Του Αδάμου Ευαγγέλου
Του Αδάμου Ευαγγέλου
Η εθνική ανάπτυξη και η σύγκλιση με την Ευρώπη, περνά μέσα από την ενίσχυση των επενδύσεων, με στόχο πάντα την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, διεθνώς εμπορεύσιμων. Και για να ενισχυθούν οι επενδύσεις, θα πρέπει να καταστήσουμε τη χώρα ελκυστική στους ξένους επενδυτές, διαμορφώνοντας ένα περιβάλλον φιλοεπιχειρηματικό και φιλοεπενδυτικό. Ακόμη η σταθερότητα, η διάρκεια και προσήλωση στους στόχους του προγράμματος ολοκλήρωσης των μεταρρυθμίσεων και της θεσμικής ανασυγκρότησης, δημιουργούν προϋποθέσεις θετικές για την προσέλκυση επενδύσεων, οι οποίες μπορούν να φέρουν καλά αμειβόμενες δουλειές και ευημερία στην ελληνική κοινωνία.
Κανείς δεν αντιλέγει ότι δεν χρειάζεται προσπάθεια, Οπωσδήποτε χρειάζεται και μάλιστα επίπονη, αλλά αυτή είναι η μόνη οδός. Είναι μονόδρομος για μια σύγχρονη αναπτυξιακή πορεία, η οποία εξασφαλίζει τη δυνατότητα διαχρονικά σταθερής προσφυγής στις αγορές, για την εξασφάλιση των πόρων που απαιτούνται για την αναπτυξιακή διαδικασία, προκειμένου να εξυπηρετηθεί το χρέος.
Η διαμόρφωση μιας νέας αναπτυξιακής δυναμικής, είναι η μόνη επιλογή για να αποφύγουμε μια επανάληψη της κρίσης. Η ελληνική οικονομία μπορεί και πρέπει να αναπτυχθεί με ετήσιους ρυθμούς 4% τουλάχιστον, αλλά αυτό προϋποθέτει επενδύσεις άνω των 100 δις. ευρώ κατά την επόμενη πενταετία. Και αυτές οι επενδύσεις θα προέλθουν κατά κύριο λόγο από το εξωτερικό, μόνο αν υλοποιηθούν τα προαπαιτούμενα, μόνο αν αλλάξουμε νοοτροπία.
Ναι, αλλαγή νοοτροπίας. Δεν είναι δυνατόν να συνεχιστεί άλλο, η διαταραγμένη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ ιδιωτών επενδυτών και κράτους, γιατί απλούστατα η συμπεριφορά αυτή αναστέλλει την προσέλευση άμεσων ξένων επενδύσεων. Όμως για να γίνει η χώρα ελκυστική επενδυτικά, πρέπει η πολιτική ηγεσία να δημιουργήσει φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον, πρέπει να αφήσει στην άκρη τις μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις και να θέσει ως προτεραιότητα όλες τις δημιουργικές επιλογές που έχουμε ως κοινωνία.
Σε αντίθετη περίπτωση οι επενδυτές θα γίνουν σταδιακά πιο επιλεκτικοί και πιθανώς ιδιαίτερα αρνητικοί, μ’ αποτέλεσμα η χώρα να περιέλθει σε οικονομικό αδιέξοδο. Συνεπώς, πρέπει να καταστήσουμε απολύτως ξεκάθαρο, πολιτικά και οικονομικά, τον στόχο της ανάπτυξης μέσα από επενδύσεις, εξωτερικές και εσωτερικές, γιατί μόνο έτσι θα ξαναπάρει εμπρός η οικονομία.
Αρα αντί να στρουθοκαμηλίζουμε, πρέπει να συμφωνήσουμε στο αυτονόητο, ότι για τη χώρα μία λύση υπάρχει : να γίνουν μεγάλες επενδύσεις. Κι αυτό μπορεί να γίνει μόνο, αν οι κυβερνώντες εξαλείψουν την υπονομευτική και εκβιαστική γραφειοκρατία, κι αν βάλουν ένα τέλος στη μεθοδευμένη ηθική απαξίωση της επιχειρηματικότητας.
Δεν είναι δυνατόν το ξένο κεφάλαιο να αντιμετωπίζεται συνεχώς με υποκρισία, ταλαιπωρίες και έχθρα, επειδή κάποιοι δεν θέλουν να αποβάλλουν τις παρωχημένες απόψεις τους, ώστε να επιστρέψει η χώρα στην κανονικότητα. Αν οι παραπάνω συμπεριφορές συνεχιστούν και για το 2019 η Ελλάδα θα παραδέρνει σε αφιλόξενες θάλασσες και η ελληνική κοινωνία θα βρεθεί και πάλι υπό τη δαμόκλειο σπάθη, των πρωτογενών πλεονασμάτων και της διατηρούμενης υπέρ αυτών υψηλής φορολογίας. Έτσι, η όποια πρόοδος και οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει αναιμική και επισφαλής, μη επιτρέπουσα κινητοποίηση επενδυτικών κεφαλαίων και εξ αυτής μεγάλη αισιοδοξία για το άμεσο μέλλον.
Επομένως, ένα είναι βέβαιο. Ανάπτυξη χωρίς επενδύσεις δεν μπορεί να υπάρξει. Επενδύσεις με καθημαγμένη την επιχειρηματικότητα, με σοβαρά διαταραγμένη τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ επενδυτών και κράτους και με απολύτως αντιαναπτυξιακό θεσμικό πλαίσιο, δεν μπορούν να υπάρξουν. Ανάπτυξη μέσα από επιδοματική πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει. Υπάρχει όμως η δυνατότητα για ανάπτυξη, μόνο μέσα από επενδύσεις που αυξάνουν την παραγωγικότητα και το βιοτικό επίπεδο, χτίζοντας την οικονομία και την κοινωνία του αύριο.