συμμετέχει σε μια πρωτοβουλία συγκρότησης του Συλλόγου Φίλων της Ελληνικής Μουσικής. Την άνοιξη του 1962 επιστρατεύεται από τον Μίκη Θεοδωράκη ως διευθυντής της χορωδίας του Συλλόγου Φίλων της Ελληνικής Μουσικής στις παραστάσεις της «Ομορφης πόλης».
Το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου 1973 θα συλληφθεί στο σπίτι του στον Χολαργό και θα κρατηθεί για δέκα ημέρες. Το 1978 θα γίνει πρόεδρος της Ενωσης Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδος. Τον Οκτώβριο του 1981 μπήκε στο Γενικό Κρατικό Νοσοσκομείο με περικαρδίτιδα και νεφρική ανεπάρκεια και στο τέλος του χρόνου ταξίδεψε στη Μόσχα για ιατρικές εξετάσεις. Στις 7 Σεπτεμβρίου υφίσταται δεύτερο εγκεφαλικό επεισόδιο. Πεθαίνει δέκα ημέρες αργότερα, στις 17 Σεπτεμβρίου του 1982.
Συνεργάστηκε με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Φώντα Λάδη, τον Γιάννη Νεγρεπόντη και τον Δημήτρη Χριστοδούλου στους στίχους και με τους ερμηνευτές Στέλιο Καζαντζίδη, Μαρία Φαραντούρη, Χάρι Αλεξίου, Γιώργο Νταλάρα, Γιάννη Καλατζή, Δήμητρα Γαλάνη κ.ά.
Τελευταίος δίσκος του ήταν τα «Γράμματα στην αγαπημένη» σε στίχους του τούρκου ποιητή Ναζίμ Χικμέτ με απόδοση στα ελληνικά του Γιάννη Ρίτσου.
Καταλυτική ήταν η συνεργασία του με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Ας θυμηθούμε πώς την εξιστορεί ο ποιητής σε παλαιότερη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» (10.6.2007):
Σημαντική συνεργασία
Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του '60 ο Μάνος Λοΐζος αποφασίζει να συστηθεί κάποιο βράδυ σε μια μπουάτ της Πλάκας στον Λ. Παπαδόπουλο για να του ζητήσει κάποιο τραγούδι. Ο στιχουργός και δημοσιογράφος τού ζητεί να περάσει την επομένη από το γραφείο του στα «Νέα» και του δίνει τους στίχους του τραγουδιού «Αυτό το αγόρι».
Ο Μάνος Λοΐζος επιστρέφει στο σπίτι του, το μελοποιεί και παίρνει τον Λευτέρη Παπαδόπουλο στο τηλέφωνο, όπου του το παίζει στο πιάνο. Ενα απλό «οκέι» από τη μεριά του στιχουργού ήταν αρκετό ώστε να αρχίσει όχι μόνο μια σημαντική συνεργασία αλλά και μια προσωπική σχέση ζωής που είχε πολύ τάβλι, κουμπαριές (ο Λευτέρης Παπαδόπουλος έχει βαφτίσει την κόρη του Μάνου και τον έχει παντρέψει με τη δεύτερη γυναίκα του), αγάπη και αλληλοεκτίμηση.
Ο Λ. Παπαδόπουλος ήταν άλλωστε εκείνος που τον πήρε από το χέρι και τον πήγε στη δισκογραφική εταιρεία Odeon. Μαζί έκαναν τον πρώτο μεγάλο δίσκο του Μάνου Λοΐζου, τον «Σταθμό», άλμπουμ που συνέπεσε μάλιστα με τη μετονομασία της παραπάνω εταιρείας σε Minos.
«Με τον Μάνο» σημειώνει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος «γίναμε στενοί φίλοι. Ηταν καλός άνθρωπος, με χιούμορ, ερωτικός, αν και λίγο τεμπελάκος. Θα μπορούσε να είχε γράψει περισσότερα πράγματα. Προτιμούσε όμως να είναι με μια παρέα, να πιει ένα κρασί, να πάει μια εκδρομή παρά να πάει να γράψει. Σιγά-σιγά όμως μπήκε μέσα στη δουλειά και στις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτήν και άρχισε να κινείται πιο δραστήρια. Γενικώς δεν ήταν πολύ παραγωγικός. Ηταν μάλιστα πολύ ψείρας».
