Αρκεί να πάρεις μόνον ένα, όχι περισσότερα για το σπίτι. Το ίδιο και για τα αχλάδια, τα σταφύλια, τα ρόδια, τα κυδώνια, τα βερίκοκα ή τα σύκα που κρέμονταν έξω από τον φράχτη στον δρόμο.
Γράφει ο Θόδωρος Δημητριάδης
Όποιος λέει ότι ποτέ δεν έκλεψε κάτι, λέει ψέματα. Ακόμα κι αν σκέφτηκες να κλέψεις, ή εάν ήσουν συνεργός σε άλλον που έκλεψε, είναι σαν να έκλεψες. Την κλεψιά την έχουμε κληρονομήσει από τον καιρό της Εύας που έκλεψε το μήλο στην Εδέμ. Κι από τις 10 εντολές είναι αυτή που θυμόμαστε όλοι πολύ καλά: «Ου κλέψεις»! Το είπε κι ο ίδιος ο Χριστός για μια άλλη εντολή, ότι όταν κοιτάξουμε μια γυναίκα και την επιθυμήσουμε, έχουμε ήδη διαπράξει μοιχεία μέσα μας (Ματθ. 5:27-28).
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα, ένα ταξίδι ή διακοπές με διαμονή σε ξενοδοχείο. Τότε είναι που μάς πιάνει μια επιθυμία να πάρουμε από το ξενοδοχείο ή από ένα τοπικό τουριστικό κατάστημα κάποιο «ενθύμιο» όταν θα τελειώσει το ταξίδι και θα ετοιμαζόμαστε να γυρίσουμε στο σπίτι. Για τους περισσότερους αυτό σημαίνει κάτι μικρό και ασήμαντο, π.χ. ένα μικρό κόσμημα, ένα σουβενίρ, ρουχισμό ή κάποιο διακοσμητικό. Αλλά υπάρχουν και εκείνοι που κλέβουν μεγαλύτερα σουβενίρ. Τα ξενοδοχεία είναι γεμάτα προκλήσεις και πειρασμούς, από τα μικροσκοπικά μπουκαλάκια σαμπουάν και κοντίσιονερ για τα μαλλιά, μέχρι τα μπουρνούζια, τις πετσέτες και τις άνετες παντόφλες.
«Οι άνθρωποι κλέβουν σχεδόν ό, τι μπορούν», λέει στην Telegraph ο David Elton, συνεργάτης της Home Grown Hotels στην Αγγλία. «Μπουρνούζια, κρεμάστρες, σεντόνια, κάδρα, καλύμματα για στρώματα, πετσέτες, μαξιλάρια, καλύμματα καθισμάτων, μαχαιροπήρουνα – σχεδόν τα πάντα».
Οι ξενοδόχοι πάντως δεν φαίνεται να έχουν κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα αν παίρνετε μικρά αντικείμενα τουαλέτας. Αντίθετα, πολλοί ίσως και να βασίζονται σε αυτό! Η χρήση τους αργότερα θα μπορούσε να σας υπενθυμίσει τη διαμονή σας και να σας πείσει να ξανάρθετε. Αλλά τι συμβαίνει με τα ιδιαίτερα αξεσουάρ, όπως ένα μπουρνούζι ή μια πετσέτα;
«Είναι παράνομο», λέει εκπρόσωπος της Αγγλικής Μητροπολιτικής Αστυνομίας στο Telegraph, ο οποίος τόνισε ότι τέτοιες καταγγελίας ερευνώνται και δικάζονται στο αυτόφωρο. Πράγματι, πολλοί καταδικάστηκαν για κλοπή υλικού από δωμάτιο ξενοδοχείου.
Πάντως, στην περίπτωση που δε κληθεί η αστυνομία, σίγουρα θα σας τα χρεώσουν – ειδικά αν επιλέγετε ένα ξενοδοχείο συνεχώς – οπότε αυτό που κλέψατε είναι δώρο άδωρο. Αν λοιπόν έχετε βάλει στο μάτι το μπουρνούζι ή την πετσέτα, τότε καλύτερα να ρωτήσετε την ρεσεψιόν αν είναι προς πώληση ή αν «θα μπορούσατε να το πάρετε μαζί σας».
