-Μπαμπά, βλέπεις εκείνο τον γλάρο στο λιμάνι; Άκου τον, σφυρίζει όπως ο Νάθαν! είπε ο Ανδρέας στον καπετάν Νικολή, ο οποίος περνούσε τις ώρες του καθήμενος στο στενό μπαλκονάκι που έβλεπε στην προβλήτα της Μεθώνης.
Ο Ανδρέας είχε μεγαλώσει. Σπούδασε, όπως το ’θελε ο ίδιος, όπως το είχε ονειρευτεί ο καπετάν Νικολής. Έγινε δικηγόρος. Τον τελευταίο καιρό επισκεπτόταν συχνά το πατρικό του, μιας κι ο καπετάν Νικολής ένιωθε εξασθενημένος κι είχε ανάγκη τη στήριξη του παιδιού του.
«Τα μπλε καβούρια εξάγονται και το εισόδημα που αποφέρουν στους κατοίκους της Μεθώνης….»
-Τ’ άκουσες γερό-καραβοκύρη; Τα μπλε καβούρια του Νάθαν. Θυμάσαι που μας οδήγησε μια μέρα σ’ έναν απόμερο βράχο και μας έδειξε μια οικογένεια καβουριών; Τότε, που τα καβούρια είχαν λιγοστέψει και κινδύνευαν ν’ αφανιστούν; είπε ενθουσιασμένος ο Ανδρέας από το ρεπορτάζ, που μόλις άκουσε στο τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων.
Τα χείλη του καπετάν Νικολή μειδίασαν, τα δάχτυλα τρεμόπαιξαν. Πώς μπορούσε να μη θυμάται τον γλάρο Νάθαν; Που έκρωζε πάνω από τον βράχο με τις πεταλίδες και τα τεράστια μπλε καβούρια, που βάζανε πλώρη μαζί κάθε χαραυγή για τ’ ανοιχτά, που τον άφησε μια άνοιξη για να βρει τη ‘χώρα πάντα καλοκαίρι’, που πάλεψε με τους πειρατές των γρι-γρι, που άγγιξε τρυφερά σαν να ήταν παιδί του, που τον έχρισε καπετάνιο της ‘Ελένης’, που έγινε σύμμαχος σε μια δια βίου μάχη για τη διατήρηση της ομορφιάς της φύσης!
Ό,τι δεν κατάφεραν οι άνθρωποι, το κατάφερε ο Νάθαν, ένας γλάρος σφυριχτής. Ήταν ο ήρωάς του. Ένας γλάρος ξεχωριστός, περήφανος, χαρισματικός. Ένας γλάρος που ξεπέρασε τον εαυτό του, που αγαπούσε τον γαλάζιο ουρανό, την απέραντη θάλασσα, τους ηλιοκαμένους ψαράδες, τα μπλε καβούρια, τα σπαρταριστά, ασημένια αφρόψαρα, τη φύση όλη!
Το βλέμμα του καπετάν Νικολή άγγιξε τις ξύλινες ψαρόβαρκες κι έφτασε μέχρι τον φάρο, γλίστρησε στη θάλασσα και έπειτα μάκρυνε έως τ’ ανοιχτά. Οι αναμνήσεις έγιναν εικόνες, η ζωή του, όλη και όλη, μια ψαρόβαρκα κι ένας γλάρος.
Έκλεισε τα μάτια του και τον είδε στην πλώρη της ‘Ελένης’, με τα φτερά του ορθάνοιχτα να αγκαλιάζουν τον ουρανό.
Άκουσε τον γλάρο Νάθαν, τον Σφυριχτή να σφυρίζει και να τον καλεί …
Τέλος
Της συγγραφέα Καράντζιου Δομνίκης