Γράφει ο Κώστας Δαλακιουρίδης.
Έτσι περίκλειστοι που καταντήσαμε, σε λίγο θα ξεχάσουμε ότι υπάρχει και ζωή έξω από τις πόλεις. Στένεψαν οι ορίζοντες και απόδειξη είναι ότι όλο και περισσότερα παιδιά φορούν γυαλιά. Όταν τα μάτια βλέπουν συνέχεια κοντινά αντικείμενα προσαρμόζονται. Ολημερίς αντικρίζουμε τους τοίχους που μας περιζώνουν. Από το σπίτι στο ασανσέρ στο αυτοκίνητο στο γραφείο και τούμπαλιν! Κι ύστερα σου λεν ότι ο άνθρωπος γεννιέται ελεύθερος. Κολοκύθια νερόβραστα και δίχως ρίγανη.
Σε νοσοκομείο γεννιέσαι και πεθαίνεις, σε σπίτι κατοικείς, σε σχολείο μαθαίνεις γράμματα και τις ελεύθερες ώρες σκυμμένος στον υπολογιστές ή το κινητό. Άντε το βράδυ σε κανένα στέκι αλλά πάντα πλακοσκεπής. Σε λίγο θα ξεχάσουμε ότι υπάρχει ουρανός. Το δάσος το ξεχάσαμε προ πολλού και τη θάλασσα τη θυμόμαστε μερικές ώρες το καλοκαίρι.
Όλη μας η ζωή μέσα σε κουτιά πατώντας κουμπιά. Και μετά σου λένε ότι κινδυνεύουμε από τις μηχανές την ώρα που εμείς προγραμματιζόμαστε να γίνουμε γρανάζια σε ένα απάνθρωπο περιβάλλον. Και κάνουμε την ευχή όταν πάρουμε σύνταξη και εφάπαξ (μέχρι πότε;) θα πάρουμε ένα σπιτάκι στην εξοχή να καλλιεργούμε τον κήπο μας. Μόνο που όταν έρχεται εκείνη η ώρα το σπιτάκι γίνεται καφενείο και ο κήπος πράσινη τσόχα.
Όταν άκουσαν μερικοί φίλοι ότι ο φίλος μας Θανάσης σχεδιάζει να μετακομίσει σε ένα χωριό να ασχολείται με τον κήπο, την πεζοπορία και την ορειβασία τους έπιασε πανικός.
– Θα πας να θαφτείς;
– Δεν σκοπεύω.
– Θέλω να πω θα φύγεις από τον κόσμο;
– Δεν πάω στο Άγιο Όρος.
– Βρε εκεί είναι νέκρα.
– Μήπως τα βλέπεις ανάποδα. Εκεί είναι η ζωή. Να σε ξυπνά το πρωί ο πετεινός. Οι μόνοι ήχοι να είναι κακαρίσματα γαβγίσματα και βελάσματα. Να πιάνεις την αξίνα και τη τσουγκράνα, να βλέπεις τα φυτά και τα λουλούδια πως ξεπετάγονται να…
– Βρε θα βαρεθείς σε μια βδομάδα. Πάρ’ το χαμπάρι η ζωή άλλαξε. Ο κόσμος τρέχει.
– Να προλάβει τι;
– Θέλω να πώ άλλαξαν οι ρυθμοί της ζωής.
– Και ποιός σου είπε ότι θέλω να ζω με το άγχος;
– Και θα απαρνηθείς τον τεχνολογικό πολιτισμό και τις εκδηλώσεις;
– Ποιος σου είπε ότι θα παριστάνω το Ροβινσόνα Κρούσο; Και τηλεόραση υπάρχει και ίντερνετ και όλα τα σύγχρονα καλούδια. Αν πάλι θέλω πόλη, σε ένα τέταρτο είμαι εκεί και απολαμβάνω και τη διαδρομή. Στην Αθήνα θέλουν μισή ώρα καθημερινά να πάνε στη δουλειά μέσα στο νέφος και τα κορναρίσματα. Αν θέλεις πάλι να μάθεις οι Αθηναίοι χαρακτηρίζουν την επαρχία νέκρα. Αυτοί έχουν από –κουτ(ι)οποιηθεί τελείως. Δεν θέλω να τους μιμηθώ.
– Τι να σου πω.
– Να μη μου πεις. Τώρα που θα μπει σε λίγο η άνοιξη θα δεις που είναι η ζωή. Να οργιάζει το πράσινο να ζωντανεύει η φύση λες κι η Περσεφόνη ξαναγύρισε κοντά της. Να ακούς τον κούκο. Από πότε βρε έχεις να ακούσεις κούκο;
– Εσύ πάντως είσαι στη φωλιά του!
– Τότε γιατί τα τρελάδικα είναι στην πόλη; Γιατί οσονούπω θα σας στρίψει και πρέπει να είσαστε κοντά πριν γίνετε επικίνδυνοι.
Κώστας Δαλακιουρίδης.