Η κλεψιά είναι γενικό φαινόμενο. Διαβάζουμε στις εφημερίδες και ακούμε στις ειδήσεις πολύ συχνά ότι «Αυξάνονται οι κλοπές τροφίμων και βρεφικών προϊόντων στα σουπερμάρκετ, Δεν έχουν τέλος οι κλοπές σε περίπτερα κλπ. Το ερώτημα είναι: Τι είναι η ηθική; Είναι κάτι αντικειμενικά προσδιορίσιμο; Κάτι στο οποίο μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε; Υπάρχει, μια παγκόσμια αλήθεια; Ο νόμος του Θεού; Ο νόμος των ανθρώπων; Ποιανού νόμος τελοσπάντων;
Αν ρωτήσετε κάποιον αν η κλοπή είναι σωστή πράξη, οι περισσότεροι θα απαντήσουν πως όχι. Αυτήν την άποψη μπορούμε να τη συναντήσουμε στο έργο του φιλοσόφου του 18ου αιώνα Immanuel Kant, ο οποίος υποστήριξε ότι δεν μπορούν να υπάρξουν εξαιρέσεις στους ηθικούς κανόνες.
Ωστόσο, τα πράγματα είναι μάλλον πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι υποστήριξε ο Kant. Συχνά κρίνουμε διαφορετικά έναν άπορο που κλέβει ψωμί από ένα μεγάλο σουπερμάρκετ για να θρέψει την οικογένειά του από κάποιον που κλέβει την πενιχρή σύνταξη μιας γιαγιάς. Στην τρέχουσα κρίση του κόστους ζωής, για παράδειγμα, οι εργαζόμενοι στα σουπερμάρκετ έχουν εξομολογηθεί ότι κάνουν τα στραβά μάτια στην κλοπή από πελάτες που είναι φανερό ότι έχουν αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης.
Αν επιτρέψουμε εξαιρέσεις στους ηθικούς κανόνες, το ερώτημα που προκύπτει είναι: Υπάρχει κάτι που θα μπορούσε να καταστήσει σωστή την κλοπή από μια μεγάλη εταιρεία, ή από το ίδιο το κράτος, για παράδειγμα με τις φορολογικές δηλώσεις; Μήπως είναι εντάξει να κλέβουμε αν θεωρούμε ότι η εταιρεία ή το κράτος ή η τράπεζα μας κλέβουν ήδη; Όμως και πάλι, η ηθική, όπως και να την ορίσει κανείς εξακολουθεί να είναι κάτι υποκειμενικό.
Οι περισσότεροι δεν κλέβουν επειδή είναι δειλοί. Σίγουρα όμως θα μπορούσαν να κλέψουν αν πεινούσαν, καληώρα όπως μερικοί ταλαίπωροι πρόσφυγες, ή αν ένας αγαπημένος τους άνθρωπος είχε ανάγκη, χωρίς κανένα απολύτως ηθικό δίλημμα. Θα έκλεβαν επίσης αν έβλεπαν κάποιον άγνωστο να πεθαίνει από την πείνα στο δρόμο και είχαν ξεχάσει το πορτοφόλι τους.
