- Η παλαιότερη χαλκογραφία που διαθέτουμε για την Κατερίνη είναι—σύμφωνα με τον ιστορικό τέχνης Νίκο Γραίκο που την ανέσυρε από την λήθη—εκείνη του 1808 (τώρα στο βιβλίο των Ν. Βαρμάζη-Ν. Γραίκου Αστική Σχολή Αικατερίνης-1ο Δημοτικό Σχολείο Κατερίνης 1905-2005, σ. 14). Πρόκειται για λεπτομέρεια ενός μεγαλύτερου σχεδίου που περιλαμβάνει σκηνές από τον βίο του Αγίου Διονυσίου και κατασκευάστηκε στην Κωνσταντινούπολη από τους ελασσονίτες Παρθένιο και Γεράσιμο όπως δηλώνει και η σχετική περιγραφή: ΕΧΑΛΚΟΧΑΡΑΧΘΗ ΕΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΙ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΩΗ ΣΩΤΗΡΙΟΝ ΕΤΟΣ ΜΗΝΙ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ ΚΑΙ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΤΩΝ ΕΞ ΕΛΑΣΣΩΝΟΣ. Χαλκοχαράχθηκε (δηλαδή κατασκευάστηκε αυτή η χαλκογραφία) στην Κωνσταντινούπολη το σωτήριο έτος 1808 από τα χέρια του Παρθενίου και του Γερασίμου, που κατάγονταν από την Ελασσόνα.
- Η δεύτερη παλαιότερη εικόνα της Κατερίνης η οποία αποτυπώνει την πόλη είναι αυτή του 1816. Πρόκειται για μια θαυμάσια, ειδυλλιακή άποψη του χιονοσκεπούς Ολύμπου από την νότια, δασωμένη και καταπράσινη πόλη, και οφείλεται στον περιηγητή Clarke (1769-1822). Η γκραβούρα αναπαράγεται στο βιβλίο του οικοβιβλιογράφου Σάκη Κουρουζίδη Όλυμπος. Κείμενα και εικόνες δύο αιώνων (2001) με την λεζάντα: «Χαλκογραφία του E. D. Clarke, 1816. Ο Όλυμπος από την πόλη της Κατερίνης. Ίσως είναι η μοναδική γκραβούρα στην οποία γίνεται αναφορά στην Κατερίνη» (σ. 10).
- Στον κοιμητηριακό ναό της Αγίας Αικατερίνης, ονομασία η οποία πιθανώς συνδέεται και με το όνομα της πόλης, εντοπίζονται εικόνες του τέμπλου της εκκλησίας αυτής που φέρουν όλες στο κάτω τμήμα τη χρονολογία 1831 και είναι έργο του ίδιου ζωγράφου. Σύμφωνα με τους ερευνητές Ευτέρπη Μαρκή και Νίκο Γραίκο «οι εικόνες απηχούν το τοπικό εορτολόγιο καθώς διασώζουν τις εικόνες των αγίων που η νεοσύστατη κώμη λάτρευε ιδιαίτερα. Σε μία από αυτές, εκτός από τη χρονολογία 1831, υπάρχει η επιγραφή ‘εκ κώμης Κατερίνης’, που συνδέεται είτε με τον τόπο καταγωγής τού ζωγράφ ου είτε με το χορηγό της εικόνας».
- Στον Ναό της Θείας Αναλήψεως ανώνυμος αγιογράφος φιλοτεχνεί την θαυμάσια εικόνα της Γεννήσεως της Θεοτόκου (αυγοτέμπερα σε προετοιμασμένο ξύλο διαστάσεων 28,5 Χ 35,5 εκ.). Πρόκειται για έργο με ανεπιτήδευτη απλότητα και ενδιαφέρουσες εικονογραφικές λεπτομέρειες οι οποίες αποτελούν «δείγματα τέχνης και εκφράσεις λαϊκής λατρείας των προγόνων μας, που επιβίωσαν για αιώνες στην αγκάλη της παράδοσης» όπως σημειώνεται στη σχετική μονογραφία «Περιήγηση βλέμματος σε φορητές εικόνες της Πιερίας».
- Κατά τη δεκαετία 1860-1870, διαβάζουμε στην εξαντλητική μελέτη «Εκ κώμης Κατερίνης», οι μισές περίπου από τις φορητές εικόνες του αρχικού τέμπλου της Αγίας Αικατερίνης αντικαταστάθηκαν από άλλες νεότερες. Την αγιογράφησή τους έκαναν δύο κουλακιώτες ζωγράφοι: ο Δημήτριος Χατζησταμάτης (γνωστός από εικόνες του σε ναούς της κεντρικής Μακεδονίας κατά την περίοδο 1854-1880) και ο Σταυράκης Μαργαρίτης, γνωστός και αυτός για τη δουλειά του σε ναούς της Μακεδονίας κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.
- Ο Στέφανος Παπαδόπουλος, σε υποσημείωση της επιδραστικής του μελέτης για τον καζά Κατερίνης, παραθέτει περιγραφή της Κατερίνης από τον Émile Isambert (έκδοση 1873). Ο Isambert περιγράφει την πόλη ως «πολίχνην εκτισμένην επί των οχθών του Πέλικα, πρωτεύουσαν της παραλίου επαρχίας, ήτις εκτείνεται υπό τα κράσπεδα τού όρους Ολύμπου. Αγορά, τζαμίον και τινες μεγάλαι οικίαι κατοικούμεναι υπό των βεήδων του τόπου αποτελούσιν την οθωμανικήν συνοικίαν, το λοιπόν της πόλεως οικείται υπό γεωργών Ελλήνων».