Από τις πρώτες κιόλας στιγμές που γνωρίστηκαν έγιναν αχώριστοι. «Για να γράφει μαζί μου, έκανε δύο μετακομίσεις. Οπου πήγαινα εγώ, ερχόταν και αυτός. Παλιά έμενε στον Αγιο Μελέτιο, στα Σεπόλια. Εφυγε και μετακόμισε στην οδό Ροστοβίου. Δέκα λεπτά από το δικό μου σπίτι. Στη συνέχεια ήρθε ακόμα πιο κοντά. Εκατό μέτρα μάς χώριζαν. Κάθε πρωί ερχόταν σπίτι μου, μιλούσαμε, γελούσαμε και γράφαμε και κανένα τραγούδι. Μέσα από τη φιλία έγιναν όλα όσα έγιναν».
Με αφορμή επίσης τα 80 χρόνια από τη γέννηση του Μάνου Λοΐζου πραγματοποιήθηκε μεγάλη συναυλία-αφιέρωμα στον αξέχαστο δημιουργό, την Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου, στο Θέατρο Πέτρας στην Πετρούπολη. Τραγούδησαν οι Γιώργος Νταλάρας, Βασίλης Παπακωνσταντίνου και Μίλτος Πασχαλίδης. Συμμετείχε η Ασπασία Στρατηγού, ενώ τις ενορχηστρώσεις έχει επιμεληθεί ο Γιάννης Παπαζαχαριάκης.
Ο Γιώργος Νταλάρας και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, στενοί φίλοι και συνεργάτες του Μάνου Λοΐζου, θύμισαν σταθμούς της καλλιτεχνικής δημιουργίας του. Μαζί τους ο Μίλτος Πασχαλίδης, από τους πιο σημαντικούς τραγουδοποιούς της γενιάς του, ερμήνευσε τραγούδια από το πλούσιο έργο του Μάνου, ενώ η λαϊκή τραγουδίστρια Ασπασία Στρατηγού ερμήνευσε προς τιμήν του μεγάλου δημιουργού μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια του.
Γιώργος Νταλάρας:
«Από τον Μάνο θυμάμαι πάντα το χαμόγελό του. Ενα μισό χαμόγελο, πολύ γλυκό και στωικό. Ηταν ένας άνθρωπος ευγενής, πράος, κοσμοπολίτης, με ραχάτι στις κινήσεις του, αυτό που θα λέγαμε σήμερα κουλ, ήρεμος αλλά αποφασιστικός, γενναιόδωρος και καταδεκτικός. Ημουν ένα παιδί σχεδόν όταν γίναμε φίλοι και από την αρχή ήταν ενθαρρυντικός και προστατευτικός…
»Και βέβαια ο Μάνος ήταν ένας χαρισματικός και εύστροφος συνθέτης. Δοκίμαζε τα πάντα στο στούντιο και ρουφούσε σαν σφουγγάρι τα ωραία λαϊκά τραγούδια και κυρίως τα ρεμπέτικα και τα παραδοσιακά, που με έβαζε ανελλιπώς να τα παίζω στην κιθάρα, στις συναντήσεις μας στην παρέα ή όταν γράφαμε στο στούντιο.
»Ο Μάνος ήταν πολύ σημαντικός συνθέτης, γιατί ήταν ανοιχτόμυαλος, γενναιόδωρος, η καρδιά του χτυπούσε πάντα μαζί με την καρδιά των ανθρώπων, συμμεριζόταν τις αγωνίες τους, τις διαμαρτυρίες τους, τις χαρές τους. Επίσης, ήταν πολύ βαθιά πολιτικοποιημένος. Με ενεργή συμμετοχή, πρωτοπόρος μάλιστα στον αγώνα για τα πνευματικά δικαιώματα των δημιουργών και στη συνέχεια για τα συγγενικά των ερμηνευτών και των μουσικών.
