Γράφει ο Βασίλης Μόσχης
– Μελαγχολικό σε βλέπω!
– Άμα δεν σ’ αρέσω μη με βλέπεις!
– Α! Είσαι και νευρικός!
– Ναι, ρε! Έτσι είμαι εγώ!
– Και πολύ μάλιστα! Τα νεύρα δεν κάνουν καλό στην υγεία!
– Γιατί η μελαγχολία κάνει;
– Και αυτή!
– Τότε;
– Πρέπει να βρεις την πηγή!
– Για να πιω νερό;
– Την πηγή, ρε! Πως το λένε! Την αιιτία του κακού!
– Την αιτία του κακού;
– Ναι, ρε! Από πού προέρχεται αυτή η ψυχολογική σου κατάσταση!
– Α! Αυτό; Το ξέρω!
– Το ξέρεις;
– Ναι, ρε, το ξέρω!
– Και κάθεσαι έτσι;
– Πως κάθομαι δηλαδή; Μια χαρά κάθομαι!
– Ρε, κάνε κάτι να ευθυμήσεις! Να αλλάξεις διάθεση! Δεν πάει! Χρονιάρες μέρες! Καινούρια χρονιά μπαίνει!
– Και δεν πάει να μπει! Σκασίλα μου! Θα βγει κι αυτή κάποτε, και θα έρθει κι άλλη, μετά θα έρθει κι άλλη, μετά πάλι άλλη…
– Ε! Ε! Σταμάτα! Έτσι όπως πας θα μας πεις για όλες τις χρονιές που είναι να έρθουν! Χαμογέλα ρε! Πες χρόνια πολλά! Αγκάλιασε τα πρόσωπα που αγαπάς, χαμογέλα!
– Μωρέ κάτι μας είπες κι εσύ! Και γιατί; Θ’ αλλάξει τίποτα; Θ’ αλλάξει κάτι; Λέμε χρόνια πολλά και αυτά κρατάνε μόνο μια μέρα! Που το είδες εσύ αυτό; Να κρατάνε τα χρόνια πολλά τόσο λίγο!
– Ρε, έτσι είναι το έθιμο! Να γιορτάζουμε την καινούρια χρονιά που μπαίνει!
– Και! Τόσες πρωτοχρονιές και είδες εσύ να αλλάζει τίποτα; Απολύτως τίποτα! Ξεγελιόμαστε μια μέρα, γυαλίζουν όλα γύρω μας, μας ζαλίζει το αλκοόλ και από δω παν κι οι άλλοι! Και μετά;
– Τι μετά;
– Μετά, μην είδατε τον Παναγή! Φτου κι από την αρχή! Τέλος τα φώτα, σκοτάδι απόλυτο, η ζωή συνεχίζεται, μια από τα ίδια, κανονικά και καθόμαστε και μετράμε πόσες μέρες έχουμε για το επόμενο πανηγύρι!
– Αμάν ρε παιδάκι μου! Με μαύρισες την καρδιά! Αμάν! Δες το ποτήρι μισογεμάτο! Μην το βλέπεις μισοάδειο!
– Καλά τα λες, αλλά ποτήρι δεν βλέπω!