Σφήνες του Αφεντούλη
Εντάξει, αναγνώστες μου. Τη Νέα Δημοκρατία, στην οποία παραπέμπει ο τίτλος, ένεκα το «Οξυγόνο για την Ελλάδα» που επαγγέλθηκε ο νέας κοπής πρόεδρος, Κυριάκος Μητσοτάκης, με την ευκαιρία έναρξης τού 10ου Συνεδρίου αυτής, το Σάββατο του Λαζάρου, σημαδιακή μέρα(!), νεόκοπη κίνηση – γέννημα των Μνημονίων δεν την λες, για να την εντάξουμε στην ενότητα «Πολιτικοί Πλόες» της στήλης που εγκαινίασε ο εμπειροτέχνης πολιτικός αναλυτής, θείος Αφεντούλης, την προπερασμένη Παρασκευή, μακρόχρονη και καθοριστική η παρουσία της στα πράγματα του τόπου γαρ.
Ωστόσο, ο «πλους» είναι αναπόφευκτος, αφού μιλάμε για κάτι νέο στον κεντροδεξιό χώρο, προερχόμενο, μάλιστα, «εκ του παλαιού, όμως απηλλαγμένον τούτου» που θα ‘λεγε κι ο Μάξιμος ο Ομολογητής, οπότε πριν βιράρουμε τις άγκυρες, πιστοί στα κελεύσματα του προέδρου περί αξιοκρατίας, μισό να προβούμε σε κάποιες, εν συντομία:
Αποτιμήσεις για τις νεοδημοκρατικές διακυβερνήσεις.
Πρώτα τα επιτεύγματα: Αποκατάσταση της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ, μεγάλη η χάρη του αείμνηστου Σερραίου (!), η προσπάθεια απελευθέρωσης της αγοράς από τον κρατικό πατερναλισμό, δι’ αποφάσεων του επίτιμου που τον έριξαν μπαμπέσικα, «διατί να το κρύψωμεν άλλωστε»(!), κ.λπ. κ.λπ.
Τώρα οι αστοχίες: Διατήρηση των πελατειακών σχέσεων στο δημόσιο κατά τα πρότυπα των σοσιαλιστών, ατολμία στην επανίδρυση του κράτους κ.λπ. κ.λπ., με το συμπάθιο κιόλας, για την κριτική στον Κώστα, κι ας μην τολμήσει άλλος να πράξει το αυτό γιατί «θα γίνουμε μπίλιες», κατά το κοινώς λεγόμενο, καθότι «αθώος του αίματος τούτου», ας όψονται οι παλιοκαταστάσεις, τέλος εξιστόρησης του παρελθόντος, αμ πώς!
Ναι, για(!), κι ερχόμαστε στο παρόν να καλύψουμε δημοσιογραφικά τον «απόπλου». Που, ύστερα από τα βάσει τρίτου Μνημονίου, «δεύτερη φορά αριστερά», χαράτσια, μεγάλη ζημιά στις τσέπες του κοσμάκη, τι να λέμε τώρα(!), άρχισε με «ούριο άνεμο» για την πρωτιά στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, αληθώς υποθέτουμε, κι ο σύντροφος μικροσυνταξιούχος, «Μήτσος», να μην παραφράζει παλαιά απαισιόδοξη επιτυχία της Χαρούλας Λαμπράκη, αναφωνώντας υστερόβουλα και προκλητικά:
Δεν ζωντανεύουν οι νεκροί.
Κακά τα ψέματα, νεοδημοκράτες μου. Το σερί των καλών συριζαίων, από τις ευρωεκλογές τού 2014 και μετά, πονά, δυστυχώς, κι ως εκ τούτου εισπνεύστε κομματάκι «οξυγόνο», μήπως καταφέρουμε να αντέξουμε τις προφητείες του «Μήτσου», άδοντος:
Την τόση πίστη που `χα για σένα
ΝουΔου την πέταξες, μην το ξεχνάς,
εσύ την «σκότωσες», εσύ την πρόδωσες,
εσύ είσαι ο δράστης της ψευτιάς.
Δε σε λυπάμαι κι αν πονάς,
κλάψε, λοιπόν, τι μουρμουράς.
Είσαι για μένα πια τελειωμένη
κι αν ξαναγύρισες είναι αργά,
εσύ λαΐκισες, εσύ με πίκρανες,
έργο δικό σου η συμφορά.
Δε ζωντανεύουν οι νεκροί,
όσο κι αν κλαις, δεν ωφελεί.
Μεγάλη πίκρα, νεοδημοκράτες μου, το είπαμε(!), αλλά προς τι η απελπισία, βρε θηρία(!), πριν παραθέσουμε τα, διά πένας Ανδρέα Καρκαβίτσα, αισιόδοξα:
«Έχουμε τα κακά μας, δε λέω. Πήραμε δρόμο στραβό σαν το κακοκυβερνημένο πλεούμενο. Μα δεν είμαστε και ντιπ για πέταμα. […] Θέλουμε δε θέλουμε, θα ζήσουμε. Θα ζήσουμε και θα θεριέψουμε και θα δοξαστούμε, όπως και πρώτα.» πετάχτηκε, στον απόηχο του άσματος του «Μήτσου», η φιλελεύθερη, «ζε σουί τρεζ ΕΡΕ (σ.σ. Μποστ, Μουστάκια!)», σύζυγος, και τα συμπεράσματα δικά σας.
Άκουσες, πρόεδρε; Όρτσα τα πανιά!