- Προκειμένου να προετοιμάσει την επανάσταση ο επίσκοπος Κίτρους Νικόλαος Λούσης περιοδεύει σε περιοχές της Πιερίας από τις 10 Οκτωβρίου 1877 μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. Επισκέπτεται την Κατερίνη όπου υπήρχε μια μικρή ομάδων μυημένων στην επαναστατική ιδέα. Η ομάδα αυτή ανέπτυσσε επαναστατική δράση και στα σημερινά γύρω χωριά Καλλιθέα, Κορινό, Κεραμίδι, Σβορώνο και Αγιάννη και κατέβαλε προσπάθειες να συγκροτηθούν και εκεί επαναστατικοί πυρήνες.
- Στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα η Κατερίνη παρουσιάζεται στις πηγές ως μια ασήμαντη κωμόπολη, χωρίς τίποτε το ιδιαίτερο, ένα τουρκοχώρι με λίγα σπίτια, ιδιοκτησία κάποιου μπέη. Στα «Απομνημονεύματα» του επισκόπου Κίτρους Νικολάου Λούση, η Κατερίνη στα 1878 «έχει οικίας 300 περίπου» ενώ το Λιτόχωρο την ίδια εποχή έχει 600 οικίες. ~ Στην επανάσταση του 1878 (η προσωρινή κυβέρνηση της Μακεδονίας με πρόεδρο τον Ευ. Κοροβάγκο συστάθηκε στις 19 Φεβρουαρίου του 1878 και κήρυξε τον «ένωσιν της Μακεδονίας μετά της μητρός Ελλάδος»), όλα τα χωριά του Ολύμπου και των Πιερίων, από τις εκβολές του Πηνειού ως τον κάτω ρου του Αλιάκμονα, είχαν επαναστατήσει. Μέρα με τη μέρα το κίνημα επεκτεινόταν και εδραιωνόταν. Μόνο η Κατερίνη εξακολουθούσε να μένει στα χέρια των Τούρκων. Ένα σφάλμα του γενναίου αξιωματικού Δουμπιώτη ήταν πως δεν προχώρησε αμέσως σε επίθεση εναντίον της Κατερίνης και παρασύρθηκε σε διαπραγματεύσεις, όταν τον επισκέφθηκε μια επιτροπή από την Κατερίνη που την αποτελούσαν ο δερβίσης Μπαμπά και ο Έλληνας Νικ. Μπίτσιος. ~ Στον κατάλογο των ανδρών που αγωνίστηκαν στο σώμα του Επισκόπου Κίτρους Νικολάου συναντάμε και 9 αγωνιστές από την Κατερίνη: Κωνστ. Μπέσιας, Δημ. Μπέσιας, Κωνστ. Μπιζιότης, Αδάμος Τζούκας, Δημ. Παπανεοφύτου, Ιωάννης Στάϊκου, Βαγγέλης Ιωάννου, Παναγ. Σπύρου, Δημ. Αθανάσιος
- Το 1890 αναφέρονται (Στατιστικοί Πίνακες του Ελληνικού Προξενείου Θεσσαλονίκης), 300 οικίες και 700 διαχειμάζοντες Βλαχολιβαδιώτες. ~ Τα επιστημονικά περιοδικά του προπερασμένου αιώνα -και κάθε άλλο είδος περιοδικού: γεωργικού, εκπαιδευτικού, παιδικού, λαϊκού, κλπ.- δεν μας παρέχουν ενδείξεις ότι υπήρχε «επικοινωνία» των κατοίκων της περιοχής με την επιστημονική και εν γένει πνευματική ζωή της υπόλοιπης χώρας. Μοναδική εξαίρεση, που εντοπίστηκε στο σπουδαίο επιστημονικό περιοδικό «Προμηθεύς», στο τεύχους της 9ης Δεκεμβρίου του 1890, αποτελεί η έκκληση που απευθύνει το περιοδικό στον ιατρό από την Αικατερίνη κ. Νικολαϊδη, να τακτοποιήσει τις συνδρομές του, απ’ όπου και φαίνεται μια κάποια «επικοινωνία» με την διακίνηση ιδεών που με μοναδικό τρόπο πρέσβευε το εν λόγω περιοδικό.
- Στην Κατερίνη, τα σπουδαιότερα τεκμήρια του μουσουλμανικού παρελθόντος είναι ο τεκές του Αμπντουλάχ Πασά (1891/1892) και μερικές επιτύμβιες (δηλαδή πάνω σε τάφους) ισλαμικές στήλες, ο οποίες διασώθηκαν από την κατεδάφιση του κεντρικού τζαμιού της πόλης (παλιά ΔΕΗ) τη δεκαετία του 1990. Σε δύο οθωμανικές επιτύμβιες μαρμάρινες στήλες στην αραβική γλώσσα, γράφει ο Νίκος Γραίκος, «μπορούμε να καταλάβουμε ότι η πρώτη ανήκε σε άγνωστο Οθωμανό που πέθανε τον 19ο αι. και η δεύτερη (η μεγαλύτερη) στην νεαρή Χαφιζέ, κόρη του Αμπντουλάχ, που πέθανε το 1732».