»Δουλέψαμε μαζί από την αρχή με άλλους άξιους συναδέλφους στιχουργούς και τραγουδιστές, εκείνος ως πρώτος πρόεδρος της Ενωσης Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδος (ΕΜΣΕ) και εγώ της Ενωσης Τραγουδιστών Ελλάδος. Πέρα λοιπόν από τα ωραία τραγούδια που έγραψε και ίσως από τα ωραιότερα που δεν πρόλαβε να γράψει, ο Μάνος λείπει από την οικογένειά μας, την οικογένεια των μουσικών. Γιατί ήταν ένας μαχητικός πολίτης που διεκδικούσε τα δικαιώματα του κλάδου του.
»Στο ξεκίνημά μου, άβγαλτος και ψαρωμένος, θυμάμαι τη χρονιά που ηχογραφούσε τα τραγούδα του “Σταθμού” με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, με πήρε κυριολεκτικά από το χέρι, παιδί εγώ ακόμα -με είχε γνωρίσει στην Πλάκα που έπαιζα αριστερά-δεξιά, 16-17 χρονών, στις μπουάτ σαν μουσικός κυρίως, με άκουσε, με συμπάθησε και γίναμε φίλοι- και με πήγε στο στούντιο να με συστήσει στον Λευτέρη ως “αυτός είναι ο μικρός φοιτητής με την καλή φωνή που σου έλεγα”. Προφανώς με σύστησε ως φοιτητή για να μου δώσει κύρος!
»Και ο Λευτέρης τού απήντησε ευγενέστατα: “Πού το βρήκες αυτό το νιάνιαρο;”. Παρ' όλα αυτά, εγώ τραγούδησα το τραγούδι “Ητανε οχτώ εννιά”, γίναμε κολλητοί και με τον Μάνο και με τον Λευτέρη, τους είχα σαν μεγάλα αδέλφια και από τότε, μαζί βέβαια με τον Κουγιουμτζή, μέσα στην πίκρα και στη σκοτεινιά της εποχής, μ' αυτά τα τραγούδια άνοιξε μπροστά μου ένας καινούριος υπέροχος κόσμος».
Βασίλης Παπακωνσταντίνου:
«Θυμάμαι πολύ έντονα τα μάτια του Μάνου, τα γεμάτα καλοσύνη και τρυφερότητα μάτια του» λέει στην «Εφ.Συν.» ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. «Μια απίστευτη τρυφερότητα με την οποία αγκάλιαζε όλο τον κόσμο. Σου έλεγε καλημέρα και η λέξη αποκτούσε άλλο νόημα. Αυτό θυμάμαι πιο έντονα. Και βέβαια τις στιγμές που ζήσαμε μαζί, κάνοντας την πρώτη και τελευταία περιοδεία μαζί του».
Πόσα πράγματα έχασε το ελληνικό τραγούδι από τον θάνατό του; «Ηταν μία -από τις μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού- κολόνα του πολιτισμού μας. Τα τραγούδια του είναι διαχρονικά και θα μας συντροφεύουν πάντα, αλλά ο ίδιος είχε πάρα πολλά να δώσει ακόμα, έφυγε πολύ νωρίς, στην ηλικία των 45 χρόνων».
Ο Γιώργος Νταλάρας και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ήταν στενοί φίλοι και συνεργάτες του Μάνου Λοΐζου. Τα τραγούδια που θα ακούσουμε και στο live δεν έπαψαν ποτέ να μας συγκινούν και να μας εμπνέουν. «Είναι πολύ οικεία τα τραγούδια του, σαν να τα έχεις ξανακούσει πριν να βγουν», επισημαίνει ο Β. Παπακωνσταντίνου. «Οι μελωδίες είναι τόσο οικείες, τόσο απλές, χωρίς όμως ποτέ να είναι απλοϊκές. Και είναι και τρυφερές, μιας και η τρυφερότητα ήταν που τον χαρακτήριζε και στη ζωή του. Τα τραγούδια του θα μείνουν για πάντα στην ιστορία και θα ακούγονται από όλους τους ανθρώπους.