Τι σχέση έχει όμως η ιδεολογία με την κλοπή από τις εταιρείες ή το κράτος; Όλα συνδέονται και όλα έχουν τις αιτίες τους, υλικές και ιδεολογικές, και υπάρχει ένα σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε όλοι, το οποίο τα καθορίζει όλα. Ένα σύστημα που παράγει σύμπαντα αλλά δεν μπορεί να ταΐσει τον ζητιάνο και να στεγάσει τον άστεγο που μερικές φορές λυπάσαι αλλά πιο συχνά αγνοείς. Μπορεί όταν επιτευχθεί η ισότητα να μην υπάρχει επιθυμία και πειρασμός για κλοπή, γιατί οι ανθρώπινες ανάγκες θα έχουν ικανοποιηθεί. Μέχρι τότε, το να κλέβει κάποιος μια μεγάλη εταιρία για να φάει, ή το κράτος για να επιβιώσει από τη φτώχεια, θα είναι ηθικά ορθό;
Ας επιστρέψουμε όμως πάλι πίσω στο ξενοδοχείο όπου μείναμε την τελευταία φορά. Νομίζεις πως θα βάλεις την πετσέτα στη βαλίτσα σου, θα την πας σπίτι και κανείς δεν θα το καταλάβει. Είναι απλώς μία πετσέτα. Άσπρη, καθαρή, αφράτη, με το καλλιτεχνικό κεντημένο λογότυπο του ξενοδοχείου. Ένα “σουβενίρ”, όπως λένε. Μόνο που δεν ξέρεις ότι η πετσέτα σε προδίνει μόνη της. Τα ξενοδοχεία — κυρίως τα μεγάλα, αλλά πλέον και τα μεσαίας κατηγορίας — έχουν ξεκινήσει να βάζουν τσιπάκια RFID μέσα στις πετσέτες και τα σεντόνια. Είναι τόσο μικρά που δεν φαίνονται, αλλά είναι εκεί. Και λειτουργούν ακριβώς όπως το αντικλεπτικό στα ρούχα. Όταν περνάς από τις πόρτες εξόδου ή από τον έλεγχο του lobby, εκπέμπουν σήμα. Μπιπ, μπιπ, μπιπ, μπιπ… Το ξενοδοχείο ξέρει ακριβώς ποια πετσέτα πήρες, από ποιο δωμάτιο, ποια μέρα.
Στη Χονολουλού, ένα ξενοδοχείο έσωσε πάνω από 15.000 δολάρια από κλοπές πετσετών χάρη σε αυτά τα τσιπάκια. Δεν σου κάνουν έλεγχο επί τόπου. Δεν σε σταματάνε. Αλλά καταγράφουν τα πάντα. Και κατόπιν στη χρέωση του check-out μπορείς να δεις το όνομα της πετσέτας. Όχι γιατί είναι διάσημη. Αλλά γιατί τη χρεώθηκες.
Το πιο αμήχανο; Πολλοί μάθαιναν για το RFID όταν έπαιρναν e-mail με θέμα “Μήπως όταν φύγατε από το δωμάτιο σας έλειπε τίποτα;” και πιο κάτω έγραφε “1 bath towel = 35$”. Άλλοι έπαιρναν κατευθείαν τη χρέωση στην κάρτα τους. Κάποιοι το έμαθαν από ντροπιαστική τηλεφωνική κλήση. Κι ένα ζευγάρι στην Ισπανία είπε πως τους σταμάτησαν στην έξοδο του ξενοδοχείου, όχι για όπλο ή βαλίτσα, αλλά για ένα απλό μπλε πετσετάκι πισίνας!
Δεν είναι ότι το ξενοδοχείο δεν έχει ρεζέρβα άλλες 1.500 πετσέτες. Είναι ότι δεν θέλει να κλέβεις. Είναι ζήτημα πολιτικής, κόστους και αξιοπρέπειας. Αν πας σε πεντάστερο ξενοδοχείο, που σημαίνει ότι δεν είσαι φτωχός, φεύγοντας, αν δεν ντρέπεσαι και θέλεις οπωσδήποτε να κλέψεις, μην παίρνεις την πεντάστερη πετσέτα του δωματίου, καλύτερα κλέψε μία από το gift shop. Τουλάχιστον εκεί ίσως να είναι χωρίς τσιπάκι και ίσως δεν θα σε σταματήσουν στην έξοδο για έλεγχο!
Ο πανάρχαιος πειρασμός της Εύας
Οι διακοπές και η παραμονή σου στο ξενοδοχείο έχουν τελειώσει. Έχεις μαζέψει τα πράγματά σου, τσεκάρεις μήπως ξέχασες φορτιστή ή παντόφλες, και κάπου εκεί, στο τελευταίο βλέμμα προς το μπάνιο, τα βλέπεις. Το μικροσκοπικό σαμπουάν, το χαριτωμένο αφρόλουτρο, η μικρή συσκευασία conditioner που δεν χρησιμοποίησες. Και τότε έρχεται ο πειρασμός. «Ε, αυτά τα δίνουν για να τα πάρεις, έτσι δεν είναι;» Σίγουρος δεν είσαι. Αλλά τα βάζεις στη βαλίτσα. Όπως έκοψε το μήλο η Εύα και βρήκε μετά συνένοχο τον Αδάμ.
Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια πολλά ξενοδοχεία τα τοποθετούν εκεί όχι μόνο για χρήση αλλά και με την προσδοκία ότι μπορεί να τα πάρεις. Δεν περιμένουν να τα επιστρέψεις. Δεν είναι δανεικά. Είναι κομμάτι της φιλοξενίας. Στην ουσία είναι ενσωματωμένα στην τιμή του δωματίου. Όπως το χαρτί υγείας, οι καφέδες που έχει ο βραστήρας ή το κουτί με τα χαρτομάντιλα. Δεν θα σε κυνηγήσουν. Δεν θα σε μαλώσουν. Κανείς δεν θα έρθει να σε κάνει ρεζίλι αν φύγεις με 3 σαμπουανάκια και μια λίμα νυχιών.
Αλλά υπάρχει ένα όριο. Και αυτό το όριο δεν είναι πάντα σαφές. Αν κάποιος αποφασίσει να πάρει μαζί του τις πετσέτες, τη ρόμπα ή ακόμα και τον… βραστήρα (ναι, έχει συμβεί), τότε το ξενοδοχείο μπορεί να τού χρεώσει τα αντικείμενα ή να το καταγράψει στο προφίλ του πελάτη. Γιατί άλλο είναι το «αναμνηστικό» και άλλο το «λεηλατώ». Τα μικρά είδη μπάνιου είναι μέσα στον άγραφο κώδικα: “μπορείς να με πάρεις”. Οι πετσέτες, όχι.
Ο λόγος που μας τραβούν τα σαμπουανάκια δεν είναι μόνο η δωρεάν αξία τους. Είναι το μέγεθος τους. Είναι γλυκά, συλλεκτικά και πρακτικά. Είναι σύμβολα ταξιδιού. Ένα σαμπουάν Hilton δεν είναι σαμπουάν – είναι ανάμνηση. Και το μυαλό μας τα θέλει.
Πολλοί άνθρωποι συλλέγουν αυτά τα μπουκαλάκια. Κάποιοι τα χρησιμοποιούν όταν ταξιδεύουν. Άλλοι τα φυλάνε σαν τρόπαια. Κάθε σαμπουανάκι λέει μια ευχάριστη ιστορία, “ήμουν εκεί”. Και όσο πιο πολυτελές το ξενοδοχείο, τόσο μεγαλύτερη η αξία που τού δίνουμε. Δεν είναι τυχαίο ότι ορισμένα ξενοδοχεία βάζουν custom αρώματα, ειδικές ετικέτες και design, μόνο και μόνο για αυτόν τον λόγο.
Από την άλλη, δεν είναι λίγες οι αλυσίδες ξενοδοχείων που έχουν αρχίσει να απομακρύνουν τα σαμπουανάκια και να τα αντικαθιστούν με μεγάλες επαναγεμιζόμενες αντλίες. Το κάνουν για λόγους οικολογικούς και κόστους, αλλά ταυτόχρονα αφαιρούν ένα από τα λίγα “σουβενίρ” που νιώθεις ότι δικαιούσαι να πάρεις. Δεν είναι ακριβό. Δεν είναι σπουδαίο. Και κανείς δεν θα σού πει ότι το έκλεψες.
Την εποχή που η ΟΛΥΜΠΙΑΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ ήταν στα χέρια του Αριστοτέλη Ωνάση, πολύ συχνά το προσωπικό ανέφερε ότι τα επίχρυσα σκεύη «εξαφανίζονταν» μετά τις πτήσεις. Κι ο Ωνάσης απαντούσε «ας πετούν με την εταιρεία κι ας κλέβουν όσο θέλουν…».





























