Είναι πολύ σημαντικό να τιμούμε ανθρώπους που πρόσφεραν στην κοινωνία. Στη συγκεκριμένη περίπτωση τον Νίκο Bαρμάζη για τη μεγάλη προσφορά του στην παιδεία, με την ευρύτερη έννοια, την προσφορά του στην τοπική ιστορική έρευνα και όχι μόνο. Ο λόγος του λιτός, περιεκτικός, καίριος, εύστοχος, κατανοητός .
Η προσφορά του Νίκου Βαρμάζη θα ήταν λειψή χωρίς το απόσταγμα της εκπαιδευτικής του εμπειρίας που καταγράφεται στο βιβλίο του «Εκπαιδευτική Μαρτυρία».
Ο N. Βαρμάζης με τόλμη και αλήθεια περιγράφει τη θλιβερή εκπαιδευτική κατάσταση που έζησε από όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες που υπηρέτησε μέχρι το 1999, αλλά και αργότερα ως πανεπιστημιακός δάσκαλος. Αναφέρει χαρακτηριστικά στις σελ. 191-192 του βιβλίου του: «Το εμφανέστερο σύμπτωμα πάντως [της εκπαιδευτικής κατάντιας] είναι η γενική αίσθηση ότι τα σχολεία, και κυρίως τα Λύκεια, είναι ένας χώρος στον οποίο δε γίνεται απολύτως τίποτε. Ούτε γνώσει προσφέρουν ούτε έργο αγωγής και κοινωνικοποίησης ασκούν. Την απαξιωτική αυτή αίσθηση θα μπορούσε κανείς να τη διατυπώσει και αλλιώς, χωρίς να υπερβάλει καθόλου. Αν λ.χ. στην αρχή του σχολικού έτους έλεγε ο διευθυντής του Λυκείου στους μαθητές ότι δεν είναι υποχρεωμένοι να φοιτήσουν, ότι μπορούν δηλαδή να φύγουν και να έρθουν στο τέλος της χρονιάς, για να πάρουν τον τίτλο σπουδών τους, πιστεύω ότι οι μαθητές μετά χαράς θα δέχονταν αυτήν την πρόταση και θα αισθάνονταν και ανακούφιση, διότι θα κέρδιζαν πολύτιμο χρόνο για άλλες, πιο γοητευτικές και επωφελείς γι΄ αυτούς δραστηριότητες. Το σχολείο δηλαδή ως οργάνωση και θεσμός δεν προσφέρει τίποτε ούτε χρήσιμο ούτε γοητευτικό».
Ενδιαφέροντα είναι τα συμπεράσματα του στον επίλογο της «Εκπαιδευτικής Μαρτυρίας», όπου ο Ν. Βαρμάζης γράφει ότι η ελληνική εκπαίδευση ταλαντεύεται ανάμεσα στο «δέον», που είναι η παιδαγωγική θεωρία και η πληθώρα των νομοθετημάτων και των Αναλυτικών Προγραμμάτων και στο «είναι» της καθημερινής πραγματικότητας μέσα στα σχολεία που είναι οι διαρκείς ελλείψεις, οι μεγάλες κοινωνικές ανισότητες, οι ιδεοληψίες, οι πολιτικές σκοπιμότητες και υστεροβουλίες, τα οικονομικά δεδομένα, που προσγειώνουν «το δέον σε ανώμαλο έδαφος». Και στο μέσον είναι ο εκπαιδευτικός που αγωνίζεται να συμμαζέψει την κατάσταση μέσα σε ψυχοφθόρες καταστάσεις και επαγγελματικές δυσκολίες. Εν τέλει στο πρόσωπο του εκπαιδευτικού είναι ό,τι καλό μπορούμε να ελπίζουμε στη σημερινή κατάσταση.
Τις εκπαιδευτικές σκέψεις του Ν. Βαρμάζη τις παρουσίασε ένας από τους ομιλητές της βραδιάς, ο Νίκος Γραίκος, ο οποίος, όπως όλοι μας, αναρωτήθηκε «μήπως η κατάσταση σήμερα έγινε χειρότερη»;
Πράγματι, η παιδεία απαξιώνεται, τεμαχίζεται, ιδιωτικοποιείται, από-ιδεολογικοποιείται, μετατρέπεται σε κατάρτιση, προσαρμοσμένης στις ανάγκες κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Οι δημόσια εκπαίδευση υποβαθμίζεται, οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές σπρώχνονται στην ιδιωτική, επιβαρύνονται οι οικογένειες, εξοικονομεί το αστικό κράτος κεφάλαια για να τα ρίξει στο «πιθάρι του Δαναΐδων», δηλαδή στο αχόρταγο στομάχι των «επενδυτών». Το ίδιο γίνεται και στην υγεία. Πληρώνει ο λαός για να έχει υγεία και παιδεία όμως δεν έχει ούτε το ένα, ούτε το άλλο.
Οι γονείς καλούνται να βάλουν ξανά το χέρι στην τσέπη για να μπαλώσουν τις τρύπες της δημόσιου σχολείου. Οι επιστήμονες απορροφούνται από τις πολυεθνικές του εξωτερικού που τους βρίσκουν έτοιμους, χωρίς να ξοδέψουν δεκάρα για την εκπαίδευση τους.
Ακούστηκε στην εκδήλωση, σε μια μακροσκελή παρέμβαση από θεσμικό φορέα της εκπαίδευσης, ότι η κατάσταση σήμερα έχει καλυτερέψει και επικρίθηκαν οι εισηγητές ότι δεν λένε την αλήθεια. Και δεν υπήρξε κάποια άμεση και συγκροτημένη απάντηση από τους παρευρισκόμενους εκπαιδευτικούς. Ίσως γιατί αιφνιδιάστηκαν και, καλόπιστα, σεβάστηκαν το περιεχόμενο της εκδήλωσης. Ωστόσο, οι «ευγένειες» σε τέτοιου είδους απόψεις εκλαμβάνονται ως αδυναμία. Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι βρισκόμαστε πλέον, γενικά, σ΄ έναν ακήρυκτο «πόλεμο» με συμφέροντα και επιλογές που τσακίζουν καθημερινά τη ζωές μας, τις ζωές των παιδιών μας, τις ζωές των λαϊκών στρωμάτων. Καλούμαστε με θάρρος να πούμε τη γνώμη και την αλήθεια μας πριν να είναι αργά…
Ν. Σαλπιστής