Αν ακούτε ένα τραγούδι και δεν ξέρετε ποιος το έχει γράψει και σας αρέσει πολύ, να ξέρετε ότι θα είναι του Μάνου Λοΐζου». Πάνε και τριάντα πέντε χρόνια από τον θάνατό του -το ημερολόγιο έγραφε 17 Σεπτεμβρίου 1982. Ενας ανήσυχος δημιουργός, ένας άνθρωπος μαχητικός αλλά ευαίσθητος και ονειροπόλος συνάμα, ένας συνειδητοποιημένος πολίτης που έπαιρνε θέση στα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα της εποχής του. «Τι θα έλεγε τώρα ο Μάνος Λοΐζος για την κυβέρνηση της Αριστεράς;» ρωτάμε.
«Θα ήξερε και αυτός ότι δεν είναι κυβέρνηση της Αριστεράς. Ο Μάνος ήταν βαθύτατα πολιτικοποιημένος. Μην ξεχνάμε ότι είχε ιδρύσει την ΕΜΣΕ, την Ενωση Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδος και πάντα πάλευε για τα δικαιώματα, ήταν πάντα με το μέρος της δικαιοσύνης».
ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
«Όταν ήμουν φοιτητής, μόλις είχα μπει στο Πολυτεχνείο, αποφάσισα να του στείλω κάτι στίχους. Μια μέρα γυρίζαμε σπίτι, μέναμε με τη Φανούλα σε ένα διαμέρισμα στη Θεαγένους Χαρίση, βρήκα στην πόρτα κάτι σφηνωμένο. Ήταν ένα τηλεγράφημα. Ανοίγω και έγραφε:
Θανάση μου άρεσαν οι στίχοι σου και θέλω να συνεργαστούμε. Μάνος Λοΐζος.
Βρεθήκαμε μερικές φορές, ήρθε και σπίτι μας μια φορά για φαγητό, είχαμε μια καλή σχέση.
Ξεκίνησε να ετοιμάζει τις μουσικές που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Παραγωγός ήταν ο Αχιλλέας Θεοφίλου που μου είχε πει τότε ότι ένα κομμάτι ήταν ισάξιο με το ”Όλα σε θυμίζουν” και θα τα έλεγε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου με τον οποίο γνωρίστηκα τότε και προέκυψε ο Μαύρος Γάτος.
Κάποια στιγμή η Μυρσίνη βρήκε κασέτες με υλικό που ετοίμαζε ο Μάνος και μου τις έστειλε να τις ακούσω. Ανάμεσα σε αυτά βρήκα 5-6 που ήμουν σίγουρος ότι ήταν δικοί μου οι στίχοι. Είχαν περάσει πολλά χρόνια πια…
Η πρώτη συνάντηση που κάναμε από κοντά έγινε μετά από άλλο ένα τηλεγράφημα. Τα κρατάω ως κειμήλια.
Τηλέφωνα δεν είχαμε στα σπίτια. Έδωσα το τηλέφωνο μιας γειτόνισσας να με βρει. Πήρε λοιπόν ο Μάνος να με βρει κάποια στιγμή, το σηκώνει ο γιος της γειτόνισσας που ήταν και ΚΚΕ. «Είμαι ο Μάνος Λοΐζος και θα ήθελα να μιλήσω στο Θανάση» του λέει. Σιγά μην είσαι και ο Λοΐζος απαντά το παιδί έκπληκτο, αμφισβητώντας την αλήθεια.
Τον συνάντησα από κοντά όταν ήρθε να παίξει το ‘80 σε μια συναυλία της ΕΜΣΕ που διεκδικούσαν οι μουσικοί κάτι. Πήγαμε μαζί στο Φιλίππειον που έμενε. Ήταν διάφοροι στο λεωφορείο. Ο Απόστολος Καλδάρας που τον εκτιμούσε πολύ, η Πρωτοψάλτη και διάφοροι άλλοι.
Είχε μια υφέρπουσα, αδιόρατη μελαγχολία. Σαν τον Μάσιμο Τροίζι στο Ιλ Ποστίνο. Επειδή ήταν άρρωστος και πέθανε μετά από λίγο. Ήταν φιλικός πολύ και προσηνής. ‘Ήταν ωραίος άνθρωπος. Έφυγε πολύ νωρίς. Θα είχε να δώσει πάρα πολλά πράγματα…»
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΡΙΖΟΣ
Ο Απόστολος Ρίζος, τραγουδοποιός νεότερης γενιάς, έχει μελετήσει πολύ το υλικό του Μάνου Λοΐζου, φτιάχνοντας μάλιστα και μία σπουδαία παράσταση πριν μερικά χρόνια, με τίτλο «Σ' ένα δωμάτιο με τον Μάνο Λοΐζο» που, μου αποκαλύπτει, πως σύντομα θα κυκλοφορήσει δισκογραφικά. Φέτος, μαζί με την Μαργαρίτα Ζορμπαλά, επιστρέφουν στα τραγούδια του Λοΐζου «Με φάρο το φεγγάρι», στις 22 Οκτωβρίου (ημέρα γέννησης του μεγάλου συνθέτη) στο Θέατρο Άκροπολ στην Αθήνα και 6 Νοεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής της Θεσσαλονίκης, με την συμβολή της Μυρσίνης Λοΐζου.
«Για μένα ο Μάνος Λοΐζος είναι η μεγαλύτερη επιρροή που είχα όταν μάθαινα να παίζω τραγούδια. Τα πρώτα τραγούδια που έμαθα, ήταν δικά του. Καθόρισε το ξεκίνημα και επηρέασε όλη τη συνέχεια. Η παράσταση «Σ' ένα δωμάτιο με τον Μάνο Λοΐζο» που κάποια στιγμή είχαμε παρουσιάσει και θα κυκλοφορήσει μάλιστα και δισκογραφικά, ήταν κάτι που το χρωστούσα στον εαυτό μου και σε αυτό το βίωμα και χαίρομαι που πραγματοποιήθηκε και αγαπήθηκε επίσης. Αυτό που με είχε γοητεύσει εξαρχής ήταν αυτό το δικό του, ιδιαίτερο χαρμάνι από όλα τα μουσικά ρεύματα δύσης και ανατολής, που έφτιαχνε αυτές τις καταπληκτικές μελωδίες. Αυτό σε συνδυασμό με μία αύρα που είχε, τρυφερή και συγκινητική, η οποία πότιζε και τα τραγούδια του. Είναι μία σχέση χρόνων και θα την έβαζα ισάξια στα σημαντικά βιώματα της ζωής μου.
Το ότι ο Λοΐζος είναι τόσο σύγχρονος, έχει να κάνει πολύ και με τους στίχους – οι στιχουργοί που μελοποίησε ήταν ευαισθητοποιημένοι όπως και ο ίδιος, σε διαχρονικά, κοινωνικά ζητήματα. Επίσης, παίζουν μεγάλο ρόλο σε αυτό και όλοι οι μεγάλοι ερμηνευτές που είπαν τα τραγούδια του και τα πέρασαν σε εμάς τους νεότερους.
Αν και είχε μία εικοσαετία δισκογραφικής δράσης, με δέκα, έντεκα δίσκους, όλα τα τραγούδια του είναι ξεχωριστά. Ένα κι ένα. Η εικόνα που έχουμε από τον Λοΐζο, έχει άμεση σχέση με το ανθρώπινο στοιχείο. Αυτή η συγκίνηση και η τρυφερότητα που εξέπεμπε είναι στοιχεία που νομίζω πως κάθε γενιά θα τα συναντά γιατί τα έχει ανάγκη, πόσω μάλλον σε εποχές οι οποίες εμφανίζουν μια απροκάλυπτη βαρβαρότητα.»
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΟΥΛΑΣ
Μιλώντας με τον Γιώργο Τούλα, για να στήσουμε αυτό το αφιέρωμα, μου αποκάλυψε μια πολύ δική του ιστορία που έχει σχέση με τον Μάνο Λοΐζο και έχει απόλυτη θέση σε αυτό το αφιέρωμα στον μεγάλο συνθέτη, δίνοντας το μέγεθος που είχε αυτός ο καλλιτέχνης, αλλά και την σύνδεση που είχε – πάντα – με όσους τον άκουγαν.
«Εκτός από το Μίκη, που τον ακούγαμε στο σπίτι από τη μέρα που γεννήθηκα, ο συνθέτης που καθόρισε τα εφηβικά μου χρόνια ήταν ο Λοϊζος. Οι στιγμές που διαλέγαμε τραγούδια για τις σχολικές γιορτές, τα φεστιβάλ των πολιτικών νεολαιών στην παραλία και τη Νέα Ελβετία που άρχισα να πηγαίνω από νωρίς στο Γυμνάσιο, τα τραγούδια στο ράδιο και κυρίως οι κασέτες.
Η ανατριχίλα που ένοιωθα όταν πλησίαζα στα Φεστιβάλ και τα ηχεία έπαιζαν δυνατά το ”Για της Μυρσίνης την ποδιά μια Παναγιά.
Όταν μάθαμε ότι ο Λοϊζος ήταν άρρωστος, για πρώτη φορά ένοιωσα τι σημαίνει απειλή. Και όταν έφυγε αισθάνθηκα την έννοια της απώλειας, που δεν είχα αισθανθεί τόσο έντονα, ούτε με συγγενή.
Λίγους μήνες μετά το θάνατο του κατέβαινα 17 χρόνων στη Ρόδο για διακοπές. Κανόνισα να έχει ένα κενό ανάμεσα σε ένα πλοίο και μια πτήση για να κάνω κάτι που το ένοιωθα σαν χρέος και ομολογώ ότι δεν το ξανάκανα ποτέ από τότε μέχρι σήμερα για κανένα επώνυμο. Να ανάψω ένα κερί στον τάφο του.
Είχαμε μαζί μας μια kodak instamatic και βγήκα και μια φωτογραφία γιατί ήθελα να το κρατήσω με κάποιο τρόπο αυτό το προσκύνημα. Με θυμάμαι ακόμα να κλαίω λες και ήμουν σε τάφο δικού μου ανθρώπου. Θυμάμαι το διακριτικό ξύλινο σταυρό. Θυμάμαι το σφίξιμο.
Πέρασαν 40 χρόνια και όμως ο δικός μας άνθρωπος δεν έφυγε ποτέ. Ζει στα ράδια, ζει στις ουτοπίες μας που διαψεύστηκαν, σε κάτι ελπίδες που καμιά φορά σκάνε ότι μπορεί ο κόσμος να γίνει λίγο καλύτερος.»
Η Δισκογραφία του Μάνου Λοΐζου
1968 Ο Σταθμός (MINOS)
1970 Θαλασσογραφίες (MINOS)
1971 Ευδοκία (MINOS) Soundtrack
1972 Να ‘χαμε τι να ‘χαμε (MINOS)
1974 Καλημέρα ήλιε (MINOS)
1974 Τα τραγούδια του δρόμου (MINOS)
1975 Τα Νέγρικα (Μαρία Φαραντούρη)
1976 Τα τραγούδια μας (ΜΙΝΟS)
1979 Πρώτες εκτελέσεις (ΜΙΝΟS)
1979 Τα τραγούδια της Χαρούλας (ΜΙΝΟS)
1980 Για μια μέρα ζωής (ΜΙΝΟS)
1983 Γράμματα στην αγαπημένη (ΜΙΝΟS)
1985 Ο δρόμος του Μάνου (ΜΙΝΟS)
1985 Αφιέρωμα από το Ολυμπιακό στάδιο
1992 Οι μπαλάντες του Μάνου (ΜΙΝΟS)
1995 Κάτω από ένα κουνουπίδι (Μεσόγειος)
1997 Ενθύμιο Τρυφερότητας
2002 Εκτός Σειράς. Σαράντα σκόρπιες ηχογραφήσεις
2003 Τα τραγούδια του Σεβάχ
2007 Αφιέρωμα στον Μάνο Λοΐζο (Χάρις Αλεξίου)
2022 Μάνος Λοΐζος – ΜΕΤΑ (30 διασκευές τραγουδιών – MINOS)